Σάββατο 6 Δεκεμβρίου 2025

 



ΕΑΝ   ΘΕΛΕΤΕ
ΕΠΙΣΚΕΦΘΕΙΤΕ
ΤΙΣ ΠΑΡΑΚΑΤΩ 
ΔΗΜΟΣΙΕΥΜΕΝΕΣ ΞΕΝΕΣ ΙΣΤΟΣΕΛΙΔΕΣ



(σελίδες 317 - 356 )




(σελίδες 203 228 )







Ο Άγιος Νικόλαος
 Αρχιεπίσκοπος Μύρων της Λυκίας, 
ο Θαυματουργός



Άγιος Νικόλαος Αρχιεπίσκοπος Μύρων της Λυκίας ,
τού έτους 1746 μ.Χ.
στο Οικουμενικό Πατριαρχείο 
 Φανάρι, Κωνσταντινούπολη




Ὁ Νικόλαος, πρέσβυς ὢν ἐν γῇ μέγας,
Καὶ γῆς ἀποστὰς εἰς τὸ πρεσβεύειν ζέει.
Ἕκτῃ Νικόλεώ γε φάνη βιότοιο τελευτή.





Свт. Николай. 
Фреска1546 год.  церкви свт. Николая. 
Монастырь Ставроникита. Афон. 1546 год.
Феофан Критский и Симеон.
Άγιος Νικόλαος 
Τοιχογραφία  (Fresco) τού έτους 1546 μ.Χ
 στο Παρεκκλήσιο τού Αγίου Νικολάου
τής Ιεράς Μονής Σταυρονικήτα. Αγίου Όρους
έργο τών  Θεοφάνη τού Κρητός και  τού Συμεών




Βιογραφία
Ο Άγιος Νικόλαος γεννήθηκε τον 3ο αιώνα μ.Χ. στα Πάταρα της Λυκίας, από γονείς ευσεβείς και πλουσίους και έδρασε την εποχή των αυτοκρατόρων Διοκλητιανού (284 - 304 μ.Χ.), Μαξιμιανού (286 - 305 μ.Χ.) και Μεγάλου Κωνσταντίνου.


Άγιος Νικόλαος Αρχιεπίσκοπος Μύρων της Λυκίας -
Εικόνα τού δευτέρου μισού τού 17ου αιώνα. 
Αποκαλύφθηκε κάτω από νεώτερο στρώμα με παράσταση του αγίου Σπυρίδωνα. Από τη Messina - Αθήνα, 
Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο



Άγιος Νικόλαος \
Εικόνα τού έτους 1799 μ.Χ. 
στην Ιερά  Mονή Kουτλουμουσίου, Άγιον Όρος -
 (Στο κάτω τμήμα της εικόνας υπάρχει αφιερωματική επιγραφή σε μία σειρά με τη χρονολογία: ETOΣ 1799 MHN AΠPIΛIOY 27 ΔEHΣHΣ TΩN ΔOYΛΩN TOY ΘEOY XPIΣTO-ΦOPOY K(AI) ΦIΛOΘEOY TΩN MONAXΩN K(AI) ΠAPΘENIOY IEPOMONAXOY)




Άγιος Νικόλαος - 
Εικόνα τού τέλους του 17ου αι. μ.Χ. 
 στην Ιερά Mονή Aγίου Παύλου, Άγιον Όρος




Свт. Николай с житием. 
Икона. Византия. XIII в. 
Монастырь св. Екатерины. Синай.
΄Αγιος Νικόλαος με σκηνές από τη ζωή του.  
Βυζαντινή Εικόνα τού 13ου αιώνα μ.Χ
 στην Ιερά . Μονή τής  Αγίας. Αικατερίνης Σινά.






Святитель Николай, Архиепископ Мир Ликийских, Чудотворец. 
Икона. Византия, начало XV века.
 Монастырь Св. Иоанна Богослова на острове Патмос, Греция.
Άγιος Νικόλαος, Αρχιεπίσκοπος της Λυκίας, 
Εικόνα βυζαντινή στις αρχές του 15ου αιώνα μ.Χ. 
στην Ιερά Μονή Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου.  Πάτμος.




Николай Чудотворец Мирликийский, свт. с житием; 
Греция. Крит; XVI в.
Άγιος  Νικόλαος ο Θαυματουργός τών Μύρων  
με σκηνές από τη ζωή του.
Εικόνα τού 16ου αιώνα μ.Χ.  
Ελλάδα. Κρήτη.






икона Николая Чудотворца 
(икона из Свято-Серафимовского собора, XVI век)
 Εικόνα του Αγίου Νικολάου τού 16ου αιώνα μ.Χ.
Από τον Καθεδρικό Ιερό  Ναό του Αγίου Σεραφείμ 




Свт. Николай "Великорецкий". 
Икона. Русь. XVI в. ЦАК МДА.
 Εικόνα του Αγίου Νικολάου τού 16ου αιώνα μ.Χ.
στην Εκκλησιαστική-Αρχαιολογική Ὑπηρεσία
τής Θεολογικής Ακαδημίας στην Μόσχα




Σε νεαρή ηλικία έμεινε ορφανός και κληρονόμος μιας μεγάλης περιουσίας. Αλλά ο Νικόλαος, εμπνεόμενος από φιλάνθρωπα συναισθήματα, διέθετε την περιουσία του για να ανακουφίζει άπορα, ορφανά, φτωχούς, χήρες, στενοχωρημένους οικογενειάρχες. Ένας μάλιστα, θα διέφθειρε τις τρεις κόρες του, προκειμένου να εξασφαλίσει χρήματα. Όταν το έμαθε αυτό ο Νικόλαος, μυστικά σε τρεις νύκτες εξασφάλισε την προίκα των τριών κοριτσιών, αφήνοντας 100 χρυσά φλουριά στην κάθε μία. Έτσι, οι τρεις κόρες αποκαταστάθηκαν και γλίτωσαν από βέβαιη διαφθορά.



Свт. Николай.
 Икона. Русь. Конец XII в. Русский музей. Спб.
΄Αγιος Νικόλαος
 Εικόνα ρωσική τού τέλους τού 12ου αιώνα μ.Χ.
.στο Ρωσικό Μουσείο. Αγίας Πετρούπολης.






Святитель Николай, Архиепископ Мир Ликийских, Чудотворец.
 Икона, присланная в Бари Св. Стефаном Дечанским, Королём Сербским, в благодарность за возвращение зрения. 
Ок. 1321 - 1323 гг.
Άγιος Νικόλαος, Αρχιεπίσκοπος της Λυκίας
Εικόνα μεταξύ τών ετών 1321-1323 μ.Χ. 
η οποία στάλθηκε στο Μπάρι από τον Στέφανο Ούρο Γ΄, γνωστό ως Στέφανο Ντέτσανι,  βασιλιά τής Σερβίας, σε ευγνωμοσύνη για την επιστροφή τής όρασης του, μετά τήν τύφλωση του




Святитель Николай, Архиепископ Мир Ликийских, Чудотворец. 
Икона мастерской Дионисия из иконостаса собора Рождества Богородицы Ферапонтова монастыря. 1502 год. 
Άγιος Νικόλαος Αρχιεπίσκοπος Μύρων της Λυκίας,
Εικόνα τού έτους 1502 μ.Χ.
από το Τέμπλο  τού Καθεδρικού Ιερού Ναού  της Γεννήσεως της Θεοτόκου
τής Ιεράς  Μονής Φεραπόντοφ Μπελοζέρσκι. Ρωσία
έργο τού  Διονύσιου (περίπου 1440 - 1502 ) - ζωγράφου και δάσκαλου των τοιχογραφιών τέλος του XV  - αρχές του αιώνα XVI . Θεωρείται συνεχιστής των παραδόσεων του Andrei Rublev .




Собор Рождества Богородицы 1490. 
Стенопись Дионисия 1502. Святитель Николай Чудотворец
Άγιος Νικόλαος Αρχιεπίσκοπος Μύρων της Λυκίας,
Τοιχογραφία (fresco) τού έτους 1502 μ.Χ.
 στον Καθεδρικό Ιερό Ναό  τής Γεννήσεως τής Θεοτόκου
τής Ιεράς  Μονής Φεραπόντοφ Μπελοζέρσκι. Ρωσία
έργο τού  Διονύσιου (περίπου 1440 - 1502 ) - ζωγράφου και δάσκαλου των τοιχογραφιών τέλος του XV  - αρχές του αιώνα XVI . Θεωρείται συνεχιστής των παραδόσεων του Andrei Rublev .






Святитель Николай, Архиепископ Мир Ликийских. 
Икона. , XV век. Музей в Скопье.
Άγιος Νικόλαος Αρχιεπίσκοπος Μύρων της Λυκίας,
Εικόνα τού 15ου αιώνα μ.Χ.
στο Μουσείο τών Σκοπίων 





Святитель Николай, Архиепископ Мир Ликийских, Чудотворец. Икона. Византия, , первая половина - середина XV века. Лик.
Άγιος Νικόλαος Αρχιεπίσκοπος Μύρων της Λυκίας,
Εικόνα βυζαντινή τού πρώτου μισού - στα μέσα τού 15ου αιώνα μ.Χ.





Στην συνέχεια αφιερώθηκε στον ασκητικό βίο, λόγω όμως της ξεχωριστής αρετής του τιμήθηκε, χωρίς να το επιδιώξει, αρχικά με το αξίωμα του Ιερέα στα Πάταρα και συνέχεια με το αξίωμα του αρχιεπισκόπου Μύρων. Από τη θέση αυτή καθοδηγούσε με αγάπη το ποίμνιό του και ομολογούσε με παρρησία την αλήθεια. Για το λόγο αυτό συνελήφθη από τους τοπικούς άρχοντες και ρίχτηκε στη φυλακή.

Όταν όμως ανήλθε στον αυτοκρατορικό θρόνο ο Μέγας Κωνσταντίνος ελευθερώθηκαν όλοι οι χριστιανοί και έτσι ο Νικόλαος επανήλθε στο αρχιεπισκοπικό θρόνο. Μάλιστα έλαβε μέρος στην Α’ Οικουμενική Σύνοδο, όπου ξεχώρισε για τη σοφία και την ηθική του τελειότητα.



Миниатюра  985 г. Минология Василия II. Константинополь. Ватиканская библиотека. Рим.
Ο Άγιος Νικόλαος
 Μικρογραφία (Μινιατούρα) τού έτους  985 μ.Χ.  
στό Μηνολόγιο τοῦ Βασίλειος Β '. Κωνσταντινούπολη. 
Τώρα εὑρίσκεται στήν Βιβλιοθήκη τοῦ Βατικανοῦ. Ρώμη





Николай Чудотворец Мирликийский, свт. (6 декабря)
Менологий на 6 - 9 декабря
Византия. Греция; XIV в.; памятник: 
Византийский менологий (Byzantine illumination Menologion); 
10 x 13 см.;  местонахождение: Англия. Оксфорд. 
Бодлеанская Библиотека 
  Άγιος Νικόλαος Αρχιεπίσκοπος Μύρων της Λυκίας
Μηνολόγιο 6 - 9 Δεκεμβρίου
Βυζαντινή Μηνολόγιο  τού 14ου αιώνα μ.Χ. 
Τώρα ευρίσκεται στην  Αγγλία. Οξφόρδη. 
Bodleian Βιβλιοθήκη (Bodleian Library)





Ο Άγιος Νικόλαος ήταν προικισμένος και με το χάρισμα της θαυματουργίας με το οποίο έσωσε πολλούς ανθρώπους και όσο ήταν εν ζωή αλλά και μετά την κοίμησή του το 330 μ.Χ. Για παράδειγμα όταν κάποτε κινδύνευσε κάποιος στη θάλασσα - λόγω σφοδρών ανέμων - και επικαλέστηκε το όνομα του αγίου σώθηκε και μάλιστα ενώ βρισκόταν στη μέση του πελάγους βρέθηκε αβλαβής στο σπίτι του. Το θαύμα έγινε αμέσως γνωστό στην Πόλη και ο λαός προσήλθε αμέσως σε λιτανεία και αγρυπνία προκειμένου να τιμήσει το θαυματουργό Άγιο.




Свт. Николай (фрагмент). 
Фреска Около 1300 г. 
церкви свв. апостолов. Печ. Сербия.
Άγιος Νικόλαος 
Τοιχογραφία   (Fresco) τού έτους περίπου 1300 μ.Χ
στον Ιερό Ναό τών Αγίων Αποστόλων
 τής Πατριαρχικής Ιεράς Μονής Πεκίου (Πέτς)
Κοσσυφοπέδιο. Σερβία





Святитель Николай, Архиепископ Мир Ликийских, Чудотворец. 
Фреска Около 1350 года. монастыря Высокие Дечаны,
 Косово, Сербия.
Άγιος Νικόλαος, Αρχιεπίσκοπος της Λυκίας,. ο Θαυματουργός.
Τοιχογραφία   (Fresco) τού έτους περίπου 1350 μ.Χ
στην  Ιερά Μονή Βισόκι Ντέτσανι
Κοσσυφοπέδιο. Σερβία





Савва Освященный, прп., Николай Чудотворец Мирликийский, свт., Иона Палестинский, прп., Амвросий еп. Медиоланский, свт.;
 Балканы. Сербия. Печ; XIV в.; местонахождение: Сербия. Косово. Печская Патриархия. Нартекс. Нартекс (притвор)
Οι Άγιοι Σάββας ο Ηγιασμένος, Νικόλαος ο θαυματουργός τών Μύρων,
Ιωνάς τής Παλαιστίνης καί Αμβρόσιος Επίσκοπος Μεδιολάνων
Τοιχογραφία (Fresco) τού 14ου αιώνα μ.Χ.
στον Νάρθηκα τού Καθολικού
τής  Πατριαρχικής Ιεράς Μονής Πεκίου (Πέτς)
Κοσσυφοπέδιο. Σερβία



Свт. Николай. 
Фреска XII в.  церкви вмч. Пантелеимона. Нерези
Сербская Православная Церковь.
Άγιος Νικόλαος 
Τοιχογραφία  (Fresco) τού 12ου αιώνα μ.Χ
 στην Ιερά Μονή του Αγίού Παντελεήμονα
 στο χωριό Νέρεζι κοντά στα Σκόπια 
( οι τοιχογραφίες είναι ένα από τα κεντρικά μνημεία της βυζαντινής τέχνης της εποχής των Κομνηνών) .




Святитель Николай, Архиепископ Мир Ликийских, Чудотворец. 
Фреска церкви Св. Николая Больничного в Охриде. XIV век.
Άγιος Νικόλαος, Αρχιεπίσκοπος της Λυκίας,. ο Θαυματουργός.
 Τοιχογραφία (Fresco) τού 14ου αιώνα μ.Χ.
 στον Ιερό Ναό τού Αγίου Νικολάου στην Οχρίδα . Σκόπια







Перенесение мощей Святителя Николая Чудотворца из Мир Ликийских в Бари. Русская икона.
Μεταφορά τών  Ιερών Λειψάνων τού Αγίου Νικολάου τού Θαυματουργού από τα Μύρα της Λυκίας στο Μπάρι τής Ιταλίας.
 Ρωσική εικόνα.


Περί των Ιερών Λειψάνων του Αγίου


Ο τάφος του Αγίου Νικολάου στη Βασιλική του Μπάρι, ανοίχθηκε αναγκαστικά το 1953 μ.Χ., κατά την διάρκεια αναστηλωτικών εργασιών, την νύκτα της 5ης προς 6ης Μαΐου. Για τον σκοπό αυτό συγκροτήθηκε επιτροπή από τον Πάπα, με Πρόεδρο τον τότε Ρωμαιοκαθολικό Αρχιεπίσκοπο του Μπάρι Ερρίκο Νικόδημο, στην οποία ανατέθηκε η κανονική αναγνώριση των λειψάνων του τάφου. Παράλληλα ο αναγνωριστικός έλεγχος και η καταμέτρηση των οστών ανατέθηκε στον Καθηγητή της Ανατομίας στο Πανεπιστήμιο του Μπάρι Λουΐτζι Μαρτίνο και τον βοηθό του Γιατρό Αλφρέντο Ρουγγίερι.

Τα Λείψανα μέσα στη λάρνακα έπλεαν σέ ένα διαυγές, άχρωμο και άοσμο υγρό, το οποίο είχε βάθος τρία περίπου εκατοστά. Η εξέταση του υγρού αυτού από τα Ινστιτούτα Χημείας και Υγιεινής του Πανεπιστημίου του Μπάρι απέδειξε, ότι επρόκειτο για καθαρό νερό, ελεύθερο από άλατα και στείρο από μικροοργανισμούς! Η έρευνα απέδειξε, ότι το υγρό αυτό προήρχετο από τις μυελοκυψέλες των σπογγωδών οστέων!

Η τρίτη ιστορικά ανακομιδή έγινε την νύκτα της 7ης προς 8ης Μαΐου 1957 μ.Χ., με σκοπό νέα αναγνώριση, καταμέτρηση, ανατομική και ανθρωπολογική μελέτη, πριν την οριστική κατάθεση στην λάρνακα, μετά το πέρας των αναστηλωτικών εργασιών. Στην ιατρική ομάδα συμμετείχε την φορά αυτή και ο Γιατρός Λουΐτζι Βενέζια. Τα αποτελέσματα της ανθρωπολογικής εξετάσεως των Ιερών Λειψάνων υπήρξαν εντυπωσιακά. Διαπιστώθηκε, ότι ανήκαν σέ ένα και το αυτό άτομο και μάλιστα σε άνδρα που είχε ύψος 1.67 περίπου, τρεφόταν κυρίως με φυτικά προϊόντα και πέθανε σε ηλικία μεγαλύτερη των 70 ετών. Το άτομο αυτό ανήκε στην λευκή Ινδοευρωπαϊκή φυλή.

Η κατάσταση ορισμένων οστών έδειξε ακόμη, ότι το άτομο στο οποίο ανήκαν, πρέπει να είχε υποφέρει πολύ κάτω από ιδιαίτερα δυσμενείς συνθήκες διαβίωσης, που του άφησαν σημάδια στην υπόλοιπη ζωή του. Η αγκυλωτική σπονδυλοαθρίτιδα και η διάχυτη ενδοκρανιακή υπερόστωση, πρέπει να κληρονομήθηκαν από κάποια υγρή φυλακή, όπου πέρασε αρκετά χρόνια της ζωής του και μάλιστα σε προχωρημένη ηλικία.

Η ιχνογραφική ανάπλαση του προσώπου, με την μέθοδο της υπερσκελετικής αναπλάσεως των μαλακών μερών της κεφαλής, απέδωσε επίσης θεαματικά αποτελέσματα. Τα σχετικά ιχνογραφήματα που δημοσίευσε ο Καθηγητής Μαρτίνο, βρίσκονται σε συμφωνία με τις παλαιότερες απεικονίσεις του Αγίου, εκείνη της Αγίας Μαρίας της Πρώτης (στη Ρώμη, 8ος ή 9ος αιώνας μ.Χ.) και αυτή του Παρεκκλησίου του Αγίου Ισιδώρου, στον Ναό του Αγίου Μάρκου (στη Βενετία, ψηφιδωτό του 12ου αιώνα μ.Χ.).

Δηλαδή, με τις εξετάσεις των Λειψάνων του Αγίου Νικολάου, πιστοποιήθηκε η γνησιότητά τους, αποδείχθηκε επιστημονικά η μυροβλυσία του και επίσης ότι η πάροδος του χρόνου δεν άμβλυνε την μνήμη των βασικών χαρακτηριστικών της μορφής του, όπως τα διέσωσε η Ορθόδοξη εικονογραφική παράδοση (πρόσωπο ασκητικό, ευγενικό, με αρμονικές αναλογίες, υψηλό και πλατύ μέτωπο, μεγάλα μάτια - ελαφρά βαθουλωτά - έντονα ζυγωματικά, φαλάκρα). (Βλ. Αντ. Μάρκου, «Τα Λείψανα του Αγ. Νικολάου Επισκόπου Μύρων της Λυκίας και οι ιστορικές τους περιπέτειες»· Περιοδικό «Ορθόδοξη Μαρτυρία» Λευκωσίας, φ. 44/1994, σελ. 98 - 106· αγγλική έκδοση από το Κέντρο Παραδοσιακών Ορθοδόξων Σπουδών Έτνας Καλιφορνίας, 1994).

Ιερά Λείψανα: 

Το δεξί χέρι τού Αγίου Ιεράρχου Νικολάου του θαυματουργού
στον Ιερό Ναό του Αγίου Γεωργίου τού Βουκουρεστίου, Ρουμανία
(ο οποίος χτίστηκε τον 15ο αιώνα από τον Άγιο νεομάρτυρα και ομολογητή ηγεμόνα Κωνσταντίνο Μπρανκοβεάνο. Του το δώρησε ο αρχιεπίσκοπος του Μπάρι με την μεσολάβηση ενός πλούσιου εμπόρου.Με αυτόν τον τρόπο ο καθολικός επίσκοπος ήθελε να τον τιμήσει για το ότι ο Μιχαήλ ήταν προστάτης του χριστιανισμού στην Ευρώπη δίνοντας σκληρές μάχες με τους Οθωμανούς.Θεωρούνταν ως «πρίγκηπας της χριστιανοσύνης»
Ο Μιχαήλ του έστειλε δύο πουγγιά με χρυσά νομίσματα δωρίζοντάς τα στον ναό όπου βρισκόνταν (και βρίσκεται)το λείψανο του Αγίου Νικολάου.Επίσης για το γεγονός μιλούν και χρυσόβουλα που βρίσκονται στην Μονή Σίμωνος Πέτρα,στην οποία ο Μιχαήλ μνημονεύεται ως ένας από τους κτήτορές της.
Ο Μιχαήλ ο Γενναίος ευλαβούνταν πολύ τον Άγιο Νικόλαο και λέγεται πως ζήτησε το χέρι του Αγίου εις ένδειξη ευγνωμοσύνης .Με θαυμαστή επέμβαση του ο Άγιος τον έσωσε από βέβαιη εκτέλεση.Τον είχε καταδικάσει σε θάνατο ο Αλέξανδρος ο Κακός επειδή φοβούνταν για τον θρόνο του.)




В столичный храм великомученика Пантелеимона прибудут мощи ...
Ковчег с частицей мощей святителя Николая Чудотворца
Απότμημα Ιερού Λειψάνου του Αγίου Νικολάου
στήν Ρωσία




мощей святителя Николая, Мир Ликийских чудотворца.
Воскресенский женский монастырь города Мурома
Απότμημα Ιερού Λειψάνου του Αγίου Νικολάου
στήν Ιερἀ Μονη Αναστάσεως του Χριστού
στήν πόλη Μουρόμ η οποία είναι μια ιστορική ρωσική πόλη στην Περιφέρεια Βλαντίμιρ που εξαπλώνεται στην αριστερή όχθη του ποταμού Οκά. Ρωσία





Ковчег с частицей мощей святителя Николая Чудотворца
Απότμημα Ιερού Λειψάνου του Αγίου Νικολάου
στήν Ρωσία



Ковчег с частицей мощей святителя Николая Чудотворца
Απότμημα Ιερού Λειψάνου του Αγίου Νικολάου
στήν Ρωσία


Ковчег с частицей мощей святителя Николая Чудотворца
Απότμημα Ιερού Λειψάνου του Αγίου Νικολάου
στήν Ρωσία



Ковчег с частицей мощей святителя Николая Чудотворца
Απότμημα Ιερού Λειψάνου του Αγίου Νικολάου
στήν Ρωσία






Ковчег с частицей мощей святителя Николая Чудотворца
Απότμημα Ιερού Λειψάνου του Αγίου Νικολάου
στήν Ρωσία




Ковчег с частицей мощей святителя Николая Чудотворца
Απότμημα Ιερού Λειψάνου του Αγίου Νικολάου
στήν Ρωσία

 


Μοιάζει με την κιβωτό με τα λείψανα του Αγίου Νικολάου του θαυματουργού.  Φωτογραφία: Olga Troitskaya, Επισκοπή Περμ.
Ковчег с частицей мощей святителя Николая Чудотворца
Απότμημα Ιερού Λειψάνου του Αγίου Νικολάου
στόν Ιερό Ναό τού Αγίου Νικολάου του Θαυματουργού 
στη Βιομηχανική Περιοχή Περμ. Ρωσία






Ковчег с частицей мощей святителя Николая Чудотворца
Москвы, из Данилова монастыря.
Απότμημα Ιερού Λειψάνου του Αγίου Νικολάου
στήν Ιερά Μονή Δανίλοφ. Μόσχα. Ρωσία






мощей святителя Николая Чудотворца, привезённые из Элисты. 
Απότμημα Ιερού Λειψάνου του Αγίου Νικολάου
στήν Ελίστα  πού είναι η πρωτεύουσα της Δημοκρατίας της Καλμουχίας στη Ρωσία





Τα λείψανα του Αγίου Νικολάου του θαυματουργού παραδόθηκαν στη στρατιωτική βάση του Καντ (φωτογραφία)
мощи святого постоянно хранятся тоже в храме святого благоверного князя Александра Невского, но только в российском городе Пскове
Απότμημα Ιερού Λειψάνου του Αγίου Νικολάου
στόν Ιερό Ναό τού Αγίου Αλεξάνδρου Νέβσκι Πσκοφ Ρωσία






Ο αριστερός βραχίονας του Αγίου βρίσκεται στον ομώνυμο ρωμαιοκαθολικό Ναό του Ρίμινι Ιταλίας.


Απότμημα του αριστερού βραχίονος του Αγίου βρίσκεται στο Μητροπολιτικό Ναό Βόλου.


Μέρος των Λειψάνων του Αγίου βρίσκεται στην ομώνυμη ρωμαιοκαθολική Βασιλική του Μπάρι Ιταλίας.


Αποτμήματα του Ιερού Λειψάνου του Αγίου βρίσκονται στις Μονές Αγ. Νικολάου Άνω Βάθειας Ευβοίας και Φανερωμένης Σαλαμίνος, στον Καθεδρικό Ναό του Σωτήρος Μόσχας, στον ομώνυμο Ναό Αγίας Πετρουπόλεως και στη Λαύρα Αγ. Αλεξάνδρου Νέβσκι Αγίας Πετρουπόλεως.


Ένας εκ των οδόντων του Αγίου βρίσκεται στη Μονή Αγίας Λαύρας Καλαβρύτων.



Разбитая гробница свт. Николая в Мирах Ликийских
Ο καταστρεμμένος Τάφος τού Αγίου Νικολάου
στον Ιερό Ναό Του στα Μύρα τής Λυκίας














La tomba di S. Nicola era già pronta il 1° ottobre del 1089 quando il papa Urbano II ne consacrò l’altare. All’interno si sono conservate due iscrizioni del tempo, una di Sikelgaita, la moglie guerriera di Roberto il Guiscardo (+1091), e l’altra di Goffredo (Iosfridus), probabilmente il conte di Conversano. Severa e sobria come un’ara pagana, la tomba fu ben presto rivestita d’argento, assumendo la sua conformazione definitiva nel 1319 con la copertura (altare d’argento e cielo della cappella) donata dallo zar di Serbia Uroš II Milutin (1282-1321). Quando prevalse il gusto barocco, questo altare fu considerato “antiquato” e quindi, fuso con altri argenti, rinacque dalle abili mani degli artisti napoletani Dome­nico Marinelli ed Ennio Avitabile. L’antistante porticina, guardata da due angeli con bottiglie della manna, era concepita appunto per potersi introdurre e venerare le reliquie, oltre che ad estrarre la santa manna. In concomitanza coi recenti restauri del 1953/57 l’altare d’argento fu trasferito nel transetto destro della Basilica superiore, il che ridiede alla tomba il suo originale carattere austero. Le ossa del Santo (circa il 65 % dello scheletro) si trovano all’altezza del piano di calpestio, racchiuse in blocchi di cemento armato. La non completezza si spiega col fatto che varie reliquie erano già sparse per il mondo e che i baresi dovettero agire in fretta per timore dell’arrivo dei saraceni, e quindi dovettero accontentarsi delle ossa più grandi immerse nel sacro liquido. Qualche anno fa, quando gli operatori della BBC di Londra calarono una sonda, si vedeva il cranio in posizione piuttosto centrale ed il resto delle ossa sparse intorno. La ricostruzione dello scheletro realizzata nel 1988 dal professore Luigi Martino mostra un uomo di media statura. La parte restante delle ossa potrebbe trovarsi in varie chiese del mondo e soprattutto a Venezia, considerando il fatto che i Veneziani nel 1099/1100 si inoltrarono anch’essi fino a Mira e rapirono le ossa di alcuni personaggi sepolti nell’antica basilica di S. Nicola. Il fatto, però, di aver preso le reliquie di vari personaggi ha reso difficile l’individuazione delle eventuali ossa di Nicola rispetto a quelle degli altri.

Ο τάφος του Αγίου Νικολάου ήταν έτοιμος για 1, Οκτωβρίου 1089, όταν ο Πάπας Urban II εγκαινιάστηκε το βωμό. Μέσα που σώζονται δύο επιγραφές της εποχής, ένα Sikelgaita, η γυναίκα πολεμιστής του Roberto il Guiscardo (1091), και η άλλη του Godfrey (Iosfridus), ίσως το Καταμέτρηση των Conversano. Σοβαρή και νηφάλια ως ειδωλολατρικό βωμό, ο τάφος σύντομα καλύπτεται με ασημένιο, αναλαμβάνοντας την τελική του μορφή το 1319 με κάλυμμα (ασημί βωμό και τον ουρανό παρεκκλήσι) δώρισε ο τσάρος της Σερβίας Uroš Β Μιλούτιν (1282- 1321). Είναι επικράτησε όταν το στυλ μπαρόκ, αυτό το βωμό θεωρήθηκε "ντεμοντέ" και, στη συνέχεια, συγχωνεύθηκε με άλλα αργυρά, αναβίωσε από τους ειδικευμένους χέρια του καλλιτέχνη ναπολιτάνικης Domenico Marinelli και Ennio Avitabile. Η μπροστινή πόρτα, που φρουρείται από δύο αγγέλους με τα μπουκάλια μάννα, σχεδιάστηκε ακριβώς για να είναι σε θέση να εισαγάγει και να προσκυνήσουν τα λείψανα, καθώς και να αφαιρέσετε το ιερό μάννα. Σε συνδυασμό με την πρόσφατη αναστήλωση του 1953-1957 η ασημένια βωμός μετακινήθηκε στη δεξιά πτέρυγα της άνω εκκλησίας, η οποία έδωσε πίσω στον τάφο στην αρχική λιτό χαρακτήρα του. Τα οστά του αγίου (περίπου 65% του σκελετού) βρίσκεται στο επίπεδο του εδάφους, μέσα σε τσιμεντόλιθους. Η ατέλεια αυτή εξηγείται από το γεγονός ότι διάφορα κειμήλια είχαν ήδη διάσπαρτα σε όλο τον κόσμο και ότι Μπάρι έπρεπε να δράσει γρήγορα για το φόβο της άφιξης των Σαρακηνών, και τότε θα έπρεπε να είναι ικανοποιημένοι με τα μεγαλύτερα οστά βυθισμένο στο ιερό υγρό. Πριν από μερικά χρόνια, όταν οι φορείς του BBC στο Λονδίνο υποχώρησε έναν ανιχνευτή, θα μπορούσαμε να δούμε το κρανίο σε αρκετά κεντρική τοποθεσία και τα υπόλοιπα οστά διάσπαρτα γύρω. Σκελετικών ανακατασκευή γίνεται το 1988 από τον καθηγητή Luigi Martino δείχνει έναν άνθρωπο μέσου ύψους. Το υπόλοιπο των οστών μπορεί να βρίσκονται σε διάφορες εκκλησίες του κόσμου και ιδιαίτερα στη Βενετία, λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι οι Βενετοί το 1099/1100 που διείσδυσε και μέχρι Mira και απήγαγε τα οστά του μερικούς ανθρώπους θαμμένος στην αρχαία βασιλική της Σ Nicola. Το γεγονός, όμως, ότι πήρατε τα λείψανα των διαφόρων χαρακτήρων κατέστησε δύσκολο να αξιολογηθεί η πιθανή οστά του Νικολάου σε σύγκριση με εκείνες των άλλων

Рака с мощами Cвятителя Николая Мирликийского,
 в церкви Святителя Николая на Лидо
τα λείψανα του Αγίου Νικολάου τών Μύρων ,


  στην Εκκλησία τού Αγίου Νικολάου στο νησί Λίντο. 
Βενετία







Ковчег с частицей мощей Свт. Николая 
в Преображенском соборе Николо-Угрешского монастыря. 
 Απότμημα τών λειψάνων τού Αγίου Νικόλαου 
στον Καθεδρικό Ναό τής Μεταμόρφωσης τού Σωτήρος
 τής  Ιεράς Μονής Νικολάου-Ουγκρέσκι.
(Ορθόδοξο ανδρικό σταυροπηγικό μοναστήρι της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας , που βρίσκεται στην περιοχή: Μόσχα , Πόλη Dzerzhinsky , Πλατεία Αγίου Νικολάου)




Мощи свт. Николая Чудотворца 
Храм Троицы Живоначальной 
Камчатский край город Елизово улица Вилюйская дом 
 Απότμημα τών λειψάνων τού Αγίου Νικόλαου 
στον Ιερό Ναό  τής της Αγίας Τριάδας της Ζωοδόχου 
Περιφέρειας Καμτσάτκα, η πόλη του Ελιζόβου, 
Ρωσία





Мощи свт. Николая 
Иоанно-Богословский монастырь.
Рязанская область, Рыбновский район, село Пощупово, 
 Απότμημα τών λειψάνων τού Αγίου Νικόλαου

στην Ιερά Μονή Αγίου Ιωάννου τού Θεολόγου 
περιοχή Ryazan, περιοχή Rybnovsky, χωριό Poshchupovo
Ρωσία




_MG_3032

Ковчег с частицей святых мощей святителя 
и чудотворца Николая, архиепископа Мир Ликийских 
Вознесенская Давидова пустынь Московская 
Απότμημα τών λειψάνων τού Αγίου Νικόλαου
στην Ιερά Μονή Αναλήψεως τού Κυρίου
Η έρημος του Δαβίδ". Μόσχα. Ρωσία







Τα αποτμήματα του λειψάνου του Αγίου Νικολάου φυλάσσονται στην Ιερά Πατριαρχική και Σταυροπηγιακή Μονή του Αγίου Νικολάου στην Άνδρο











ΤΟ ΜΥΡΟ & ΤΑ ΛΕΙΨΑΝΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ

Η ΑΝΑΠΛΑΣΗ ΤΗΣ ΜΟΡΦΗΣ ΤΟΥ ΑΓ. ΝΙΚΟΛΑΟΥ 


ΑΠΟ ΤΟΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗ ΤΗΣ ΑΝΑΤΟΜΙΑΣ
ΣΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΤΟΥ ΜΠΑΡΙ
LUIGI MARTINO

Φωτίου Νικητοπούλου, Θεολόγου

Στις 9 Μαΐου του 1087 τρία εμπορικά καράβια από το ιταλικό Bari έμπαιναν ξανά στο λιμάνι τους, υστέρα από ένα ταξίδι στην Αντιόχεια της Κοίλης Συρίας. Ή πόλη τα υποδέχτηκε με ιδιαίτερο ενθουσιασμό — και είχε τον λόγο της. Ένα από αυτά της έφερνε κάποιο «παράξενο φορτίο», που προκάλεσε τη συγκίνηση της. Το είχε παραλάβει από τα Μύρα της Μικρασιατικής Λυκίας, όπου προσέγγισε μαζί με τ’ άλλα δύο. Το φορτίο αυτό δεν ήταν άλλο από τα ιερά λείψανα του Αγίου Επισκόπου των Μύρων Νικολάου του θαυματουργού. Τα είχαν αρπάξει οι ναύτες τους από τον τάφο του, σ’ ένα ληστρικό τους εγχείρημα κατά της Βασιλικής του Αγίου, όπου αναπαύονταν από αιώνες. Το Bari τα δέχθηκε ως θησαυρό ανεκτίμητο. Για να τα στεγάσει μάλιστα, έκτισε μια μεγαλόπρεπη νέα Βασιλική του Αγίου στο όνομα και την 1η Οκτωβρίου του 1089 τα απόθεσε εκεί πανηγυρικά, σε μια κρύπτη της κάτω από τη μεγάλη μαρμαρένια Αγία Τράπεζα, ό Πάπας Ουρβανός ό Β΄. Από τότε και για 864 χρόνια κανένας δεν μπόρεσε να τ’ αγγίξει ούτε να τα δει

Το άνοιγμα του τάφου και ή αντίληψη της διερεύνησης του περιεχομένου του

Πρώτη φορά, ύστερα από τόσους αιώνες, ό νέος αυτός τάφος του Αγίου ανοίχτηκε τη νύχτα της 5ης προς την 6η Μαΐου του 1953. Ό λόγος που προκάλεσε το άνοιγμα του ήταν ή ανάγκη για την εκτέλεση ορισμένων αναστηλωτικών και αναπαλαιωτικών εργασιών στη Βασιλική. Με την ευκαιρία αυτή συγκροτήθηκε μια Ποντιφική Επιτροπή, προεδρευόμενη από τον τότε Αρχιεπίσκοπο του Bari Enrico Nicodemo, ή οποία θα πρόβαινε στην κανονική αναγνώριση των ιερών λειψάνων του Αγίου.
Ό αναγνωριστικός έλεγχος και ή καταμέτρηση των οστών που βρέθηκαν στον τάφο που ανοίχτηκε, ανατέθηκε στον καθηγητή της Ανατομίας του Πανεπιστημίου του Bari Luigi Martino, ό όποιος περάτωσε αυτό το έργο την ίδια εκείνη νύχτα βοηθούμενος από τον ιατρό Δρ. Venezia Luigi. Μετά, τα λείψανα τοποθετήθηκαν σε γυάλινη κάψα και τέθηκαν σε προσκύνημα στη Βασιλική του Αγίου.
Τέσσερα χρόνια αργότερα, τη νύχτα της 7ης προς την 8η Μαΐου του 1957, ό ίδιος καθηγητής, με τον ίδιο βοηθό, στον όποιο προστέθηκε και ό ιατρός Δρ. Venezia Luigi, πραγματοποίησε μια δεύτερη εξέταση των ιδίων λειψάνων, μετά την οποία τοποθετήθηκαν αμέσως στη σαρκοφάγο που τα φιλοξενούσε και πριν. Επρόκειτο για μια ανατομική ανθρωπολογική μελέτη, που απέβλεπε στον προσδιορισμό και την αποτύπωση της εικόνας και των χαρακτηριστικών των οστών και κυρίως στην ανασύνθεση της φυσικής εμφάνισης ή ακόμη και της εικονογραφικής μορφής του ατόμου, στο όποιο άνηκανε τα υπό εξέταση οστικά λείψανα.
Ή διενέργεια των ερευνών αυτών κατά τη διάρκεια της νύχτας οφειλόταν στις λειτουργικές ανάγκες της Βασιλικής του Αγίου σε συνδυασμό με το γεγονός ότι τα Ι. λείψανα δεν έπρεπε να απομακρυνθούν από το χώρο της.

Η κατάσταση των ιερών λειψάνων

Όταν ανοίχτηκε ή σαρκοφάγος, τα οστά βρέθηκαν βουτηγμένα σ’ ένα διαυγές άχρωμο και άοσμο υγρό, όμοιο με νερό που βγαίνει από βράχο. Όσα περίσσευαν πάνω από τη στάθμη του, που έφτανε στα 2-3 εκ. μ. από τον πυθμένα της, ήταν υγρά όπως και τα εσωτερικά τοιχώματα της, ενώ οι μυελοκυψέλες των σπογγωδών οστών ήταν γεμάτες από το ίδιο υγρό. Ή ποιότητα του ήταν ή ίδια που είχε διαπιστωθεί και σε προηγούμενη εξέταση του στα Ινστιτούτα Χημείας και Υγιεινής του Πανεπιστημίου του Bari. Επρόκειτο δηλ. για νερό καθαρό, ελεύθερο από άλατα και στείρο από μικροοργανισμούς. Οι ρωμαιοκαθολικοί του έχουν δώσει τη χαρακτηριστική ονομασία «Manna». Άλλωστε και όταν οι βαρηνοί ναύτες έσπασαν την πλάκα, που κάλυπτε τον τάφο του Αγίου στα Μύρα, βρήκαν τα λείψανα του μέσα σε «Θείο μύρο», (άλλοι γράφουν Sanctus liguor ή oleum) σύμφωνα με τις αφηγήσεις τους, τις όποιες μας διέσωσαν τα σχετικά Αγιολογικά κείμενα. Ή ύπαρξη πάντως του υγρού αυτού στη σαρκοφάγο, σύμφωνα με τη γνώμη του ερευνητή καθηγητή, επέδρασε ευεργετικά στην καλύτερη συντήρηση των οστών όλους αυτούς τους αιώνες που πέρασαν.
Τις τρεις επάλληλες πλάκες, που κάλυπταν την από σκληρή και συμπαγή πέτρα μονολιθική λάρνακα, τις διαπερνούσε κάθετα ένα σωληνωτό άνοιγμα, μέσα από το όποιο μπορούσε να ανασύρεται το «Manna» με τη βοήθεια απορροφητικού βαμβακερού νήματος και να συγκεντρώνεται σε φιαλίδια, που μοιράζονταν προς ευλογία και αγιασμό, όπως γίνεται και σήμερα, μετά την επανατοποθέτηση σ’ αυτή των ι. οστών του Αγίου και τη σφράγιση της. Πέρα από αυτό το άνοιγμα, δεν διαπιστώθηκε καμιά ρωγμή στα στερεά και παχιά τοιχώματα της, τα όποια, αφού αδειάστηκε από το περιεχόμενο της και στεγνώθηκε καλά, διερευνήθηκαν προσεκτικά με τη βοήθεια ισχυρού φωτισμού.
Ή εικόνα που παρουσίασαν τα οστά μέσα στη λάρνακα δεν ήταν εκείνη που εμφανίζει ένας τάφος μέσα στον όποιο έχει λιώσει νεκρό ανθρώπινο σώμα. Τούτο, βέβαια, έχει την εξήγηση του, αφού γνωρίζομε καλά ότι δεν επρόκειτο για τον αρχικό τάφο του Αγίου, όπως ξέρουμε καλά και πώς βρέθηκαν τα οστά αυτά εκεί μέσα. Εκείνος πάντως που τα τοποθέτησε εκεί δεν έλαβε καθόλου την πρόνοια να τους δώσει, έστω με στοιχειώδη τρόπο, τη θέση που θα είχαν σε ένα φυσιολογικό ανθρώπινο σκελετό.
Έτσι, εκτός από την κάρα του Αγίου, που φαίνεται να αποτέλεσε κατά κάποιο τρόπο αντικείμενο ιδιαίτερης φροντίδας σ’ όλη τη περιπέτεια των ιερών αυτών λειψάνων, τα άλλα οστά βρέθηκαν σε ολότελα αφύσικη θέση. Τούτο δεν σημαίνει ότι δεν εκδηλώθηκε καμία επιμέλεια στην τοποθέτηση τους. Το βλέπουμε από τη θέση που είχαν δύο μακρά οστά, πλαισιώνοντας από δεξιά και αριστερά την κάρα, που βρισκόταν στο μέσο της μιας στενής άκρας της λάρνακας με τη βάση ακουμπισμένη στον πυθμένα της, καθώς και από τη συγκέντρωση των όστοαρίων και οστικών μικροτεμαχίων σε μία αργυρή κούπα και μεγαλύτερων τεμαχίων σε μία άλλη επίσης αργυρή. Τα υπόλοιπα, τα και μεγαλύτερα, ήταν ακατάστατα τοποθετημένα και κατασπασμένα. Άλλωστε όλα ήταν εξαιρετικά εύθραυστα..
ωσική εικόνα του 19ου αιώνα

Αναγνώριση και καταγραφή των ί. οστών

Ό καθηγητής Martino, στην πρώτη αυτή φάση της ερευνάς του, για την οποία είχε στη διάθεση του 2.30΄ ώρες, μπόρεσε να διακρίνει και να καταγράψει τα οστά που βρέθηκαν στη λάρνακα, (έξω από τα θρυμματισμένα εκείνα που βρίσκονταν στις ασημένιες κούπες και είχαν χάσει τα χαρακτηριστικά τους) καθώς και να διαπιστώσει την κατάσταση, στην οποία βρίσκονταν, άφοΰ προηγουμένως τα στέγνωσαν όλα και τα καθάρισαν προσεκτικά με υδρόφιλο βαμβάκι και γάζες.
Ό έλεγχος — σημειώνομε σε γενικές γραμμές — επεσήμανε την ύπαρξη της κάρας σε καλύτερη κατάσταση από όλα τα οστά, σπονδύλους, λίγα τεμάχια πλευρικών οστών και ωμοπλάτης, μεγάλα τμήματα των αντιβραχίων και του ενός βραχιωνίου, πολλά οστάρια των καρπών, των μετακαρπίων και των φαλαγγών, ένα λαγόνιο, από τα κάτω άκρα που βρέθηκαν σε καλύτερη κατάσταση, τα μηριαία, όχι όμως ακέραια, τις επιγονατίδες, τμήματα από τις περόνες, τα οστά των κνημών και αρκετά των ταρσών, των μεταταρσίων και των φαλαγγών. Ένα σημαντικό μέρος του όλου σκελετού, όπως γίνεται αντιληπτό, έλειπε βέβαια.
Ή εμφάνιση αυτή των οστών του Αγίου (άλλα να λείπουν, άλλα να είναι κατασπασμένα και άλλα θρυμματισμένα) σχετίζεται όχι μόνο με το χρόνο που πέρασε από πάνω τους, αλλά πιο πολύ με τη μεγάλη περιπέτεια της αρπαγής και της μεταφοράς τους στο Bari, ύστερα μάλιστα από ένα πολυήμερο θαλασσινό ταξίδι. Ή απουσία ιδιαίτερα πολλών από αυτά μέσα από τη λάρνακα, βρίσκει εύκολη εξήγηση στις συνθήκες κάτω από τις όποιες έγινε ή αφαίρεση τους από τον τάφο των Μύρων, πέρα από το ενδεχόμενο της υπεξαίρεσης ή μη κάποιων από αυτά κατά τη μεταφορά τους και πριν από την οριστική τοποθέτηση τους στη λάρνακα της Βασιλικής του Αγίου στο Bari. Ή σπουδή των ναυτών και ή υπερκάλυψη των οστών από το μύρο μέσα στον αρχικό τάφο τους δεν ευνοούσαν, όπως ήταν φυσικό, την περισυλλογή τους στο ακέραιο. Ή παρατήρηση αυτή μπορεί να εξηγήσει πώς βρίσκονται σήμερα στο Μουσείο της Αττάλειας δύο οστά του Αγίου Νικολάου, όπως δηλώνουν οι Τούρκοι, οι όποιοι μάλιστα προθυμοποιήθηκαν να παραδώσουν φωτογραφίες και σχετικά τεκμήρια γι’ αυτά στη Βαρηνή Βασιλική του Αγίου.


Η ανθρωπολογική διερεύνηση

Ή δεύτερη φάση της ερευνάς του Καθηγητή Martino, που κράτησε 7.30 νυκτερινές ώρες, και κάτω από συνθήκες ακατάλληλες, αφού δεν έγινε σε ειδικό εργαστήριο, κάλυψε την ανθρωπομετρική — ανθρωπολογική διάγνωση των λειψάνων του Αγίου. Ή εξέταση αυτή θα έδινε απάντηση σε μία σειρά από ερωτήματα για τη φυσική κατάσταση και εμφάνιση του σώματος του Αγίου και ιδιαίτερα της μορφής του προσώπου του, για την ηλικία που είχε, όταν πέθανε, τη φυλή στην οποία ανήκε και ότι άλλο.
Για να φθάσει στο σκοπό του ό καθηγητής, βάσισε τις εκτιμήσεις του στη ανασύνθεση του σκελετού, την οποία πέτυχε με τα οστά που είχε στη διάθεση του, στις ακτινογραφίες και τις φωτογραφίες που πήρε, και στις απαραίτητες μετρήσεις που έκαμε, εφαρμόζοντας καθαρά επιστημονικές μεθόδους. Τα συμπεράσματα στα όποια κατέληξε ήταν σημαντικά.
Αναφέρομε τα κυριότερα από αυτά, χωρίς να περιπλεκόμαστε στις ανατομικές και άλλες λεπτομέρειες, που θα ενδιέφεραν μόνο τους ειδικούς. Να, λοιπόν, τι μας αποκαλύπτει ό καθηγητής Martino:
Όλα τα οστά που εξέτασε άνηκαν σε ένα και το αυτό άτομο και μάλιστα σε άνδρα που είχε ύψος 1.67 μ. περίπου, τρεφόταν κυρίως με προϊόντα φυτικής προέλευσης και πέθανε σε ηλικία μεγαλύτερη από τα 70 χρόνια. Το άτομο αυτό άνηκε στην λευκή ευρωπαϊκή μεσογειακή φυλή και μάλιστα στην ανατολική παραλλαγή της, χωρίς να μπορεί να βεβαιωθεί αν άνηκε ή όχι στο λεγόμενο «λεβαντίνο» τύπο, ενώ αποκλείστηκε ότι θα μπορούσε να ήταν άρμενοαλπικής φυλής. Καμιά ή σχέση του, βέβαια, με τους μογγολικής καταγωγής Τούρκους, οι όποιοι άλλωστε πέρασαν στη Μικρά Ασία αρκετούς αιώνες μετά τον θάνατο του Αγίου και συγκεκριμένα στην περιοχή των Μύρων μόλις τον 11ο αιώνα, εποχή που φυγαδεύτηκαν τα οστά του από εκεί, ενώ βάρυναν ήδη πάνω τους περισσότερα από επτάμιση εκατοντάδες χρόνια.
Ή κατάσταση ορισμένων οστών έδειξε ακόμη ότι το άτομο στο όποιο άνηκαν πρέπει να είχε υποφέρει πολύ κάτω από ιδιαίτερα δυσμενείς συνθήκες διαβίωσης, που του άφησαν τα σημάδια τους σ’ όλη την υπόλοιπη ζωή του. Ή αγκυλωτική σπονδυλαρθρίτιδα και η διάχυτη ενδοκρανιακή υπερόστωση, που επισημάνθηκαν στα ανάλογα οστά, πρέπει να κληροδοτήθηκαν στον Άγιο από κάποια υγρή φυλακή, όπου θα πέρασε αρκετά χρόνια της ζωής του και μάλιστα σε προχωρημένη ηλικία, γεγονός που μαρτυριέται και από τα σχετικά αγιολογικά κείμενα. Άλλωστε ή θέση στην οποία καταλήγει, γενικά, ο Καθηγητής Martino είναι ότι τα αποτελέσματα της επιστημονικής άνατομο-ανθρωπολογικής μελέτης των λειψάνων, που βρίσκονται στη λάρνακα της Βασιλικής του Αγ. Νικολάου στο Bari, όταν αυτή ανοίχτηκε τη νύκτα της 5ης προς την 6η Μαΐου του 1953 και ξανατοποθετήθηκαν σ’ αυτή το πρωί της 8ης Μαΐου του 1957, όχι μόνο δεν συγκρούονται πουθενά με τη γνωστή Ιστορία του Αγ. Νικολάου, Επισκόπου των Μύρων, αλλά και βρίσκονται σε αρμονικότατη συμφωνία μαζί της.


Η ανάπλαση της φυσιογνωμίας του Αγίου

Ό καθηγητής Martino θέλησε να προχωρήσει ακόμη περισσότερο: αναζήτησε την αυθεντική μορφή του προσώπου του Αγίου πάνω στα οστικά υπολείμματα της κάρας που είχε μπροστά του.
Ή πιο παλιά εικόνα του Αγίου Νικολάου, την οποία γνώριζε, ήταν μία τοιχογραφία του στη S. Maria Antiqua της Ρώμης, που ανάγεται στον Η΄ ή κατ’ άλλους στον Θ΄ αιώνα. Πόσο όμως μπορούσε να είναι κοντά στα πραγματικά χαρακτηριστικά του Αγίου αυτή ή εικόνα, που τη χώριζαν τέσσερις αιώνες, τουλάχιστο από το ζωντανό πρότυπο της ή και όποια άλλη όμοια ή διαφορετική απεικόνιση του;
Ή πρόκληση ήταν μεγάλη, για να μπορέσει να την αποφύγει. Έτσι καταπιάστηκε να αναπλάσει την αυθεντική μορφή του Αγίου Νικολάου αξιοποιώντας με τις ειδικές γνώσεις του τα στοιχεία που είχε στα χέρια του. Πήρε φωτογραφικές απόψεις της κάρας του Αγίου, τις τοποθέτησε κάτω από διαφανή χάρτη και αποτύπωσε πάνω του ιχνογραφικά και με τις απαιτούμενες αναλογίες τα στοιχεία, που ταίριαζαν σ’ αυτή και της έλειπαν.
Τα αποτελέσματα ήταν εντυπωσιακά! Τα τρία ίχνο-γραφήματα που σχεδίασε, από διαφορετική έποψη, βρέθηκαν να μοιάζουν μεταξύ τους καταπληκτικά! Την ομοιότητα αυτή απέδωσε ό Καθηγητής Martino στο ότι και τα τρία επαναλάμβαναν τις αυτές αναλογίες του προσώπου, τις όποιες προφανώς είχε διατηρήσει αναλλοίωτες ή σκελετική επιφάνεια πάνω στην οποία βασίστηκε, για να αναπαραστήσει τη μορφή του Αγίου. Δεν αποκλείει, βέβαια, την πιθανότητα να μη συνέλαβαν τα ιχνογραφήματα αυτά κάτι από την έκφραση του προσώπου, το όποιο θα συνδεόταν αποκλειστικά με ότι έλειπε εξωτερικά από την κάρα· θεωρεί όμως ότι η εικόνα του προσώπου, την οποία κατόρθωσε να σχηματίσει, δεν πρέπει να διέφερε πολύ, τουλάχιστον κατά τις ουσιώδεις αναλογίες της, από την πραγματική.
Η αναπλασμένη με αυτό τον τρόπο μορφή, σημειώνει ό καθηγητής Martino, δείχνει ένα πρόσωπο ασκητικό, ευγενικό, με αρμονικές αναλογίες, με υψηλό και πλατύ φωτεινό μέτωπο, με μεγάλα μάτια, ελαφρά βαθουλωτά, γλυκά και μαζί αυστηρά, μάτια ανθρώπου σκεπτικού και βασανισμένου. Ένα πρόσωπο με ζυγωματικά κάπως έντονα, που προβάλλουν πάνω από παρειές που μόλις βαθουλώνουν, με μύτη που δεν είναι ούτε λεπτή, ούτε πλατιά, με ένα σκάψιμο στη βάση της και μια ελαφριά απόκλιση προς τα δεξιά στην πάνω μοίρα της ράχης της, με στόμα κάπως πλατύ, με δόντια λίγο πλατιά και προεξέχοντα, με σαγόνι μάλλον να προβάλλει ανάμεσα από την ελαφριά κεντρική χωρίστρα του πώγωνα, γναθικές γωνίες λίγο πλατιές, κεφάλι μέσου μεγέθους, υποδόλιχο και με καλοστρογγυλεμένο ινίο.
Η σύγκριση των ανθρωπομορφικών χαρακτηριστικών, που έβγαιναν από τη σκελετική ανασύνθεση των μελετώμενων λειψάνων, προς τις παλαιότερες εικονογραφικές αναπαραστάσεις της φυσικής εμφάνισης του Αγίου Νικολάου έπεισε τον Καθηγητή Martino ότι δε θα πρέπει να είχε χαθεί, τουλάχιστο από την προφορική παράδοση, ή ανάμνηση της όψης του κατά τους αιώνες που ακολούθησαν την κοίμηση του, ώσπου να αποτυπωθούν οριστικά τα χαρακτηριστικά του στις πρώτες εικόνες του.

Μία ιδιαίτερη παρατήρηση

Παρατηρώντας Καθηγητής Martino τις παλιές ζωγραφικές απεικονίσεις του Αγ. Νικολάου, σταμάτησε σε μία, που τη θεώρησε ότι πλησιάζει περισσότερο από κάθε άλλη στα ανθρωπομετρικά στοιχεία των λειψάνων που είχε εξετάσει. Ήταν μια παράσταση σε μωσαϊκό (του ΙΒ΄ αιώνα.) που βρίσκεται στο Παρεκκλήσιο του Άγ. Ισιδώρου της Βασιλικής του Άγ. Μάρκου Βενετίας και δείχνει ολόσωμα, ψηλά στο τυφλό αψίδωμα της απέναντι από το ιερό πλευράς, την Παναγία Βρεφοκρατούσα στο μέσο, δεξιά της τον Πρόδρομο και αριστερά της τον Άγιο Νικόλαο. Για την απεικόνιση αυτή του Αγίου έχει λεχθεί ότι η έκφραση του προσώπου, ή κοσμιότητα της αμφίεσης, ή λεπτή εμφάνιση και το ευλαβικό σχήμα, δεν μπορούν να είναι γέννημα της επιθυμίας του καλλιτέχνη. Την ίδια γνώμη εκφράζει και ο καθηγητής Martino, o όποιος πιστεύει ότι το χέρι του καλλιτέχνη δεν το οδήγησε ή φαντασία του αλλά μια κάποια γνώση της φυσικής εμφάνισης του Αγίου, ώστε να την παρουσιάσει με τέτοιο τρόπο στην εικόνα του, που να ταιριάζει ιδιαίτερα με τα φυσικά χαρακτηριστικά που αποκάλυψε ή μελέτη των λειψάνων του.
Ό καθηγητής Martino έκαμε και κάτι άλλο ακόμη. Βρήκε ένα άτομο του οποίου τα σωματικά χαρακτηριστικά πλησίαζαν ιδιαίτερα σ' εκείνα που έδειχναν τα λείψανα, τα όποια είχε εξετάσει. Στο άτομο αυτό (που το ονομάζει: δείγμα) θεωρεί επίσης ότι πλησιάζει περισσότερο από κάθε άλλη η απεικόνιση του Αγίου Νικολάου στο μωσαϊκό του Παρεκκλησίου που προαναφέραμε. Φωτογραφία του, ανάμεσα σ’ ένα ιδεατά και με βάση τα μελετηθέντα λείψανα αναδομημένο σκελετό και σε μία ιχνογραφική αναπαράσταση του Αγ. Νικολάου, δημοσιεύει ό Καθηγητής στην αυτοτελή έκδοση της σχετικής μελέτης θέλοντας να μας δώσει κατά κάποιο πλαστικό τρόπο, το σωματικό σύνολο του ατόμου του οποίου τα λείψανα είχε μελετήσει.

Η πρόταση μας

Με όλα αυτά τα δεδομένα, νομίζομε πώς θα είχε ενδιαφέρον ή εξακολούθηση της ερευνάς στο πεδίο της αναζήτησης της αυθεντικής μορφής του Αγ. Νικολάου και μάλιστα στο χώρο της Ορθόδοξης Ανατολής, από τους ιστορικούς της χριστιανικής Τέχνης και τους θεράποντες της Χριστιανικής Αρχαιολογίας. Ότι υπάρχουν περιθώρια για την ενασχόληση με το θέμα, πέρα από την παρατήρηση του Καθηγητή Martino για το μωσαϊκό του παρεκκλησίου του Αγ. Ισιδώρου, φαίνεται και από το συμπέρασμα, με το όποιο κατακλείει ο Καθηγητής στο Θεολογικό Οικουμενικό Ινστιτούτο του Bari π. Γεράρδος Cioffari την εισήγηση του για την παλαιά εικονογραφία του Άγ. Νικολάου σε σχέση με την Ζ΄ Οικουμενική Σύνοδο, στό Γ΄ Διεκκλησιαστικό Ιστορικό Συνέδριο του Bari (11/13 Μαΐου 1987). Ό έγκριτος αυτός ερευνητής της Ιστορίας του Άγ. Νικολάου και της βαρηνής Βασιλικής του δεν δίστασε να δηλώσει ότι καμιά εικόνα του Αγίου, από όσες έφθασαν ως εμάς, δεν μπορεί να μας δώσει μια αυθεντική Ιδέα για το πώς ήταν στην πραγματικότητα ό Άγιος Νικόλαος. Βέβαια δεν κάνει καμία αναφορά στις θέσεις του Καθηγητή Martino και ιδιαίτερα στην παρατήρηση του για το μωσαϊκό που προαναφέραμε, μολονότι, λίγο-πολύ, όλα αυτά ήταν γνωστά από το 1957 και η λεπτομερειακή έκθεση για τη σχετική ερευνά του είχε δημοσιευθεί πριν από την έκδοση των Πρακτικών του Συμποσίου, στο όποιο ό π. Cioffari ανακοίνωσε τα δικά του συμπεράσματα. Η παράλειψη οφείλεται προφανώς στο ότι ό εισηγητής περιόρισε την ερευνά του ως τον Γ΄ αιώνα, με αποτέλεσμα να μείνει έξω από τα ενδιαφέροντα του ή περίπτωση του μωσαϊκού της Βενετίας. Πάντως, όπως και αν είναι, νομίζομε πώς το ζήτημα μπορεί να θεωρείται ακόμη ανοικτό, περιμένοντας και άλλες απαντήσεις από τους ειδικούς, για την πληρέστερη διαφώτιση του. Είναι μία πρόκληση, στην οποία τα δημοσιεύματα του Καθηγητή L. Martino δίνουν ιδιαίτερη οξύτητα. H προβολή τους εδώ έχει σκοπό την ευρύτερη ενημέρωση του ελληνόφωνου κοινού, που δε θα είχε αλλιώς τη δυνατότητα ή την ευκαιρία να προσεγγίσει το θέμα· πιο πολύ όμως θέλει να παρακινήσει τους ειδικούς επιστήμονες για την ανάλογη αξιολόγηση και αξιοποίηση τους.
Κάτι ανάλογο θα λέγαμε και για τους αγιογράφους μας, τους τωρινούς και τους μελλοντικούς. Θα μπορούσαν να στρέψουν και αυτοί την προσοχή τους στην ανθρωπομετρική μελέτη, στην ανάπλαση της μορφής του Αγίου και σε όποια άλλα στοιχεία τους ενδιαφέρουν, από όσα προσφέρει o καθηγητής Martino, να τα συνεκτιμήσουν στα πλαίσια της παράδοσης και της τεχνοτροπίας που ακολουθούν και να τα αξιοποιήσουν κατάλληλα. Από τη στροφή της προσοχής τους στα στοιχεία αυτά και την ενδεχόμενη υιοθέτηση τους στην τέχνη τους, θα μπορούσε ενδεχομένως να σημειωθεί ένας σταθμός στην εικονογραφική αναπαράσταση του Αγίου Επισκόπου των Μύρων Νικολάου του Θαυματουργού.
Πηγή: Κατακόμβη, Εξαμηνιαία έκδοση Μητροπολιτικού –Καθεδρικού Ι.Ν. Αγ. Νικολάου Βόλου, Αφιέρωμα στον Άγιο Νικόλαο, Ανάπλαση της μορφής του Αγ. Νικολάου από τον καθηγητή της ανατομίας στο πανεπιστήμιο του Bari, Luigi Martino, Φωτίου Νικητοπούλου,, Θεολόγου, Δεκέμβριος 1998, σσ. 38 - 52







Ἀπολυτίκιον 
Ἦχος δ’.
Κανόνα πίστεως καὶ εἰκόνα πραότητος, ἐγκρατείας Διδάσκαλον, ἀνέδειξέ σε τῇ ποίμνῃ σου, ἡ τῶν πραγμάτων ἀλήθεια· διὰ τοῦτο ἐκτήσω τῇ ταπεινώσει τὰ ὑψηλά, τῇ πτωχείᾳ τὰ πλούσια. Πάτερ Ἱεράρχα Νικόλαε, πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

 

Κάθισμα
Ἦχος πλ. δ’. Τὴν Σοφίαν καὶ Λόγον.
Ποταμὸν ἰαμάτων ὑπερχειλῆ, καὶ πηγήν σε θαυμάτων ἀνελλιπῆ, ἔδειξε Νικόλαε, τοῦ ἐλέους ἡ ἄβυσσος· οἱ γὰρ βαρείαις νόσοις, πικρῶς πιεζόμενοι, καὶ συμφοραῖς τοῦ βίου, δεινῶς ἐταζόμενοι, πάσης ἀθυμίας, ἀκεσώδυνον ὄντως, εὑρίσκουσι φάρμακον, τὴν θερμήν σου ἀντίληψιν· διὰ τοῦτο βοῶμέν σοι· Πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, τῶν πταισμάτων ἄφεσιν δωρήσασθαι, τοῖς ἑορτάζουσι πόθῳ, τὴν ἁγίαν μνήμην σου.

 

Κοντάκιον
Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Ἐν τοῖς Μύροις Ἅγιε, ἱερουργὸς ἀνεδείχθης· τοῦ Χριστοῦ γὰρ Ὅσιε, τὸ Εὐαγγέλιον πληρώσας, ἔθηκας τὴν ψυχήν σου ὑπὲρ λαοῦ σου, ἔσωσας τοὺς ἀθώους ἐκ τοῦ θανάτου· διὰ τοῦτο ἡγιάσθης, ὡς μέγας μύστης Θεοῦ τῆς χάριτος.


 

Ὁ Οἶκος

Ἀνυμνήσωμεν νῦν τὸν Ἱεράρχην ᾄσμασι, τὸν ἐν Μύροις λαοὶ ποιμένα καὶ διδάσκαλον, ἵνα ταῖς πρεσβείαις αὐτοῦ ἐλλαμφθῶμεν· ἰδοὺ γὰρ ὤφθη ὅλος καθάρσιος, ἀκήρατος πνεύματι, Χριστῷ προσάγων θυσίαν ἄμωμον, τὴν εἰλικρινῆ καὶ Θεῷ εὐπρόσδεκτον, ὡς ἱερεὺς κεκαθαρμένος τῇ ψυχῇ καὶ τῇ σαρκί· ὅθεν ὑπάρχει ἀληθῶς, τῆς Ἐκκλησίας προστάτης, καὶ ὑπέρμαχος ταύτης, ὡς μέγας μύστης Θεοῦ τῆς χάριτος.





ΑΠΟ ΤΟ ΡΩΣΙΚΟ ΣΥΝΑΞΑΡΙ

(μετάφραση Google)

Άγιου Δημήτριου Ροστόφ
Βίοι τών αγίων



Ο βίος του Αγίου Νικολάου του Θαυματουργού, Αρχιεπισκόπου Μύρων

Εορτάζεται στις 6 Δεκεμβρίου

Ο Άγιος Νικόλαος του Χριστού, ο μεγάλος θαυματουργός, γρήγορος βοηθός και καταξιωμένος μεσίτης ενώπιον του Θεού, ανατράφηκε στη γη της Λυκίας. Γεννήθηκε στην πόλη Πάταρα το 8175. Οι γονείς του, Θεοφάνης και Νόννα, ήταν ευσεβείς, ευγενείς και πλούσιοι. Αυτό το ευλογημένο ζευγάρι, για τη θεάρεστη ζωή τους, τις πολλές ελεημοσύνες και τις μεγάλες αρετές τους, θεωρήθηκε άξιο να παράγει ένα άγιο κλαδί και «δέντρο φυτεμένο κοντά σε ρυάκια νερού, που κάνει τον καρπό του στην εποχή του» ( Ψαλμός 1:3 ).

Όταν γεννήθηκε αυτός ο ευλογημένος νέος, του δόθηκε το όνομα Νικόλαος, που σημαίνει κατακτητής των εθνών. Και με την ευλογία του Θεού, αποδείχθηκε πραγματικά κατακτητής του κακού, για το καλό ολόκληρου του κόσμου. Μετά τη γέννησή του, η μητέρα του Νόννα ελευθερώθηκε αμέσως από την ασθένειά της και από τότε μέχρι τον θάνατό της παρέμεινε στείρα. Με αυτό, η ίδια η φύση φαινόταν να μαρτυρά ότι αυτή η γυναίκα δεν μπορούσε να έχει άλλο γιο σαν τον Άγιο Νικόλαο: μόνο αυτός ήταν προορισμένος να είναι ο πρώτος και ο τελευταίος. Αγιασμένος από τη θεία χάρη ήδη από την κοιλιά της μητέρας του, αποδείχθηκε ευσεβής λάτρης του Θεού πριν καν δει το φως της ημέρας, άρχισε να κάνει θαύματα πριν αρχίσει να θηλάζει και νηστεύτηκε πριν συνηθίσει το φαγητό. Μετά τη γέννησή του, ακόμη και στην κολυμβήθρα, στάθηκε στα πόδια του για τρεις ώρες, χωρίς υποστήριξη, τιμώντας έτσι την Υπεραγία Τριάδα, της οποίας ο μέγας υπηρέτης και μεσίτης ήταν προορισμένος να είναι. Κάποιος μπορούσε να αναγνωρίσει τον μελλοντικό θαυματουργό σε αυτόν ακόμη και από τον τρόπο που αγκάλιαζε το στήθος της μητέρας του. Διότι θήλαζε μόνο από το δεξί στήθος, σηματοδοτώντας έτσι το μέλλον του να στέκεται στα δεξιά του Κυρίου δίπλα στους δίκαιους. Επέδειξε την αξιοσημείωτη νηστεία του τρώγοντας από το γάλα της μητέρας του μόνο μία φορά τις Τετάρτες και τις Παρασκευές, και μόνο το βράδυ, αφού οι γονείς του είχαν ολοκληρώσει τις συνήθεις προσευχές. Οι γονείς του εξεπλάγησαν πολύ από αυτό και προέβλεψαν πόσο αυστηρός νηστής θα γινόταν ο γιος τους σε όλη του τη ζωή. Συνηθισμένος σε τέτοια εγκράτεια από τη βρεφική ηλικία, ο Άγιος Νικόλαος πέρασε όλη του τη ζωή, μέχρι τον θάνατό του, τηρώντας αυστηρή νηστεία τις Τετάρτες και τις Παρασκευές. Καθώς ωρίμαζε, ο νέος ωρίμαζε και στη κατανόηση, τελειοποιώντας τις αρετές που του δίδαξαν οι ευσεβείς γονείς του. Και ήταν σαν ένα καρποφόρο χωράφι, δεχόμενος και καλλιεργώντας τον καλό σπόρο της διδασκαλίας και φέρνοντας νέους καρπούς καλής συμπεριφοράς κάθε μέρα. Όταν ήρθε η ώρα να μελετήσει τις Θείες Γραφές, ο Άγιος Νικόλαος, με τη δύναμη και την οξύτητα του νου του και τη βοήθεια του Αγίου Πνεύματος, γρήγορα κατάλαβε πολλή σοφία και διέπρεψε στη βιβλιογραφία, όπως αρμόζει σε έναν καλό πηδαλιούχο του πλοίου του Χριστού και σε έναν επιδέξιο ποιμένα λογικών προβάτων. Έχοντας φτάσει στην τελειότητα στην ομιλία και τη διδασκαλία, έδειξε τον εαυτό του τέλειο στη ζωή του. Απέφευγε τους μάταιους φίλους και τις άσκοπες συζητήσεις, απέφευγε τις συζητήσεις με τις γυναίκες και ούτε καν τις κοίταζε. Ο Άγιος Νικόλαος διατήρησε την αληθινή αγνότητα, πάντα στοχαζόμενος τον Κύριο με καθαρό νου και προσκυνώντας με επιμέλεια τον ναό του Θεού, ακολουθώντας τον Ψαλμωδό που λέει: Ψαλμός 83 : «Προτιμώ να είμαι στο κατώφλι του οίκου του Θεού » .

Στον ναό του Θεού, περνούσε ολόκληρες μέρες και νύχτες σε θεόπνευστη προσευχή και ανάγνωση θείων βιβλίων, μαθαίνοντας πνευματική σοφία, πλουτίζοντας τον εαυτό του με τη θεία χάρη του Αγίου Πνεύματος και δημιουργώντας μέσα του μια άξια κατοικία για Αυτόν, σύμφωνα με τα λόγια της Γραφής: «Σεις είσθε ναός του Θεού, και το Πνεύμα του Θεού κατοικεί εν υμίν» ( Α΄ Κορινθίους 3:16 ).

Το Πνεύμα του Θεού κατοικούσε αληθινά μέσα σε αυτόν τον ενάρετο και αγνό νέο, και καθώς υπηρετούσε τον Κύριο, ήταν φλογερός στο πνεύμα. Καμία από τις συνήθειες που χαρακτηρίζουν τη νεότητα δεν ήταν αισθητή σε αυτόν: στη διάθεσή του, ήταν σαν γέρος, γι' αυτό όλοι τον σέβονταν και τον θαύμαζαν. Ένας γέρος που επιδεικνύει νεανικό πάθος είναι περίγελος για όλους. Αντίθετα, αν ένας νέος έχει τη διάθεση ενός γέρου, τον σέβονται με θαυμασμό όλοι. Η νεότητα είναι άτοπη στα γηρατειά, αλλά τα γηρατειά είναι άξια σεβασμού και όμορφα στη νεότητα.

Ο Άγιος Νικόλαος είχε έναν θείο, τον Επίσκοπο Πατάρων, ο οποίος είχε το ίδιο όνομα με τον ανιψιό του και ονομάστηκε Νικόλαος προς τιμήν του. Αυτός ο επίσκοπος, βλέποντας ότι ο ανιψιός του άκμαζε στην ενάρετη ζωή και απομακρυνόταν από τον κόσμο με κάθε τρόπο, συμβούλεψε τους γονείς του να δώσουν τον γιο τους στην υπηρεσία του Θεού. Αυτοί ακολούθησαν αυτή τη συμβουλή και αφιέρωσαν το παιδί τους στον Κύριο, τον οποίο οι ίδιοι είχαν λάβει από Αυτόν ως δώρο. Γιατί αρχαία βιβλία λένε γι' αυτούς: ήταν στείρες και δεν ήλπιζαν πλέον να αποκτήσουν παιδιά, αλλά με πολλές προσευχές, δάκρυα και ελεημοσύνες παρακάλεσαν τον Θεό για έναν γιο, και τώρα δεν δίστασαν να τον προσφέρουν ως δώρο σε Εκείνον που του έδωσε. Ο επίσκοπος, αφού δέχτηκε αυτόν τον νεαρό πρεσβύτερο, ο οποίος είχε «τα γκρίζα μαλλιά της σοφίας και την ηλικία των γηρατειών, και μια ζωή αμόλυντο» (βλ. Σοφία 4:9 ), τον ανύψωσε στην ιεροσύνη.

Όταν χειροτόνησε τον Άγιο Νικόλαο ιερέα, με την έμπνευση του Αγίου Πνεύματος, στρεφόμενος προς τον λαό που βρισκόταν στην εκκλησία, είπε προφητικά:

«Βλέπω, αδελφοί, έναν νέο ήλιο να ανατέλλει πάνω από τη γη, φέρνοντας ελεήμονα παρηγοριά σε όσους πενθούν. Μακάριο το ποίμνιο που θα κριθεί άξιο να τον έχει ως ποιμένα του, γιατί θα ποιμάνει καλά τις ψυχές των χαμένων, θα τις θρέψει στο βοσκότοπο της ευσέβειας και θα είναι ελεήμων βοηθός σε θλίψεις και θλίψεις».

Αυτή η προφητεία εκπληρώθηκε στη συνέχεια, όπως θα φανεί από την περαιτέρω αφήγηση.

Αφού δέχθηκε την ιεροσύνη, ο Άγιος Νικόλαος πρόσθεσε κόπο στην εργασία. Παραμένοντας άγρυπνος και μένοντας στην αδιάλειπτη προσευχή και νηστεία, αν και θνητός, αγωνιζόταν να μιμηθεί τους ασώματους. Ζώντας μια τέτοια αγγελική ζωή και ανθίζοντας μέρα με τη μέρα όλο και περισσότερο στην ομορφιά της ψυχής του, ήταν απόλυτα άξιος να κυβερνήσει την Εκκλησία. Εκείνη την εποχή, ο Επίσκοπος Νικόλαος, θέλοντας να ταξιδέψει στην Παλαιστίνη για να προσκυνήσει τους αγίους τόπους, εμπιστεύτηκε τη διακυβέρνηση της Εκκλησίας στον ανιψιό του. Αυτός ο ιερέας του Θεού, ο Άγιος Νικόλαος, παίρνοντας τη θέση του θείου του, φρόντιζε για τις υποθέσεις της Εκκλησίας όπως ακριβώς και ο ίδιος ο επίσκοπος. Εκείνη την εποχή, οι γονείς του έφυγαν για την αιώνια ζωή. Έχοντας κληρονομήσει την περιουσία τους, ο Άγιος Νικόλαος τη μοίρασε στους άπορους. Γιατί δεν έδινε σημασία στον φευγαλέο πλούτο και δεν ενδιαφερόταν για την αύξησή του, αλλά, αφού απαρνήθηκε όλες τις κοσμικές επιθυμίες, με κάθε επιμέλεια αγωνιζόταν να αφιερωθεί στον Ένα Θεό, φωνάζοντας: Ψαλμός 24 - «Σε Σένα, Κύριε, υψώνω την ψυχή μου» . Ψαλμός 142 - «Δίδαξέ με να κάνω το θέλημά Σου, γιατί εσύ είσαι ο Θεός μου» · Ψαλμός 21 - «Σε Σένα εγκαταλείφθηκα από την κοιλιά της μητέρας μου· από την κοιλιά της μητέρας μου εσύ είσαι ο Θεός μου» .

Και το χέρι του απλώθηκε στους άπορους, πάνω στους οποίους έχυσε άφθονη ελεημοσύνη, σαν ποτάμι που ρέει με ρυάκια. Αυτή είναι μία από τις πολλές πράξεις ελέους του.

Στην πόλη Πάταρα ζούσε ένας άνθρωπος, ευγενής και πλούσιος. Έχοντας πέσει σε ακραία φτώχεια, έχασε την προηγούμενη σπουδαιότητά του, γιατί η ζωή σε αυτόν τον αιώνα είναι ασταθής. Αυτός ο άνθρωπος είχε τρεις κόρες, όλες πολύ όμορφες. Όταν έχασε όλα τα απαραίτητα, έτσι ώστε να μην έχει τίποτα να φάει και τίποτα να φορέσει, μέσα στη μεγάλη του φτώχεια, συνέλαβε την ιδέα να παραδώσει τις κόρες του στη μοιχεία και να μετατρέψει το σπίτι του σε οίκο πορνείας, κερδίζοντας έτσι τα προς το ζην και αποκτώντας ρούχα και τροφή για τον εαυτό του και τις κόρες του. Αλίμονο σε ποιες ανάξιες σκέψεις οδηγεί η ακραία φτώχεια! Με αυτή την ακάθαρτη σκέψη κατά νου, αυτός ο άνθρωπος επρόκειτο να πραγματοποιήσει την κακή του πρόθεση. Αλλά ο Παντελεήμων Κύριος, μη θέλοντας να δει τον άνθρωπο στην απώλεια και βοηθώντας μας με αγάπη στα προβλήματά μας, έβαλε μια καλή σκέψη στην ψυχή του δούλου Του, του αγίου ιερέα Νικολάου, και με μυστική έμπνευση τον έστειλε σε έναν άνθρωπο που χάνεται στην ψυχή, για να τον παρηγορήσει στη φτώχεια του και να τον προειδοποιήσει για την αμαρτία. Ο Άγιος Νικόλαος, ακούγοντας για την ακραία φτώχεια του ανθρώπου και μαθαίνοντας για τις κακές του προθέσεις μέσω θείας αποκάλυψης, ένιωσε βαθιά συμπόνια γι' αυτόν και αποφάσισε με το ευεργετικό του χέρι να ελευθερώσει αυτόν και τις κόρες του, σαν από φωτιά, από τη φτώχεια και την αμαρτία. Ωστόσο, δεν ήθελε να δείξει την ευεργεσία του στον άνθρωπο φανερά, αλλά σχεδίαζε να του δώσει γενναιόδωρες ελεημοσύνες κρυφά. Ο Άγιος Νικόλαος ενήργησε με αυτόν τον τρόπο για δύο λόγους. Αφενός, ήθελε να αποφύγει ο ίδιος τη μάταιη ανθρώπινη δόξα, ακολουθώντας τα λόγια του Ευαγγελίου: Ματθαίος 6 : «Πρόσεχε να μην κάνεις την ελεημοσύνη σου μπροστά στους ανθρώπους » .

Από την άλλη πλευρά, δεν ήθελε να προσβάλει έναν άνθρωπο που κάποτε ήταν πλούσιος, αλλά τώρα είχε περιέλθει σε ακραία φτώχεια. Διότι γνώριζε πόσο δύσκολη και προσβλητική είναι η ελεημοσύνη για κάποιον που είχε πέσει από τον πλούτο και τη δόξα στη φτώχεια, καθώς του θυμίζει την προηγούμενη ευημερία του. Γι' αυτό, ο Άγιος Νικόλαος θεώρησε καλύτερο να ενεργεί σύμφωνα με τη διδασκαλία του Χριστού: «Όταν όμως δίνεις ελεημοσύνη, ας μην γνωρίζει η αριστερή σου χειρ τι κάνει η δεξιά σου» ( Ματθαίος 6:6 ).

Απέφευγε τόσο πολύ την ανθρώπινη δόξα που προσπάθησε να κρύψει την ταυτότητά του ακόμη και από τον ευεργέτη. Πήρε ένα μεγάλο σακί με χρυσό, πήγε στο σπίτι του συζύγου τα μεσάνυχτα και, πετώντας το σακί από το παράθυρο, έσπευσε στο σπίτι. Το πρωί, ο σύζυγος σηκώθηκε και, βρίσκοντας το σακί, το έλυσε. Στη θέα του χρυσού, ένιωσε μεγάλη φρίκη και δεν μπορούσε να πιστέψει στα μάτια του, γιατί δεν θα μπορούσε να περιμένει μια τέτοια ευεργεσία. Ωστόσο, ψαχουλεύοντας τα νομίσματα, πείστηκε ότι ήταν πράγματι χρυσάφι. Χαίροντας στο πνεύμα και έκπληκτος γι' αυτό, έκλαψε από χαρά. Σκεφτόταν για πολλή ώρα ποιος θα μπορούσε να του είχε χαρίσει ένα τέτοιο όφελος, αλλά δεν μπορούσε να σκεφτεί τίποτα. Αποδίδοντας αυτό στο έργο της Θείας Πρόνοιας, ευχαρίστησε αδιάκοπα τον ευεργέτη του στην ψυχή του, δοξάζοντας τον Κύριο που φροντίζει για όλους. Μετά από αυτό, πάντρεψε τη μεγαλύτερη κόρη του, δίνοντάς της το θαυματουργά δοθέν χρυσό ως προίκα. Ο Άγιος Νικόλαος, μαθαίνοντας ότι αυτός ο σύζυγος είχε ενεργήσει όπως ήθελε, τον ερωτεύτηκε και αποφάσισε να κάνει την ίδια χάρη στη δεύτερη κόρη του, σκοπεύοντας να την προστατεύσει από την αμαρτία μέσω ενός νόμιμου γάμου. Αφού ετοίμασε έναν άλλο σάκο με χρυσό, ίδιο με τον πρώτο, τον πέταξε κρυφά στο σπίτι του συζύγου της από το ίδιο παράθυρο τη νύχτα. Σηκωμένος το πρωί, ο φτωχός βρήκε ξανά χρυσό. Ξανά έμεινε έκπληκτος και, πέφτοντας στο έδαφος και χύνοντας δάκρυα, είπε:

«Ελεήμων Θεέ, Οικοδόμε της σωτηρίας μας, που με λύτρωσες με το αίμα Σου και τώρα λυτρώνεις το σπίτι μου και τα παιδιά μου από τις παγίδες του εχθρού με χρυσό, δείξε μου τον δούλο του ελέους Σου και της φιλανθρωπίας Σου. Δείξε μου τον επίγειο Άγγελο που μας φυλάει από την καταστροφή της αμαρτίας, για να ξέρω ποιος μας λυτρώνει από τη φτώχεια που μας καταπιέζει και μας ελευθερώνει από κακές σκέψεις και προθέσεις. Κύριε, με το έλεός Σου, που μου δόθηκε κρυφά από το γενναιόδωρο χέρι του άγνωστου δούλου Σου, μπορώ νόμιμα να δώσω τη δεύτερη κόρη μου σε γάμο και έτσι να ξεφύγω από τις παγίδες του διαβόλου, που επιδίωξε να αυξήσει την ήδη μεγάλη καταστροφή μου με άθλια κέρδη».

Αφού προσευχήθηκε έτσι στον Κύριο και ευχαρίστησε για την αγαθότητά Του, ο σύζυγος γιόρτασε τον γάμο της δεύτερης κόρης του. Εμπιστευόμενος στον Θεό, ο πατέρας έτρεφε την ακλόνητη ελπίδα ότι Εκείνος θα παρείχε και έναν νόμιμο σύζυγο για την τρίτη κόρη του, χορηγώντας κρυφά, και πάλι μέσω του ευεργετικού Του χεριού, το χρυσό που χρειαζόταν γι' αυτό. Για να μάθει ποιος του έφερνε το χρυσό και από πού, ο πατέρας έμεινε ξύπνιος όλη τη νύχτα, περιμένοντας τον ευεργέτη του, ανυπόμονος να τον δει. Πέρασε λίγος χρόνος πριν εμφανιστεί ο αναμενόμενος ευεργέτης. Ο Άγιος Νικόλαος, ο άγιος του Χριστού, έφτασε αθόρυβα για τρίτη φορά και, σταματώντας στη συνηθισμένη του θέση, πέταξε ένα παρόμοιο σακί με χρυσό από το ίδιο παράθυρο και αμέσως έσπευσε στο σπίτι του. Ακούγοντας το κουδούνισμα του χρυσού που πετάχτηκε από το παράθυρο, ο σύζυγος έτρεξε όσο πιο γρήγορα μπορούσε πίσω από τον άγιο του Θεού. Αφού τον πρόλαβε και τον αναγνώρισε, επειδή ήταν αδύνατο να μην γνωρίσει τον άγιο από την αρετή και την ευγενή του καταγωγή, αυτός ο άνθρωπος έπεσε στα πόδια του, φιλώντας τα και αποκαλώντας τον άγιο ελευθερωτή, βοηθό και σωτήρα των ψυχών που είχαν περιέλθει σε ακραία καταστροφή.

«Αν», είπε, «ο Κύριος, ο Μέγας σε Έλεος, δεν με είχε αποκαταστήσει μέσω της γενναιοδωρίας Σου, εγώ, ένας άθλιος πατέρας, θα είχα χαθεί προ πολλού μαζί με τις κόρες μου στις φωτιές των Σοδόμων. Αλλά τώρα σωθήκαμε από εσένα και ελευθερωθήκαμε από αυτή την τρομερή πτώση».

Και είπε πολλά ακόμη παρόμοια λόγια στον άγιο με δάκρυα στα μάτια. Αφού μόλις τον σήκωσε από το έδαφος, ο άγιος τον έβαλε να ορκιστεί ότι δεν θα έλεγε ποτέ σε κανέναν για όσα του είχαν συμβεί. Αφού του είπε πολλά ακόμη ωφέλιμα πράγματα, ο άγιος τον έστειλε σπίτι του.

Από τις πολλές πράξεις ελέους του αγίου του Θεού, αναφέραμε μόνο μία, ώστε να γίνει γνωστό πόσο ελεήμων ήταν προς τους φτωχούς. Διότι δεν θα είχαμε χρόνο να αναφέρουμε λεπτομερώς πόσο γενναιόδωρος ήταν προς τους άπορους, πόσους πεινασμένους τάισε, πόσους γυμνούς έντυσε και πόσους λύτρωσε από τους πιστωτές.

Μετά από αυτό, ο Άγιος Νικόλαος επιθύμησε να ταξιδέψει στην Παλαιστίνη για να δει και να προσκυνήσει τους ιερούς τόπους όπου ο Κύριος Θεός μας, Ιησούς Χριστός, περπάτησε στα αγνά Του πόδια. Καθώς το πλοίο έπλεε κοντά στην Αίγυπτο και οι ταξιδιώτες δεν ήταν σίγουροι τι τους περίμενε, ο Άγιος Νικόλαος, που ήταν ανάμεσά τους, προέβλεψε μια καταιγίδα που σύντομα θα ξεσπούσε και το ανακοίνωσε στους συντρόφους του, λέγοντάς τους ότι είχε δει τον ίδιο τον διάβολο να μπαίνει στο πλοίο για να τους πνίξει όλους στα βάθη της θάλασσας. Εκείνη την ώρα, ο ουρανός ξαφνικά καλύφθηκε με σύννεφα και μια σφοδρή καταιγίδα σήκωσε ένα τρομερό κύμα στη θάλασσα. Οι ταξιδιώτες γέμισαν με μεγάλο τρόμο και, απελπισμένοι για τη σωτηρία τους και περιμένοντας θάνατο, προσευχήθηκαν στον Άγιο Νικόλαο να τους βοηθήσει, χάνοντας στα βάθη της θάλασσας.

«Αν εσύ, δούλε του Θεού», είπαν, «δεν μας βοηθήσεις με τις προσευχές σου προς τον Κύριο, τότε θα χαθούμε αμέσως».

Αφού τους έδωσε εντολή να έχουν καλό θάρρος, να εναποθέτουν την ελπίδα τους στον Θεό και να περιμένουν γρήγορη απελευθέρωση χωρίς καμία αμφιβολία, ο άγιος άρχισε να προσεύχεται θερμά στον Κύριο. Αμέσως η θάλασσα ηρέμησε, έπεσε μεγάλη γαλήνη και η λύπη όλων μετατράπηκε σε χαρά.

Οι χαρούμενοι ταξιδιώτες ευχαρίστησαν τον Θεό και τον άγιο Του, τον Άγιο Νικόλαο, και έμειναν διπλά έκπληκτοι - τόσο από την πρόβλεψή του για την καταιγίδα όσο και από το τέλος της θλίψης τους. Στη συνέχεια, ένας από τους ναυτικούς χρειάστηκε να ανέβει στην κορυφή του καταρτιού. Κατά την κατάβαση, έχασε τα πατήματά του και έπεσε από την κορυφή του πλοίου στη μέση, υποκύπτοντας στον θάνατο και ξαπλώνοντας άψυχος. Ο Άγιος Νικόλαος, έτοιμος να βοηθήσει πριν χρειαστεί, τον ανέστησε αμέσως με την προσευχή του, και αυτός σηκώθηκε, σαν να ξύπνησε από τον ύπνο. Μετά από αυτό, αφού άνοιξαν όλα τα πανιά, οι ταξιδιώτες συνέχισαν το ασφαλές ταξίδι τους, με ευνοϊκό άνεμο, και προσγειώθηκαν ειρηνικά στις ακτές της Αλεξάνδρειας. Αφού θεραπεύσαν πολλούς αρρώστους και δαιμονισμένους και παρηγόρησαν τους θλιμμένους, ο Άγιος Νικόλαος, ο άγιος του Θεού, ξεκίνησε για άλλη μια φορά το προγραμματισμένο του ταξίδι προς την Παλαιστίνη.

Αφού έφτασε στην αγία πόλη της Ιερουσαλήμ, ο Άγιος Νικόλαος έφτασε στον Γολγοθά, όπου ο Χριστός ο Θεός μας, απλώνοντας τα αγνά Του χέρια πάνω στον σταυρό, εργάστηκε τη σωτηρία για το ανθρώπινο γένος. Εδώ, ο άγιος του Θεού εξέχυσε θερμές προσευχές από μια καρδιά που έκαιγε από αγάπη, προσφέροντας ευχαριστία στον Σωτήρα μας. Επισκέφθηκε όλους τους ιερούς τόπους, λατρεύοντάς τους με θέρμη παντού. Και όταν τη νύχτα ήθελε να εισέλθει στην αγία εκκλησία 8176 για να προσευχηθεί, οι κλειστές πόρτες της εκκλησίας άνοιξαν μόνες τους, επιτρέποντας την ανεμπόδιστη είσοδο σε αυτόν για τον οποίο είχαν ανοιχτεί οι πύλες του ουρανού. Αφού παρέμεινε στην Ιερουσαλήμ για αρκετό καιρό, ο Άγιος Νικόλαος σκόπευε να υποχωρήσει στην έρημο, αλλά σταμάτησε μια θεϊκή φωνή από ψηλά, που τον προέτρεπε να επιστρέψει στην πατρίδα του. Ο Κύριος Θεός, που κανονίζει τα πάντα για το καλό μας, δεν καταδέχτηκε να παραμείνει κρυμμένος στην έρημο ο λύχνος, ο οποίος με το θέλημα του Θεού προοριζόταν να φωτίζει τη μητρόπολη της Λυκίας. Φτάνοντας σε ένα πλοίο, ο άγιος του Θεού έκανε διευθετήσεις με τους ναυτικούς για να τον μεταφέρουν στην πατρίδα του. Αλλά αυτοί συνωμότησαν να τον εξαπατήσουν και οδήγησαν το πλοίο τους όχι στη Λυκία, αλλά σε μια άλλη γη. Καθώς απέπλευσαν από το λιμάνι, ο Άγιος Νικόλαος, παρατηρώντας ότι το πλοίο έπλεε σε διαφορετική διαδρομή, έπεσε στα πόδια των ναυτών, παρακαλώντας τους να το οδηγήσουν στη Λυκία. Αλλά αυτοί δεν έδωσαν προσοχή στις παρακλήσεις του και συνέχισαν την προβλεπόμενη διαδρομή τους: αγνοώντας ότι ο Θεός δεν θα εγκατέλειπε τον άγιό Του. Ξαφνικά, ξέσπασε μια καταιγίδα, έστρεψε το πλοίο προς την αντίθετη κατεύθυνση και το μετέφερε γρήγορα προς τη Λυκία, απειλώντας τους ασεβείς ναυτικούς με ολοκληρωτική καταστροφή. Έτσι, μεταφερμένος από θεϊκή δύναμη πάνω από τη θάλασσα, ο Άγιος Νικόλαος έφτασε τελικά στην πατρίδα του. Με την πραότητά του, δεν έκανε κακό στους ασεβείς εχθρούς του. Όχι μόνο δεν θύμωσε ούτε τους επέπληξε με ούτε μια λέξη, αλλά τους έστειλε πίσω στη γη του με μια ευλογία. Ο ίδιος έφτασε στο μοναστήρι που ίδρυσε ο θείος του, ο επίσκοπος Πατάρων, και το ονόμασε Αγία Σιών, και εδώ αποδείχθηκε ευπρόσδεκτος φιλοξενούμενος για όλους τους αδελφούς. Αφού τον δέχτηκαν με μεγάλη αγάπη, ως άγγελο Θεού, χάρηκαν με τον θεόπνευστο λόγο του και, μιμούμενοι τα καλά ήθη με τα οποία ο Θεός στόλιζε τον πιστό δούλο Του, οικοδομήθηκαν από την αγγελική του ζωή. Έχοντας βρει σε αυτό το μοναστήρι μια ζωή σιωπής και ένα ήσυχο καταφύγιο για περισυλλογή, ο Άγιος Νικόλαος ήλπιζε να περάσει το υπόλοιπο της ζωής του εκεί χωρίς να φύγει. Αλλά ο Θεός του έδειξε έναν διαφορετικό δρόμο, γιατί δεν ήθελε ένας τόσο πλούσιος θησαυρός αρετών, με τους οποίους θα εμπλουτιζόταν ο κόσμος, να παραμείνει κλειδωμένος σε ένα μοναστήρι, σαν ένας θησαυρός θαμμένος στη γη, αλλά μάλλον να είναι ανοιχτός σε όλους, και μέσω αυτού να γίνει μια πνευματική αγορά, κερδίζοντας πολλές ψυχές. Και έτσι μια μέρα, ενώ στεκόταν στην προσευχή, ο άγιος άκουσε μια φωνή από ψηλά:

«Νικολάι, αν θέλεις να σου απονεμηθεί ένα στέμμα από Εμένα, πήγαινε και αγωνίσου για το καλό του κόσμου».

Ακούγοντας αυτό, ο Άγιος Νικόλαος τρομοκρατήθηκε και άρχισε να συλλογίζεται τι επιθυμούσε και απαιτούσε από αυτόν αυτή η φωνή. Και άκουσε ξανά:

- Νικόλαε, δεν είναι αυτός ο αγρός όπου πρέπει να φέρεις τον καρπό που περιμένω· αλλά στράφηκε και πήγαινε στον κόσμο, και ας δοξαστεί το όνομά μου σε σένα.

Τότε ο Άγιος Νικόλαος συνειδητοποίησε ότι ο Κύριος απαιτούσε να αφήσει το κατόρθωμα της σιωπής και να πάει να υπηρετήσει τους ανθρώπους για τη σωτηρία τους.

Άρχισε να σκέφτεται πού έπρεπε να πάει: στην πατρίδα του, την πόλη Πάταρα, ή σε άλλο μέρος. Αποφεύγοντας και φοβούμενος τη μάταιη φήμη μεταξύ των συμπολιτών του, σχεδίαζε να αποσυρθεί σε μια άλλη πόλη όπου κανείς δεν θα τον γνώριζε. Στην ίδια αυτή Λυκιακή γη βρισκόταν η φημισμένη πόλη Μύρα, παλαιότερα μητρόπολη όλης της Λυκίας . Ο Άγιος Νικόλαος, καθοδηγούμενος από τη Θεία Πρόνοια, ήρθε σε αυτήν την πόλη. Εδώ ήταν άγνωστος σε κανέναν και έζησε σε αυτήν την πόλη σαν ζητιάνος, μη έχοντας πού να ακουμπήσει το κεφάλι του. Μόνο στον οίκο του Κυρίου βρήκε καταφύγιο, έχοντας τον Θεό ως μοναδικό του καταφύγιο. Εκείνη την εποχή, ο επίσκοπος αυτής της πόλης, ο Ιωάννης, αρχιεπίσκοπος και προκαθήμενος όλης της Λυκίας, πέθανε. Γι' αυτό, όλοι οι επίσκοποι της Λυκίας συγκεντρώθηκαν στα Μύρα για να εκλέξουν έναν άξιο διάδοχο στον κενό θρόνο. Πολλοί άνδρες, σεβαστοί και συνετοί, προτάθηκαν για να διαδεχθούν τον Ιωάννη. Υπήρξε μεγάλη διαφωνία μεταξύ των εκλεκτόρων, και μερικοί από αυτούς, κινούμενοι από θείο ζήλο, είπαν:

«Η εκλογή ενός επισκόπου σε αυτή την έδρα δεν είναι θέμα ανθρώπινης απόφασης, αλλά θέμα θελήματος Θεού. Πρέπει να προσευχηθούμε ο ίδιος ο Κύριος να αποκαλύψει ποιος είναι άξιος να δεχτεί ένα τέτοιο αξίωμα και να είναι ο ποιμένας ολόκληρης της Λυκίας.»

Αυτή η καλή συμβουλή έτυχε καθολικής αποδοχής και όλοι αφοσιώθηκαν στην ένθερμη προσευχή και νηστεία. Ο Κύριος, που εκπληρώνει τις επιθυμίες όσων Τον φοβούνται, εισακούοντας τις προσευχές των επισκόπων, αποκάλυψε έτσι την καλή Του θέληση στον πρεσβύτερο από αυτούς. Ενώ αυτός ο επίσκοπος στεκόταν στην προσευχή, ένας λαμπερός Άνδρας εμφανίστηκε μπροστά του και τον διέταξε να πάει στις πόρτες της εκκλησίας τη νύχτα και να παρατηρήσει ποιος θα έμπαινε πρώτος.

«Αυτός», είπε, «είναι ο εκλεκτός Μου· δεχτείτε τον με τιμή και χειροτονήστε τον αρχιεπίσκοπο· το όνομα αυτού του ανθρώπου είναι Νικόλαος».

Ο επίσκοπος ανέφερε αυτό το θείο όραμα στους άλλους επισκόπους, και αυτοί, ακούγοντάς το, διπλασίασαν τις προσευχές τους. Ο επίσκοπος που είχε λάβει την αποκάλυψη στάθηκε στο σημείο που του είχε υποδειχθεί στο όραμα και περίμενε την άφιξη του πολυπόθητου άνδρα. Όταν έφτασε η ώρα για την πρωινή λειτουργία, ο Άγιος Νικόλαος, παρακινημένος από το πνεύμα, έφτασε στην εκκλησία πριν από όλους τους άλλους, γιατί ήταν συνήθειά του να σηκώνεται τα μεσάνυχτα για προσευχή και να φτάνει στην πρωινή λειτουργία πριν από όλους τους άλλους. Μόλις μπήκε στον νάρθηκα, ο επίσκοπος που είχε λάβει την αποκάλυψη τον σταμάτησε και του ζήτησε να πει το όνομά του. Ο Άγιος Νικόλαος παρέμεινε σιωπηλός. Ο επίσκοπος του έκανε ξανά την ίδια ερώτηση. Ο άγιος απάντησε πράα και ήσυχα:

«Το όνομά μου είναι Νικολάι, είμαι σκλάβος στο ιερό σου, κύριέ μου.»

Ο ευσεβής επίσκοπος, ακούγοντας μια τόσο σύντομη και ταπεινή ομιλία, αναγνώρισε τόσο από το ίδιο το όνομα - Νικόλαος - που του προείπε σε ένα όραμα, όσο και από την ταπεινή και πράο απάντηση, ότι μπροστά του στεκόταν ο ίδιος ο άνθρωπος που ο Θεός είχε καταδώσει να είναι ο πρώτος ιεράρχης της Εκκλησίας του Κόσμου. Διότι γνώριζε από την Αγία Γραφή ότι ο Κύριος βλέπει τους πράους, τους σιωπηλούς και όσους τρέμουν μπροστά στον λόγο του Θεού. Χάρηκε με μεγάλη χαρά, σαν να είχε λάβει κάποιον κρυφό θησαυρό. Πιάνοντας αμέσως τον Άγιο Νικόλαο από το χέρι, του είπε:

- Ακολούθησέ με, παιδί μου.

Όταν έφερε με τιμή τον άγιο στους επισκόπους, αυτοί γέμισαν θεϊκή γλυκύτητα και, παρηγορημένοι στο πνεύμα ότι είχαν βρει τον άνθρωπο που είχε ορίσει ο ίδιος ο Θεός, τον οδήγησαν στην εκκλησία. Η φήμη αυτού διαδόθηκε παντού, και αμέτρητα πλήθη συνέρρευσαν στην εκκλησία πιο γρήγορα από τα πουλιά. Ο επίσκοπος, τιμημένος με το όραμα, απευθύνθηκε στον λαό και αναφώνησε:

«Δεχτείτε, αδελφοί, τον ποιμένα σας, τον οποίο το ίδιο το Άγιο Πνεύμα έχρισε και στον οποίο εμπιστεύτηκε τη φροντίδα των ψυχών σας. Δεν διορίστηκε από μια εκκλησία ανθρώπων, αλλά από τον ίδιο τον Θεό. Τώρα έχουμε αυτόν που επιθυμούσαμε, και βρήκαμε και λάβαμε αυτόν που αναζητούσαμε. Υπό την καθοδήγηση και την καθοδήγησή Του, δεν θα χάσουμε την ελπίδα να σταθούμε ενώπιον του Θεού την ημέρα της φανέρωσης και της αποκάλυψής Του.»

Όλος ο λαός ευχαριστούσε τον Θεό και χαιρόταν με απερίγραπτη χαρά. Ανίκανος να αντέξει τον ανθρώπινο έπαινο, ο Άγιος Νικόλαος αρνήθηκε για πολύ καιρό να δεχτεί ιερές εντολές. Αλλά υποκύπτοντας στις ένθερμες παρακλήσεις της συνόδου των επισκόπων και ολόκληρου του λαού, ανέβηκε στον επισκοπικό θρόνο παρά τη θέλησή του. Αναγκάστηκε να το κάνει από ένα θεϊκό όραμα που είχε βιώσει πριν από τον θάνατο του Αρχιεπισκόπου Ιωάννη. Ο Άγιος Μεθόδιος, Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, αφηγείται αυτό το όραμα. Μια νύχτα, λέει, ο Άγιος Νικόλαος είδε τον Σωτήρα να στέκεται μπροστά του σε όλη Του τη δόξα, δίνοντάς του ένα Ευαγγέλιο στολισμένο με χρυσό και μαργαριτάρια. Από την άλλη πλευρά, ο Άγιος Νικόλαος είδε την Υπεραγία Θεοτόκο να τοποθετεί το άγιο ωμοφόριο στους ώμους του. Πέρασαν λίγες μέρες μετά από αυτό το όραμα και ο Αρχιεπίσκοπος Μύρων Ιωάννης πέθανε.

Ανακαλώντας αυτό το όραμα και βλέποντας σε αυτό την καθαρή εύνοια του Θεού, και μη θέλοντας να αρνηθεί τις ένθερμες παρακλήσεις της συνόδου, ο Άγιος Νικόλαος δέχτηκε το ποίμνιό του. Η σύνοδος των επισκόπων και όλος ο εκκλησιαστικός κλήρος τον καθαγίασαν και τέλεσαν μια λαμπρή γιορτή, αγαλλιάζοντας για τον θεόδοτο ποιμένα, τον Άγιο Νικόλαο του Χριστού. Έτσι, η Εκκλησία του Θεού δέχτηκε έναν λαμπρό φωτιστή που δεν κρύφτηκε, αλλά εγκαταστάθηκε στην κατάλληλη επισκοπική και ποιμαντική του θέση. Απονεμημένος με αυτό το μεγάλο αξίωμα, ο Άγιος Νικόλαος δίδαξε σωστά τον λόγο της αλήθειας και σοφά δίδαξε το ποίμνιό του στη διδασκαλία της πίστης.

Στην αρχή κιόλας της διακονίας του, ο άγιος του Θεού είπε στον εαυτό του:

- Νικολάι! Ο βαθμός που έχεις αποδεχτεί απαιτεί διαφορετικά έθιμα από εσένα, ώστε να ζεις όχι για τον εαυτό σου, αλλά για τους άλλους.

Επιθυμώντας να διδάξει στο λογικό ποίμνιό του αρετές, δεν έκρυβε πλέον την ενάρετη ζωή του όπως πριν. Γιατί προηγουμένως, είχε περάσει τη ζωή του κρυφά υπηρετώντας τον Θεό, ο οποίος μόνος γνώριζε τα κατορθώματά του. Τώρα, όταν αποδέχτηκε το επισκοπικό αξίωμα, η ζωή του έγινε ανοιχτή σε όλους, όχι από ματαιοδοξία ενώπιον των ανθρώπων, αλλά προς όφελός τους και την αύξηση της δόξας του Θεού, ώστε να εκπληρωθούν τα λόγια του Ευαγγελίου: Ματθαίος 5 : «Ούτω λάμψαι το φως σας ενώπιον των ανθρώπων, ίνα ίδωσιν τα καλά σας έργα και δοξάσωσι τον Πατέρα σας τον εν ουρανοίς » .

Ο Άγιος Νικόλαος, με τις καλές του πράξεις, ήταν σαν καθρέφτης για το ποίμνιό του και, σύμφωνα με τα λόγια του Αποστόλου, Α΄ Τιμ. 4 : «να είσαι παράδειγμα στους πιστούς σε λόγο, σε διαγωγή, σε αγάπη, σε πνεύμα, σε πίστη, σε αγνότητα » .

Ήταν πράος και επιεικής στη διάθεση, ταπεινός στο πνεύμα και απέφευγε κάθε ματαιοδοξία. Τα ρούχα του ήταν απλά, το φαγητό του σαρακοστιανό, από το οποίο έτρωγε πάντα μόνο μία φορά την ημέρα, και μάλιστα το βράδυ. Περνούσε όλη την ημέρα σε εργασίες που άρμοζαν στην τάξη του, ακούγοντας τα αιτήματα και τις ανάγκες όσων έρχονταν σε αυτόν. Οι πόρτες του σπιτιού του ήταν ανοιχτές σε όλους. Ήταν ευγενικός και προσιτός σε όλους: ήταν πατέρας για τα ορφανά, γενναιόδωρος δότης στους φτωχούς, παρηγορητής στους πενθούντες, βοηθός στους καταπιεσμένους και μεγάλος ευεργέτης σε όλους. Για να τον βοηθήσουν στη διακυβέρνηση της εκκλησίας, επέλεξε δύο ενάρετους και συνετούς συμβούλους, και οι δύο χειροτονημένους ιερείς. Αυτοί ήταν άνδρες φημισμένοι σε όλη την Ελλάδα: ο Παύλος της Ρόδου και ο Θεόδωρος της Ασκαλώνας.

Έτσι ο Άγιος Νικόλαος πόμαινε το ποίμνιο των λογικών προβάτων του Χριστού που του είχε εμπιστευτεί. Αλλά το φθονερό και πανούργο φίδι, μη σταματώντας να προκαλεί πόλεμο εναντίον των δούλων του Θεού και ανίκανο να ανεχθεί την άνθηση της ευσέβειας μεταξύ των ανθρώπων, ξεσήκωσε διωγμό κατά της Εκκλησίας του Χριστού μέσω των ασεβών αυτοκρατόρων Διοκλητιανού και Μαξιμιανού . Εκείνη την εποχή, αυτοί οι αυτοκράτορες εξέδωσαν διάταγμα σε όλη την αυτοκρατορία σύμφωνα με το οποίο οι Χριστιανοί απαρνούνταν τον Χριστό και προσκυνούσαν τα είδωλα. Όσοι δεν υπάκουαν σε αυτό το διάταγμα έπρεπε να αναγκαστούν να το κάνουν με φυλάκιση και σκληρά βασανιστήρια, και τελικά, με θάνατο. Αυτή η θύελλα κακίας, μέσω του ζήλου των ζηλωτών του σκότους και της ασέβειας, σύντομα έφτασε στην πόλη των Μύρων. Ο ευλογημένος Νικόλαος, ο ηγέτης όλων των Χριστιανών σε αυτήν την πόλη, κήρυττε ελεύθερα και με τόλμη την ευσέβεια του Χριστού και ήταν πρόθυμος να υποφέρει γι' Αυτόν. Γι' αυτό, συνελήφθη από ασεβείς βασανιστές και φυλακίστηκε μαζί με πολλούς Χριστιανούς. Εδώ παρέμεινε για αρκετό καιρό, υπομένοντας σοβαρά βάσανα, πείνα, δίψα και τον περιορισμό της φυλακής. Θρέφε τους συγκρατούμενούς του με τον λόγο του Θεού και τους έδινε να πιουν τα γλυκά νερά της ευσέβειας. Επιβεβαιώνοντας την πίστη τους στον Χριστό Θεό, ενισχύοντάς τους σε ακλόνητη βάση, τους προέτρεψε να είναι σταθεροί στην ομολογία του Χριστού και να υποφέρουν θερμά για την αλήθεια. Εν τω μεταξύ, η ελευθερία αποκαταστάθηκε στους Χριστιανούς και η ευσέβεια έλαμψε σαν τον ήλιο μετά από σκοτεινά σύννεφα, φέρνοντας μια ήρεμη αναζωογόνηση μετά από μια καταιγίδα. Διότι ο Χριστός, ο Φιλάνθρωπος, έχοντας κοιτάξει την κληρονομιά Του, κατέστρεψε τους ασεβείς, έχοντας εκθρονίσει τον Διοκλητιανό και τον Μαξιμιανό από τον βασιλικό θρόνο και έχοντας καταστρέψει τη δύναμη των ζηλωτών της ελληνικής ασέβειας. Με την αποκάλυψη του Σταυρού Του στον Αυτοκράτορα Μέγα Κωνσταντίνο , στον οποίο ευαρεστήθηκε να εμπιστευτεί τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, « ο Κύριος ο Θεός ανέστησε» για τον λαό Του «κέρας σωτηρίας» ( Λουκάς 1:69).Ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος, έχοντας αναγνωρίσει τον Ένα Θεό και έχοντας εναποθέσει όλες τις ελπίδες του σε Αυτόν, νίκησε όλους τους εχθρούς του με τη δύναμη του Τιμίου Σταυρού και, διατάζοντας την καταστροφή των ειδωλολατρικών ναών και την αποκατάσταση των χριστιανικών εκκλησιών, διέλυσε τις μάταιες ελπίδες των προκατόχων του. Απελευθέρωσε όλους τους φυλακισμένους για τον Χριστό και, τιμώντας τους ως θαρραλέους πολεμιστές με μεγάλο έπαινο, επέστρεψε αυτούς τους ομολογητές του Χριστού, τον καθένα στην πατρίδα του. Εκείνη την εποχή, η πόλη των Μύρων δέχτηκε ξανά τον ποιμένα της, τον μεγάλο επίσκοπο Νικόλαο, ο οποίος είχε τιμηθεί με το στέφανο του μαρτυρίου. Φέροντας θεία χάρη μέσα του, αυτός, όπως και πριν, θεράπευσε τα πάθη και τις ασθένειες των ανθρώπων, όχι μόνο των πιστών αλλά και των απίστων. Λόγω της μεγάλης χάρης του Θεού που κατοικούσε μέσα του, πολλοί τον δόξασαν, τον θαύμασαν και αγαπήθηκαν από όλους. Γιατί έλαμπε με καθαρότητα καρδιάς και ήταν προικισμένος με όλα τα χαρίσματα του Θεού, υπηρετώντας τον Κύριό του με αγιότητα και αλήθεια. Εκείνη την εποχή, παρέμεναν ακόμη πολλοί ελληνικοί ειδωλολατρικοί ναοί, στους οποίους οι ασεβείς έλκονταν από διαβολική υποκίνηση, και πολλοί από τους κοσμικούς κατοίκους βρίσκονταν σε απώλεια. Ο Αρχιερέας του Υψίστου Θεού, εμπνευσμένος από τον ζήλο του Θεού, ταξίδεψε σε όλα αυτά τα μέρη, καταστρέφοντας και μετατρέποντας σε σκόνη τους ειδωλολατρικούς ναούς και καθαρίζοντας το ποίμνιό του από τη βρωμιά του διαβόλου. Έτσι, πολεμώντας τα πνεύματα του κακού, ο Άγιος Νικόλαος έφτασε στον Ναό της Αρτέμιδος , ο οποίος ήταν πολύ μεγάλος και πλούσια διακοσμημένος, παρουσιάζοντας μια ευχάριστη κατοικία για τους δαίμονες. Ο Άγιος Νικόλαος κατέστρεψε αυτόν τον ναό της βρωμιάς, ισοπέδωσε το ψηλό του κτίριο και σκόρπισε τα ίδια τα θεμέλια του ναού, που είχαν θαφτεί, στον αέρα, επιτιθέμενος στους δαίμονες περισσότερο από τον ίδιο τον ναό. Τα πονηρά πνεύματα, ανίκανα να αντέξουν την έλευση του αγίου του Θεού, έβγαλαν πένθιμες κραυγές, αλλά, νικημένα από το προσευχητικό όπλο του αήττητου πολεμιστή του Χριστού, του Αγίου Νικολάου, αναγκάστηκαν να φύγουν από την κατοικία τους.

Ο δίκαιος αυτοκράτορας Κωνσταντίνος, επιθυμώντας να ενισχύσει τη χριστιανική πίστη, διέταξε τη σύγκληση Οικουμενικής Συνόδου στην πόλη της Νίκαιας. Οι άγιοι πατέρες της συνόδου εξήγησαν την ορθή διδασκαλία, καταδίκασαν την αίρεση του Αρείου και, μαζί με αυτήν, τον ίδιο τον Άρειο. Ομολογώντας τον Υιό του Θεού ως ισότιμο στην τιμή και συναιώνιο με τον Θεό Πατέρα, αποκατέστησαν την ειρήνη στην αγία, Θεία, Αποστολική Εκκλησία. Μεταξύ των 318 πατέρων της συνόδου ήταν ο Άγιος Νικόλαος. Αντιτάχθηκε με θάρρος στις ασεβείς διδασκαλίες του Άρειου και, μαζί με τους αγίους πατέρες της συνόδου, επιβεβαίωσε και μετέδιδε σε όλα τα δόγματα της Ορθόδοξης πίστης. Ο Ιωάννης, μοναχός της Μονής Στουδίου, αφηγείται τον Άγιο Νικόλαο ότι, εμπνευσμένος, όπως ο προφήτης Ηλίας, από ζήλο για τον Θεό, ντρόπιασε τον αιρετικό Άρειο στη σύνοδο όχι μόνο με λόγια αλλά και με έργα, χτυπώντας τον στο μάγουλο. Οι πατέρες της συνόδου αγανάκτησαν με τον άγιο και, για την τολμηρή του πράξη, ψήφισαν τον υποβιβασμό του. Αλλά ο ίδιος ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός και η Παναγία Μητέρα Του, κοιτάζοντας από ψηλά τα έργα του Αγίου Νικολάου, ενέκριναν την τολμηρή του πράξη και επαίνεσαν τον θείο ζήλο του. Διότι μερικοί από τους αγίους πατέρες της συνόδου είχαν βιώσει το ίδιο όραμα που είχε δει ο ίδιος ο άγιος πριν από την χειροτονία του σε επίσκοπο. Είδαν τον ίδιο τον Χριστό Κύριο να στέκεται από τη μία πλευρά του αγίου με το Ευαγγέλιο, και από την άλλη, την Υπεραγία Παρθένο Μαρία με το ωμοφόριό της, να παρουσιάζει στον άγιο τα διακριτικά του βαθμού του, τα οποία είχε στερηθεί. Συνειδητοποιώντας από αυτό ότι η τόλμη του αγίου ήταν ευάρεστη στον Θεό, οι πατέρες της συνόδου σταμάτησαν να τον κατηγορούν και τον τίμησαν ως μεγάλο άγιο του Θεού .

Κάποτε, υπήρχε μεγάλος λιμός στη γη της Λυκίας και η πόλη των Μύρων υπέφερε από ακραία έλλειψη τροφίμων. Λυπούμενος τους άτυχους ανθρώπους που πέθαιναν από την πείνα, ο ιεράρχης του Θεού εμφανίστηκε σε όνειρο ένα βράδυ σε έναν έμπορο στην Ιταλία, ο οποίος είχε φορτώσει το πλοίο του με σιτηρά και επρόκειτο να πλεύσει σε άλλη χώρα. Δίνοντας του τρία χρυσά νομίσματα ως εγγύηση, ο άγιος τον διέταξε να πλεύσει στα Μύρα και να πουλήσει εκεί τα σιτηρά. Ξυπνώντας και βρίσκοντας χρυσό στο χέρι του, ο έμπορος τρομοκρατήθηκε, έκπληκτος από ένα τέτοιο όνειρο, το οποίο συνοδευόταν από τη θαυματουργή εμφάνιση των νομισμάτων. Ο έμπορος, ανίκανος να παρακούσει την εντολή του αγίου, ξεκίνησε για τα Μύρα και πούλησε τα σιτηρά του στους κατοίκους της. Δεν τους έκρυψε την εμφάνιση του Αγίου Νικολάου στο όνειρό του. Έχοντας λάβει τέτοια παρηγοριά στην πείνα τους και ακούγοντας την ιστορία του εμπόρου, οι πολίτες έδωσαν δόξα και ευχαριστία στον Θεό και δόξασαν τον υπέροχο προμηθευτή τους, τον μεγάλο επίσκοπο Νικόλαο.

Εκείνη την εποχή, ξέσπασε μια εξέγερση στη Μεγάλη Φρυγία. Μόλις το έμαθε αυτό, ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος έστειλε τρεις στρατηγούς με τα στρατεύματά τους για να ειρηνεύσουν την επαναστατημένη χώρα. Αυτοί ήταν οι στρατηγοί Νεποτιανός, Ούρσος και Ερπύλιον. Απέπλευσαν από την Κωνσταντινούπολη με μεγάλη βιασύνη και αγκυροβόλησαν σε ένα λιμάνι της Λυκίας, γνωστής ως Αδριατικής Ακτής. Υπήρχε μια πόλη εκεί. Επειδή η τρικυμία εμπόδιζε την περαιτέρω πλεύση, περίμεναν σε αυτό το λιμάνι να ηρεμήσει ο καιρός. Κατά τη διάρκεια της παραμονής τους, μερικοί στρατιώτες, βγαίνοντας στην ακτή για να αγοράσουν είδη πρώτης ανάγκης, πήραν πολλά με τη βία. Επειδή αυτό συνέβαινε συχνά, οι κάτοικοι της πόλης πικράθηκαν, με αποτέλεσμα να προκληθούν διαμάχες, διχόνοια και διαμάχες μεταξύ αυτών και των στρατιωτών σε ένα μέρος που ονομαζόταν Πλακώματα. Μόλις το έμαθε αυτό, ο Άγιος Νικόλαος αποφάσισε να πάει ο ίδιος στην πόλη για να τερματίσει τις εσωτερικές διαμάχες. Ακούγοντας για την άφιξή του, όλοι οι πολίτες, μαζί με τους στρατηγούς τους, βγήκαν να τον υποδεχτούν και υποκλίθηκαν. Ο άγιος ρώτησε τους στρατηγούς από πού ήταν και πού πήγαιναν. Του είπαν ότι είχαν σταλεί από τον αυτοκράτορα στη Φρυγία για να καταστείλουν μια εξέγερση που είχε ξεσπάσει εκεί. Ο άγιος τους νουθέτησε να κρατούν τους στρατιώτες τους σε σειρά και να μην τους επιτρέπουν να καταπιέζουν τον λαό. Μετά από αυτό, κάλεσε τους στρατηγούς στην πόλη και τους φιλοξένησε φιλόξενα. Οι στρατηγοί, αφού τιμώρησαν τους παραβάτες στρατιώτες, ηρέμησαν την αναταραχή και έλαβαν την ευλογία του Αγίου Νικολάου. Ενώ συνέβαινε αυτό, αρκετοί πολίτες από τα Μύρα έφτασαν, θρηνώντας και κλαίγοντας. Πέφτοντας στα πόδια του αγίου, τον παρακάλεσαν να υπερασπιστεί τους αδικημένους, λέγοντάς του με δάκρυα στα μάτια ότι κατά την απουσία του, ο κυβερνήτης Ευστάθιος, δωροδοκημένος από φθονερούς και κακούς ανθρώπους, είχε καταδικάσει σε θάνατο τρεις αθώους άνδρες από την πόλη τους.

«Ολόκληρη η πόλη μας», είπαν, «θρηνεί και κλαίει και περιμένει την επιστροφή σου, κύριέ μου. Γιατί αν ήσουν μαζί μας, ο ηγεμόνας δεν θα τολμούσε να εκδώσει μια τόσο άδικη κρίση».

Ακούγοντας αυτό, ο ιεράρχης του Θεού λυπήθηκε βαθιά και, συνοδευόμενος από τους διοικητές του, ξεκίνησε αμέσως το ταξίδι του. Φτάνοντας σε ένα μέρος που ονομαζόταν Λέων, ο άγιος συνάντησε μερικούς ταξιδιώτες και τους ρώτησε αν γνώριζαν κάτι για τους καταδικασμένους σε θάνατο. Απάντησαν:

«Τους αφήσαμε στο πεδίο του Κάστορα και του Πολυδεύκη, συρμένους στην εκτέλεση.»

Ο Άγιος Νικόλαος περπάτησε γρήγορα, πρόθυμος να αποτρέψει τον αθώο θάνατο αυτών των ανδρών. Φτάνοντας στον τόπο της εκτέλεσης, είδε πλήθος κόσμου συγκεντρωμένο εκεί. Οι καταδικασμένοι, με τα χέρια δεμένα σταυρωτά και τα πρόσωπά τους καλυμμένα, είχαν ήδη σκύψει μέχρι το έδαφος, είχαν απλώσει τους γυμνούς λαιμούς τους και περίμεναν το χτύπημα του σπαθιού. Ο άγιος είδε ότι ο δήμιος, αυστηρός και έξαλλος, είχε ήδη τραβήξει το σπαθί του. Αυτό το θέαμα γέμισε τους πάντες με φρίκη και θλίψη. Συνδυάζοντας οργή με πραότητα, ο άγιος του Χριστού περπατούσε ελεύθερα ανάμεσα στον λαό, χωρίς φόβο, άρπαξε το σπαθί από τα χέρια του δήμιου, το πέταξε στο έδαφος και στη συνέχεια απελευθέρωσε τους καταδικασμένους από τα δεσμά τους. Έκανε όλα αυτά με μεγάλη τόλμη και κανείς δεν τόλμησε να τον σταματήσει, γιατί ο λόγος του ήταν ισχυρός και οι πράξεις του αποκάλυπταν θεϊκή δύναμη: ήταν μεγάλος ενώπιον του Θεού και όλων των ανθρώπων. Οι άνδρες γλίτωσαν την ποινή του θανάτου, βλέποντας τους εαυτούς τους να αναβιώνουν απροσδόκητα από τον θάνατο, έχυσαν θερμά δάκρυα και έβγαλαν χαρούμενες κραυγές, ενώ όλος ο λαός που ήταν συγκεντρωμένος ευχαριστούσε τον άγιό τους. Ο Ηγεμόνας Ευστάθιος έφτασε επίσης και ήθελε να πλησιάσει τον άγιο. Αλλά ο άγιος τον απομάκρυνε με περιφρόνηση, και όταν έπεσε στα πόδια του, τον έσπρωξε μακριά. Επικαλούμενος την εκδίκηση του Θεού εναντίον του, ο Άγιος Νικόλαος τον απείλησε με βασανιστήρια για την άδικη διακυβέρνησή του και υποσχέθηκε να αναφέρει τις πράξεις του στον Τσάρο. Καταδικασμένος από τη συνείδησή του και τρομοκρατημένος από τις απειλές του αγίου, ο κυβερνήτης ικέτευσε με δάκρυα για έλεος. Μετανοώντας για την ανομία του και επιθυμώντας συμφιλίωση με τον μεγάλο πατέρα Νικόλαο, έριξε την ευθύνη στους πρεσβύτερους της πόλης, Σιμωνίδη και Ευδόξιο. Αλλά το ψέμα δεν μπορούσε να περάσει απαρατήρητο, γιατί ο άγιος γνώριζε καλά ότι ο κυβερνήτης είχε καταδικάσει αθώους ανθρώπους σε θάνατο, έχοντας δωροδοκηθεί με χρυσό. Ο κυβερνήτης παρακαλούσε για συγχώρεση για μεγάλο χρονικό διάστημα, και μόνο όταν αναγνώρισε την αμαρτία του με μεγάλη ταπεινότητα και δάκρυα, ο άγιος του έδωσε συγχώρεση.

Βλέποντας όλα όσα είχαν συμβεί, οι στρατηγοί που είχαν φτάσει με τον άγιο έμειναν έκπληκτοι από τον ζήλο και την καλοσύνη του μεγάλου ιεράρχη του Θεού. Αφού εισακούστηκαν οι ιερές προσευχές του και έλαβαν την ευλογία του για το ταξίδι τους, ξεκίνησαν για τη Φρυγία για να εκπληρώσουν τη βασιλική εντολή. Φτάνοντας στον τόπο της εξέγερσης, την κατέστειλαν γρήγορα και, αφού εκπλήρωσαν τη βασιλική εντολή, επέστρεψαν χαρούμενοι στο Βυζάντιο. Ο αυτοκράτορας και όλοι οι ευγενείς τους απέδωσαν μεγάλους επαίνους και τιμές, και τους παραχωρήθηκε η συμμετοχή στο βασιλικό συμβούλιο. Αλλά οι κακοποιοί, ζηλεύοντας τη δόξα των στρατηγών, συνέλαβαν έχθρα εναντίον τους. Σχεδιάζοντας κακό εναντίον τους, πλησίασαν τον κυβερνήτη της πόλης, τον Ευλάβιο, και συκοφάντησαν αυτούς τους άνδρες, λέγοντας:

«Οι κυβερνήτες δεν συμβουλεύουν το καλό, γιατί, όπως ακούσαμε, εισάγουν καινοτομίες και σχεδιάζουν το κακό εναντίον του βασιλιά».

Για να πείσουν τον κυβερνήτη με το μέρος τους, του έδωσαν ένα μεγάλο ποσό χρυσού. Ο κυβερνήτης το ανέφερε στον βασιλιά. Μόλις το άκουσε αυτό, ο βασιλιάς, χωρίς καμία έρευνα, διέταξε τη φυλάκιση των διοικητών, φοβούμενος ότι θα δραπέτευαν κρυφά και θα πραγματοποιούσαν το κακόβουλο σχέδιό τους. Ατονώντας στην απομόνωση και έχοντας επίγνωση της αθωότητάς τους, οι διοικητές ήταν προβληματισμένοι για το γιατί είχαν ριχτεί στη φυλακή. Μετά από λίγο καιρό, οι συκοφάντες άρχισαν να φοβούνται ότι η συκοφαντία και η κακία τους θα αποκαλυπτόταν και οι ίδιοι θα υπέφεραν. Γι' αυτό, ήρθαν στον κυβερνήτη και τον παρακάλεσαν θερμά να μην επιτρέψει σε αυτούς τους άνδρες να ζήσουν τόσο πολύ και να σπεύσει να τους καταδικάσει σε θάνατο. Μπλεγμένος στα δίχτυα της πλεονεξίας, ο κυβερνήτης αναγκάστηκε να εκπληρώσει την υπόσχεσή του. Πήγε αμέσως στον βασιλιά και, ως αγγελιοφόρος του κακού, εμφανίστηκε μπροστά του με απογοητευμένο πρόσωπο και θλιμμένο βλέμμα. Ταυτόχρονα, ήθελε να δείξει ότι νοιαζόταν βαθιά για τη ζωή του Τσάρου και ότι ήταν πιστός σε αυτόν. Προσπαθώντας να προκαλέσει την οργή του Τσάρου εναντίον των αθώων, άρχισε να μιλάει με κολακευτικό και πονηρό τρόπο, λέγοντας:

«Ω Βασιλιά, κανένας από τους φυλακισμένους σε αυτή τη φυλακή δεν θέλει να μετανοήσει. Όλοι επιμένουν στην κακή τους πρόθεση, χωρίς να σταματούν ποτέ να συνωμοτούν εναντίον σου. Γι' αυτό, διέταξε να βασανιστούν αμέσως, για να μην μας προειδοποιήσουν και ολοκληρώσουν την κακή πράξη που έχουν σχεδιάσει εναντίον των στρατηγών και εσένα».

Ανησυχημένος από αυτά τα λόγια, ο βασιλιάς καταδίκασε αμέσως τους διοικητές σε θάνατο. Αλλά επειδή ήταν βράδυ, η εκτέλεσή τους αναβλήθηκε για το πρωί. Ο δεσμοφύλακας το έμαθε αυτό. Αφού έχυσε πολλά δάκρυα κατ' ιδίαν για μια τέτοια καταστροφή που απειλούσε τους αθώους, πήγε στους διοικητές και τους είπε:

«Θα ήταν καλύτερα για μένα αν δεν σε γνώριζα και δεν είχα απολαύσει ευχάριστες συζητήσεις και γεύματα μαζί σου. Τότε θα είχα εύκολα αντέξει τον χωρισμό σου και δεν θα είχα θρηνήσει τόσο βαθιά για την ατυχία που σου έχει συμβεί. Θα έρθει το πρωί και ο οριστικός και τρομερός χωρισμός μας θα μας βρει. Δεν θα βλέπω πια τα αγαπημένα σας πρόσωπα ούτε θα ακούω τις φωνές σας, γιατί ο Τσάρος διέταξε την εκτέλεσή σας. Δίδαξέ με πώς να διαθέσω την περιουσία σου όσο υπάρχει χρόνος και ο θάνατος δεν σε έχει ακόμη εμποδίσει να εκφράσεις τη θέλησή σου.»

Διέκοψε την ομιλία του με λυγμούς. Μόλις έμαθαν για την τρομερή τους μοίρα, οι διοικητές έσκισαν τα ρούχα τους και τα μαλλιά τους, λέγοντας:

«Ποιος εχθρός ζήλευε τη ζωή μας, γιατί εμείς, ως κακοποιοί, καταδικαζόμαστε σε θάνατο; Τι έχουμε κάνει που αξίζει να θανατωθούμε;»

Και επικαλέστηκαν τους συγγενείς και τους φίλους τους ονομαστικά, επικαλούμενοι τον ίδιο τον Θεό ως μάρτυρα ότι δεν είχαν κάνει κανένα κακό, και έκλαιγαν πικρά. Ένας από αυτούς, ονόματι Νεποτιανός, θυμήθηκε τον Άγιο Νικόλαο, πώς, εμφανιζόμενος στα Μύρα ως ένδοξος βοηθός και φιλάνθρωπος μεσίτης, είχε σώσει τρεις άνδρες από τον θάνατο. Και οι διοικητές άρχισαν να προσεύχονται:

«Ω, Θεέ του Νικολάου, που έσωσες τρεις ανθρώπους από άδικο θάνατο, κοίταξέ μας τώρα, γιατί δεν μπορούμε να λάβουμε βοήθεια από ανθρώπους. Μεγάλη συμφορά μας βρήκε, και δεν υπάρχει κανείς να μας ελευθερώσει από αυτή τη συμφορά. Οι φωνές μας μας εγκατέλειψαν πριν οι ψυχές μας αποχωρήσουν από το σώμα, και οι γλώσσες μας έχουν ξεραθεί, κατακαίγονται από τη φωτιά του πόνου της καρδιάς, ώστε δεν μπορούμε ούτε καν να Σου προσφέρουμε προσευχή. Ψαλμός 78 : «Ας έρθουν γρήγορα μπροστά μας οι οικτιρμοί Σου, γιατί είμαστε πολύ εξαντλημένοι ». Αύριο ζητούν να μας σκοτώσουν· σπεύσε σε βοήθειά μας και λύτρωσέ μας αθώους από τον θάνατο.

Ακούγοντας τις προσευχές εκείνων που Τον φοβούνται και, σαν Πατέρας που εκχέει τη γενναιοδωρία Του στα παιδιά Του, ο Κύριος ο Θεός έστειλε τον άγιο δούλο Του, τον μεγάλο Επίσκοπο Νικόλαο, για να βοηθήσει τους καταδικασμένους. Εκείνη τη νύχτα, ενώ κοιμόταν, ο άγιος του Χριστού εμφανίστηκε ενώπιον του Τσάρου και είπε:

«Σηκωθείτε γρήγορα και ελευθερώστε τους διοικητές που μαραζώνουν στη φυλακή. Συκοφαντήθηκαν και υποφέρουν αθώοι.»

Ο άγιος εξήγησε όλο το ζήτημα στον βασιλιά λεπτομερώς και πρόσθεσε:

«Αν δεν με ακούσεις και δεν τους αφήσεις να φύγουν, τότε θα ξεσηκώσω μια επανάσταση εναντίον σου, παρόμοια με αυτήν στη Φρυγία, και θα πεθάνεις με σκληρό θάνατο».

Έκπληκτος από τέτοια τόλμη, ο βασιλιάς άρχισε να αναρωτιέται πώς αυτός ο άνθρωπος τόλμησε να μπει στα εσωτερικά δωμάτια τη νύχτα και του είπε:

- Ποιος είσαι εσύ που τολμάς να απειλείς εμάς και το κράτος μας;

Αυτός απάντησε:

«Το όνομά μου είναι Νικολάι, είμαι ο επίσκοπος της Μητροπολιτικής Περιφέρειας Μιρ.»

Ο βασιλιάς έμεινε άναυδος και, σηκώθηκε και άρχισε να συλλογίζεται τη σημασία αυτού του οράματος. Εν τω μεταξύ, την ίδια νύχτα, ο άγιος εμφανίστηκε στον κυβερνήτη Ευλάβιο και του είπε τα ίδια για τον καταδικασμένο, όπως είχε πει και στον βασιλιά. Ο Ευλάβιος, ξυπνώντας από τον ύπνο, φοβήθηκε. Ενώ συλλογιζόταν αυτό το όραμα, ένας αγγελιοφόρος του βασιλιά ήρθε σε αυτόν και του είπε τι είχε δει ο βασιλιάς στο όνειρό του. Σπεύδοντας στον βασιλιά, ο κυβερνήτης διηγήθηκε το όραμά του, και και οι δύο έμειναν έκπληκτοι που είχαν δει το ίδιο πράγμα. Ο βασιλιάς διέταξε αμέσως να φέρουν τους διοικητές από τη φυλακή και τους είπε:

«Με ποια μαγεία φέρατε στο νου τέτοια όνειρα; Ο άνθρωπος που μας εμφανίστηκε ήταν πολύ θυμωμένος και μας απείλησε, καυχώμενος ότι σύντομα θα μας φέρει πόλεμο.»

Οι διοικητές στράφηκαν ο ένας στον άλλον με απορία και, μη γνωρίζοντας τίποτα, κοίταξαν ο ένας τον άλλον με τρυφερά μάτια. Παρατηρώντας αυτό, ο Τσάρος μαλάκωσε και είπε:

-Μη φοβάσαι κανένα κακό, πες την αλήθεια.

Απάντησαν με δάκρυα και λυγμούς:

«Βασιλιά, δεν γνωρίζουμε μαγεία και ποτέ δεν έχουμε σχεδιάσει κανένα κακό εναντίον του βασιλείου σας, ας το μαρτυρήσει αυτό ο ίδιος ο Παντογνώστης Κύριος. Αν σας εξαπατήσουμε και μάθετε κάτι κακό για εμάς, τότε ας μην υπάρχει έλεος ή οίκτος για εμάς ή την οικογένειά μας. Από τους πατέρες μας μάθαμε να τιμούμε τον βασιλιά και, πάνω απ' όλα, να είμαστε πιστοί σε αυτόν. Έτσι τώρα φυλάμε πιστά τη ζωή σας και, όπως αρμόζει στην τάξη μας, έχουμε εκτελέσει ακλόνητα τις οδηγίες σας. Υπηρετώντας σας με ζήλο, κατευνάσαμε την επανάσταση στη Φρυγία, τερματίσαμε τις εσωτερικές διαμάχες και αποδείξαμε επαρκώς το θάρρος μας με τις πράξεις μας, όπως μαρτυρούν όσοι το γνωρίζουν καλά. Το βασίλειό σας μας έριξε κάποτε τιμές, αλλά τώρα έχετε στραφεί λυσσαλέα εναντίον μας και μας καταδικάσετε ανελέητα σε έναν οδυνηρό θάνατο». Έτσι, ω Τσάρε, νομίζουμε ότι υποφέρουμε μόνο για τον ζήλο μας για εσάς, για τον οποίο είμαστε καταδικασμένοι και, αντί για τη δόξα και τις τιμές που ελπίζαμε να λάβουμε, μας κατακλύζει ο φόβος του θανάτου.

Αυτά τα λόγια ώθησαν τον Τσάρο σε τρυφερότητα και μετάνοια για την απερίσκεπτη πράξη του. Διότι έτρεμε μπροστά στην κρίση του Θεού και ντρεπόταν για το βασιλικό του πορφυρό χιτώνα, βλέποντας ότι αυτός, νομοθέτης για τους άλλους, ήταν έτοιμος να εκδώσει μια παράνομη κρίση. Κοίταξε με έλεος τους καταδικασμένους και τους μίλησε απαλά. Ακούγοντας τρυφερά τα λόγια του, οι διοικητές είδαν ξαφνικά τον Άγιο Νικόλαο να κάθεται δίπλα στον Τσάρο, υποσχόμενος συγχώρεση με χειρονομίες. Ο Τσάρος διέκοψε την ομιλία τους και ρώτησε:

«Ποιος είναι αυτός ο Νικόλαος και ποιους άντρες έσωσε;» «Πες μου γι' αυτό.»

Ο Νεποτιανός του τα είπε όλα με τη σειρά. Τότε ο βασιλιάς, έχοντας μάθει ότι ο Άγιος Νικόλαος ήταν ένας μεγάλος άγιος του Θεού, έμεινε έκπληκτος από την τόλμη του και τον μεγάλο ζήλο του στην υπεράσπιση των καταπιεσμένων. Απέλυσε τους διοικητές και τους είπε:

«Δεν είμαι εγώ που σου χαρίζω ζωή, αλλά ο Νικόλαος, ο μέγας δούλος του Κυρίου, τον οποίο επικαλέστηκες για βοήθεια. Πήγαινε σε αυτόν και ευχαρίστησε τον. Πες του κι εσύ ότι εκπλήρωσα την εντολή σου, για να μην οργιστεί μαζί μου ο άγιος του Χριστού».

Με αυτά τα λόγια, τους έδωσε ένα χρυσό Ευαγγέλιο, ένα χρυσό θυμιατήρι στολισμένο με πέτρες και δύο λύχνους, διατάζοντας τους να τα δώσουν όλα στην Εκκλησία των Μύρων. Έχοντας λάβει θαυματουργή σωτηρία, οι διοικητές ξεκίνησαν αμέσως. Φτάνοντας στα Μύρα, χάρηκαν και αγαλλίασαν που τους δόθηκε για άλλη μια φορά η τιμή να δουν τον άγιο. Πρόσφεραν στον Άγιο Νικόλαο μεγάλη ευχαριστία για τη θαυματουργή βοήθειά του και έψαλαν: Ψαλμός 34 : «Κύριε, ποιος είναι σαν εσένα, που ελευθερώνεις τον αδύναμο από τον δυνατό, τον φτωχό και τον άπορο από εκείνους που τον ληστεύουν;»

Έδωσαν γενναιόδωρες ελεημοσύνες στους φτωχούς και τους άπορους και επέστρεψαν σπίτι τους ασφαλείς.

Τέτοια είναι τα έργα του Θεού, με τα οποία ο Κύριος εξύψωσε τον άγιό Του. Η φήμη τους, σαν να είχε φτερά, εξαπλώθηκε παντού, διαπερνώντας τις θάλασσες και εξαπλώνοντας σε όλο το σύμπαν, έτσι ώστε δεν υπήρχε μέρος όπου να μην έγιναν γνωστά τα μεγάλα και θαυμαστά θαύματα του μεγάλου Επισκόπου Νικολάου, τα οποία τέλεσε με τη χάρη που του έδωσε ο Παντοδύναμος Κύριος.

Μια μέρα, ταξιδιώτες που έπλεαν από την Αίγυπτο προς τη Λυκία, έπεσαν θύελλα σε μια σφοδρή θαλασσοταραχή και καταιγίδα. Τα πανιά είχαν ήδη σχιστεί από τον ανεμοστρόβιλο, το πλοίο έτρεμε από τα χτυπήματα των κυμάτων και όλοι απελπίζονταν για τη σωτηρία. Εκείνη τη στιγμή, θυμήθηκαν τον μεγάλο Επίσκοπο Νικόλαο, τον οποίο δεν είχαν ξαναδεί και είχαν ακούσει μόνο ως έναν γρήγορο βοηθό σε όλους όσους τον επικαλούνταν σε δυσκολίες. Στράφηκαν σε αυτόν με προσευχή και άρχισαν να τον επικαλούνται για βοήθεια. Ο άγιος εμφανίστηκε αμέσως μπροστά τους, μπήκε στο πλοίο και είπε:

- Με κάλεσες και ήρθα σε βοήθειά σου· μη φοβάσαι!

Όλοι τον είδαν να παίρνει το πηδάλιο και να αρχίζει να κυβερνά το πλοίο. Όπως ακριβώς ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός κάποτε επέπληξε τον άνεμο και τη θάλασσα ( Ματθαίος 8:26 ), ο άγιος αμέσως διέταξε να σταματήσει η καταιγίδα, θυμούμενος τα λόγια του Κυρίου: Ιωάννης 14 : «Όποιος πιστεύει σε μένα, τα έργα που κάνω, κι αυτός θα τα κάνει » .

Έτσι, ο πιστός δούλος του Κυρίου διέταξε και τη θάλασσα και τον άνεμο, και αυτοί τον υπάκουσαν. Μετά από αυτό, οι ταξιδιώτες, με ευνοϊκό άνεμο, αποβιβάστηκαν στην πόλη Μύραμ. Αποβιβάστηκαν και μπήκαν στην πόλη, επιθυμώντας να δουν Εκείνον που τους είχε σώσει από την ατυχία τους. Συνάντησαν τον άγιο στο δρόμο τους προς την εκκλησία και, αναγνωρίζοντάς τον ως ευεργέτη τους, έπεσαν στα πόδια του, ευχαριστώντας τον. Ο θαυμαστός Νικόλαος όχι μόνο τους έσωσε από την ατυχία και τον θάνατο, αλλά έδειξε και ενδιαφέρον για την πνευματική τους σωτηρία. Με τη διορατικότητά του, διέκρινε σε αυτούς με τα πνευματικά του μάτια την αμαρτία της μοιχείας, η οποία χωρίζει τον άνθρωπο από τον Θεό και αποκλίνει από την τήρηση των εντολών του Θεού, και τους είπε:

Παιδιά, σας παρακαλώ, συλλογιστείτε μέσα σας και διορθώστε τις καρδιές και τις σκέψεις σας για να ευαρεστήσετε τον Κύριο. Διότι, ακόμη και αν κρυβόμαστε από πολλούς ανθρώπους και θεωρούμε τους εαυτούς μας δίκαιους, τίποτα δεν μπορεί να κρυφτεί από τον Θεό. Γι' αυτό, αγωνιστείτε με κάθε επιμέλεια να διατηρήσετε την αγιότητα της ψυχής σας και την καθαρότητα του σώματός σας. Διότι, όπως λέει ο Θείος Απόστολος Παύλος: «Δεν ξέρετε ότι είστε ναός του Θεού, και ότι το Πνεύμα του Θεού κατοικεί μέσα σας; Αν κάποιος καταστρέψει τον ναό του Θεού, ο Θεός θα τον καταστρέψει» ( Α' Κορινθίους 3:16-17 ).

Αφού δίδαξε αυτούς τους άνδρες με εποικοδομητικά λόγια, ο άγιος τους έστειλε πίσω εν ειρήνη. Διότι ο χαρακτήρας του αγίου ήταν σαν στοργικού πατέρα, και το βλέμμα του έλαμπε με θεϊκή χάρη, σαν αγγέλου του Θεού. Μια ακτίνα λάμψης εξέπεμπε από το πρόσωπό του, όπως από του Μωυσή, και όσοι απλώς την κοίταζαν ωφελούνταν πολύ. Όποιος βάραινε από κάποιο πάθος ή πνευματική θλίψη, χρειαζόταν μόνο να στρέψει το βλέμμα του στον άγιο για να βρει παρηγοριά στη θλίψη του· και όποιος συνομιλούσε μαζί του θα ευημερούσε ήδη στην καλοσύνη. Και όχι μόνο οι Χριστιανοί, αλλά και οι άπιστοι, αν κάποιος από αυτούς είχε την ευκαιρία να ακούσει τους γλυκούς και μελίγους λόγους του αγίου, ένιωθαν τρυφερότητα και, απορρίπτοντας την κακία της απιστίας που είχε ριζώσει μέσα τους από τη βρεφική ηλικία και αποδεχόμενος στις καρδιές τους τον σωστό λόγο της αλήθειας, εισήλθαν στο δρόμο της σωτηρίας.

Ο μέγας άγιος του Θεού έζησε για πολλά χρόνια στην πόλη Μύρα, λάμποντας με Θεία αγαθότητα, σύμφωνα με τον λόγο της Γραφής: «Ως ο αυγερινός αστέρας ανάμεσα στα σύννεφα, σαν η πανσέληνος στις μέρες, σαν ο ήλιος που λάμπει πάνω από τον ναό του Υψίστου, και σαν το ουράνιο τόξο που λάμπει στα μεγαλοπρεπή σύννεφα, σαν το χρώμα των τριαντάφυλλων στις ανοιξιάτικες μέρες, σαν κρίνα κοντά στις πηγές των νερών, σαν κλαδί Λιβάνου στις καλοκαιρινές μέρες» ( Σερ. 50:6-8 ).

Έχοντας φτάσει σε βαθιά γεράματα, ο άγιος πλήρωσε το χρέος του προς την ανθρώπινη φύση και, μετά από μια σύντομη σωματική ασθένεια, έλαβε αίσιο τέλος στην εγκόσμια ζωή του. Με χαρά και ψαλμωδία, πέρασε στην αιώνια ευλογημένη ζωή, συνοδευόμενος από αγίους αγγέλους και χαιρετιζόμενος από χορούς αγίων. Οι επίσκοποι της Λυκίας, με όλο τον κλήρο και τους μοναχούς τους, και αμέτρητοι άνθρωποι από όλες τις πόλεις συγκεντρώθηκαν για την ταφή του. Το τίμιο σώμα του αγίου τοποθετήθηκε με ευλάβεια στον καθεδρικό ναό της Μητρόπολης Μύρων την έκτη ημέρα του Δεκεμβρίου 8182. Πολυάριθμα θαύματα έγιναν από τα ιερά λείψανα του αγίου του Θεού. Διότι τα λείψανά του εξέπεμπαν ένα ευώδες και θεραπευτικό μύρο, με το οποίο οι άρρωστοι χρίζονταν και θεραπεύονταν. Για το λόγο αυτό, άνθρωποι από όλα τα μέρη της γης συνέρρεαν στον τάφο του, αναζητώντας και λαμβάνοντας θεραπεία για τις ασθένειές τους. Διότι με αυτό το άγιο μύρο δεν θεραπεύονταν μόνο οι σωματικές ασθένειες, αλλά και οι πνευματικές, και τα πονηρά πνεύματα διώχνονταν. Διότι ο άγιος, όχι μόνο κατά τη διάρκεια της ζωής του αλλά και μετά τον θάνατό του, οπλίστηκε ενάντια στους δαίμονες και τους νίκησε, όπως τους νικά σήμερα.

Μερικοί θεοσεβούμενοι άνδρες που ζούσαν στις εκβολές του ποταμού Τάναιδα, ακούγοντας για τα μυροβλύζοντα και θεραπευτικά λείψανα του Αγίου Νικολάου του Χριστού που αναπαύονται στα Μύρα της Λυκίας, σκέφτηκαν να πλεύσουν εκεί για να τα προσκυνήσουν. Αλλά ένας πονηρός δαίμονας, που κάποτε εξορκίστηκε από τον Άγιο Νικόλαο από τον ναό της Αρτέμιδος, βλέποντας το πλοίο να ετοιμάζεται να πλεύσει προς αυτόν τον μεγάλο πατέρα, και θυμωμένος με τον άγιο για την καταστροφή του ναού και για την δική του εκδίωξη, συνωμότησε να εμποδίσει αυτούς τους άνδρες να ολοκληρώσουν το προβλεπόμενο ταξίδι τους και έτσι να τους στερήσει το ιερό λείψανο. Μεταμορφώθηκε σε γυναίκα που κουβαλούσε ένα δοχείο γεμάτο λάδι και τους είπε:

«Θα ήθελα να φέρω αυτό το σκεύος στον τάφο του αγίου, αλλά φοβάμαι πολύ το ταξίδι στη θάλασσα, γιατί είναι επικίνδυνο για μια αδύναμη γυναίκα που υποφέρει από στομαχική πάθηση να πλέει στη θάλασσα. Γι' αυτό, σε παρακαλώ, πάρε αυτό το σκεύος, φέρε το στον τάφο του αγίου και ρίξε το λάδι στη λάμπα.»

Με αυτά τα λόγια, ο δαίμονας έδωσε στους λάτρεις του Θεού ένα αγγείο. Είναι άγνωστο ποια δαιμονικά φυλαχτά είχαν αναμειχθεί με το λάδι, αλλά είχαν σκοπό να βλάψουν και να καταστρέψουν τους ταξιδιώτες. Αγνοώντας τις καταστροφικές συνέπειες του λαδιού, εκπλήρωσαν το αίτημα και, παίρνοντας το πλοίο, απομακρυνθήκαν από την ακτή και έπλευσαν με ασφάλεια όλη την ημέρα. Αλλά το πρωί, φύσηξε ένας βόρειος άνεμος, που δυσκόλεψε το πέρασμά τους.

Έχοντας υπομείνει πολλές μέρες ταραγμένης πλεύσης, έχασαν την υπομονή τους με την επίμονη τρικυμία και αποφάσισαν να γυρίσουν πίσω. Είχαν ήδη βάλει το πλοίο στο δρόμο του όταν ο Άγιος Νικόλαος εμφανίστηκε μπροστά τους με μια μικρή βάρκα και είπε:

«Πού πλέετε, κύριοι, και γιατί γυρίζετε πίσω, εγκαταλείποντας την προηγούμενη διαδρομή σας; Μπορείτε να ηρεμήσετε την καταιγίδα και να κάνετε τη διαδρομή βολική για πλοήγηση. Οι μηχανορραφίες του διαβόλου εμποδίζουν την ιστιοπλοΐα σας, γιατί το δοχείο με το λάδι δεν σας δόθηκε από γυναίκα, αλλά από δαίμονα. Πετάξτε το δοχείο στη θάλασσα, και το ταξίδι σας θα είναι αμέσως ασφαλές.»

Ακούγοντας αυτό, οι άνδρες πέταξαν το δαιμονικό σκεύος στα βάθη της θάλασσας. Αμέσως, μαύρος καπνός και φλόγες βγήκαν από αυτό, ο αέρας γέμισε με μια τρομερή δυσοσμία, η θάλασσα άνοιξε, το νερό έβρασε και αναδεύτηκε μέχρι τον πυθμένα, και το νερό έπεσε σαν πύρινες σπίθες. Όσοι ήταν στο πλοίο τρομοκρατήθηκαν και ούρλιαξαν από φόβο, αλλά ένας βοηθός εμφανίστηκε σε αυτούς, προστάζοντας τους να έχουν καλό θάρρος και να μην φοβούνται, ηρέμησε την μανιασμένη καταιγίδα και, απελευθερώνοντας τους ταξιδιώτες από τον φόβο τους, έκανε το ταξίδι τους στη Λυκία με ασφάλεια. Ένα δροσερό, ευώδες αεράκι φύσηξε αμέσως πάνω τους, και έφτασαν με χαρά και ασφάλεια στην επιθυμητή πόλη. Αφού προσκύνησαν τα μυροβλύζοντα λείψανα του γρήγορου βοηθού και μεσίτη τους, ευχαρίστησαν τον Παντοδύναμο Θεό και έψαλαν μια προσευχή στον μεγάλο Πατέρα Νικόλαο. Μετά από αυτό, επέστρεψαν στη χώρα τους, διηγούμενοι σε όλους και παντού τις εμπειρίες τους στην πορεία. Αυτός ο μεγάλος άγιος έκανε πολλά μεγάλα και ένδοξα θαύματα στην ξηρά και στη θάλασσα. Βοήθησε όσους βρίσκονταν σε δύσκολη θέση, τους έσωσε από πνιγμό και τους έφερε στην ξηρά από τα βάθη της θάλασσας, τους απελευθέρωσε από την αιχμαλωσία και έφερε τους απελευθερωμένους στην πατρίδα τους, τους απελευθέρωσε από δεσμά και φυλακίσεις, τους προστάτευσε από χτυπήματα με σπαθιά, τους απελευθέρωσε από τον θάνατο και χάρισε πολλές θεραπείες: όραση στους τυφλούς, περπάτημα στους κουτσούς, ακοή στους κωφούς και το χάρισμα της ομιλίας στους άλαλους. Πλούτισε πολλούς που υπέφεραν από φτώχεια και ακραία ένδεια, παρείχε τροφή στους πεινασμένους και εμφανίστηκε σε όλους σε κάθε ανάγκη ως πρόθυμος βοηθός, θερμός μεσίτης, γρήγορος συνήγορος και υπερασπιστής. Και τώρα βοηθάει επίσης όσους τον επικαλούνται και τους ελευθερώνει από τα προβλήματα. Τα θαύματά Του είναι εξίσου αδύνατο να απαριθμηθούν, όπως είναι αδύνατο να περιγραφούν όλα λεπτομερώς. Αυτός ο μεγάλος θαυματουργός είναι γνωστός στην Ανατολή και τη Δύση, και τα θαύματά του είναι γνωστά σε όλα τα πέρατα της γης. Είθε ο Τριαδικός Θεός, Πατήρ, Υιός και Άγιο Πνεύμα, να δοξάζεται εν αυτώ, και είθε το άγιο όνομά Του να δοξάζεται στα χείλη όλων για πάντα. Αμήν.

Θαύματα του Αγίου Νικολάου που συνέβησαν μετά τον θάνατό του

Ο Άγιος Νικόλαος έκανε πολλά θαύματα, όχι μόνο στη ζωή αλλά και μετά θάνατον. Ποιος δεν θα εκπλαγεί ακούγοντας για τα θαυμαστά του έργα; Διότι όχι μία χώρα ή περιοχή, αλλά ολόκληρο το ουράνιο βασίλειο ήταν γεμάτο με τα θαύματα του Αγίου Νικολάου. Πηγαίνετε στους Έλληνες και θαυμάζουν αυτά· πηγαίνετε στους Λατίνους και θαυμάζουν αυτά· και στη Συρία τα δοξάζουν. Ο Άγιος Νικόλαος θαυμάζεται σε όλη τη χώρα. Ελάτε στη Ρωσία και θα δείτε ότι δεν υπάρχει ούτε μία πόλη ή χωριό όπου τα θαύματα του Αγίου Νικολάου δεν είναι άφθονα.

Κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Έλληνα αυτοκράτορα Λέοντα και του Πατριάρχη Αθανασίου, το ακόλουθο ένδοξο θαύμα του Αγίου Νικολάου έλαβε χώρα το 8183. Ο μέγας Νικόλαος, Αρχιεπίσκοπος Μύρων, εμφανίστηκε σε όραμα τα μεσάνυχτα σε έναν ευσεβή γέροντα, φιλάνθρωπο των φτωχών και φιλόξενο οικοδεσπότη, ονόματι Θεοφάνη, και είπε:

«Ξύπνα, Θεοφάνη, σήκω και πήγαινε στον αγιογράφο Αγγαίο και πες του να ζωγραφίσει τρεις εικόνες: τον Σωτήρα μας Ιησού Χριστό τον Κύριο, που δημιούργησε τον ουρανό και τη γη και δημιούργησε τον άνθρωπο· την Υπεραγία Κυρία Θεοτόκο· και τον μεσίτη του χριστιανικού γένους· τον Νικόλαο, Αρχιεπίσκοπο Μύρων· γιατί πρέπει να εμφανιστώ στην Κωνσταντινούπολη. Αφού ζωγραφίσεις αυτές τις τρεις εικόνες, πρόσφερέ τες στον πατριάρχη και σε ολόκληρη τη σύνοδο. Πήγαινε γρήγορα και μην παρακούσεις».

Αφού είπε αυτά, ο άγιος έγινε αόρατος. Ξυπνώντας από τον ύπνο του, ο θεόφιλος άνθρωπος Θεοφάνης, τρομοκρατημένος από το όραμα, πήγε αμέσως στον αγιογράφο Αγγαίο και τον παρακάλεσε να ζωγραφίσει τρεις μεγάλες εικόνες: τον Χριστό Σωτήρα, την Υπεραγία Θεοτόκο και τον Άγιο Νικόλαο. Με τη θέληση του ελεήμονα Σωτήρα, της Υπεραγίας Μητέρας Του και του Αγίου Νικολάου, ο Αγγαίος ζωγράφισε τις τρεις εικόνες και τις έφερε στον Θεοφάνη. Πήρε τις εικόνες, τις τοποθέτησε στο ανώγειο και είπε στη γυναίκα του:

– Ας φάμε στο σπίτι μας και ας προσευχηθούμε στον Θεό για τις αμαρτίες μας.

Εκείνη συμφώνησε με χαρά. Ο Θεοφάνης πήγε στην αγορά, αγόρασε τριάντα χρυσά νομίσματα σε φαγητό και ποτό και, φέρνοντάς τα σπίτι, ετοίμασε ένα πλούσιο γεύμα για τον πατριάρχη. Στη συνέχεια πήγε στον πατριάρχη και του ζήτησε, όπως και σε όλο το συμβούλιο, να ευλογήσουν το σπίτι του και να φάνε και να πιουν. Ο πατριάρχης συμφώνησε και ήρθε με το συμβούλιο στο σπίτι του Θεοφάνη. Μπαίνοντας στο δωμάτιο, είδε τρεις εικόνες να στέκονται εκεί: η μία απεικόνιζε τον Κύριό μας Ιησού Χριστό, η άλλη την Υπεραγία Θεοτόκο και η τρίτη τον Άγιο Νικόλαο. Πλησιάζοντας την πρώτη εικόνα, ο πατριάρχης είπε:

– Δόξα εις Σένα, Χριστέ ο Θεός ημών, ο κτίσας πάσαν την κτίση. Άξιον ήταν να ζωγραφίση αυτή την εικόνα.

Έπειτα, πλησιάζοντας το δεύτερο εικονίδιο, είπε:

– Είναι καλό που έχει αγιογραφηθεί αυτή η εικόνα της Υπεραγίας Θεοτόκου και πρέσβειρας όλου του κόσμου.

Πλησιάζοντας την τρίτη εικόνα, ο πατριάρχης είπε:

«Αυτή είναι μια εικόνα του Νικολάου, Αρχιεπισκόπου Μύρ. Δεν θα έπρεπε να απεικονίζεται σε μια τόσο μεγαλοπρεπή εικόνα. Άλλωστε, ήταν γιος απλών ανθρώπων, του Θεοφάνη και της Νόννας, που προέρχονταν από αγροτικές οικογένειες.»

Αφού κάλεσε τον οικοδεσπότη, ο πατριάρχης του είπε:

- Θεοφάν, μην διατάζεις τον Αγγαίο να ζωγραφίσει την εικόνα του Νικολάου σε τόσο μεγάλο μέγεθος.

Και διέταξε να φέρουν έξω την εικόνα του αγίου, λέγοντας:

«Είναι άβολο γι' αυτόν να στέκεται δίπλα στον Χριστό και τον Πανάγαθο.»

Ο ευσεβής άνθρωπος Θεοφάνης, με μεγάλη θλίψη, έβγαλε την εικόνα του Αγίου Νικολάου από το ανώγειο και την τοποθέτησε σε τιμητική θέση στο ντουλάπι. Διάλεξε ένα μέλος της χορωδίας, έναν θαυμαστό και σοφό άνδρα ονόματι Κάλλιστο, και τον παρακάλεσε να σταθεί μπροστά στην εικόνα και να δοξάσει τον Άγιο Νικόλαο. Ο ίδιος λυπήθηκε πολύ από τα λόγια του πατριάρχη, ο οποίος είχε διατάξει την απομάκρυνση της εικόνας του Αγίου Νικολάου από το ανώγειο. Αλλά η Γραφή λέει: Α΄ Σαμουήλ 2 : «Θα δοξάσω εκείνους που θα με δοξάσουν ». Έτσι μίλησε ο Κύριος Ιησούς Χριστός, μέσω του οποίου, όπως θα δούμε, θα δοξαστεί ο ίδιος ο άγιος.

Αφού δοξολόγησε τον Θεό και την Υπεραγία Παρθένο, ο πατριάρχης κάθισε στο τραπέζι με όλη τη σύνοδο και ακολούθησε γεύμα. Στη συνέχεια, ο πατριάρχης σηκώθηκε, δόξασε τον Θεό και την Υπεραγία Παρθένο και, πίνοντας κρασί, χάρηκε με όλη τη σύνοδο. Εν τω μεταξύ, ο Κάλλιστος δόξασε και εξύμνησε τον μεγάλο Άγιο Νικόλαο. Αλλά το κρασί τελείωσε και ο πατριάρχης και οι σύντροφοί του ήθελαν να πιουν κι άλλο και να χαρούν. Τότε ένας από τους συγκεντρωμένους είπε:

- Θεοφάνη, φέρε κι άλλο κρασί στον πατριάρχη και κάνε το γλέντι ευχάριστο.

Αυτός απάντησε:

«Δεν υπάρχει πια κρασί, κύριέ μου, και δεν το πουλάνε πια στην αγορά, και δεν υπάρχει πουθενά να το αγοράσουν.»

Κατακλυσμένος από θλίψη, θυμήθηκε τον Άγιο Νικόλαο, ο οποίος του είχε εμφανιστεί σε όραμα και τον είχε προστάξει να αγιογραφήσει τρεις εικόνες: του Σωτήρα, της Υπεραγίας Μητέρας του Θεού και του εαυτού του. Μπαίνοντας κρυφά στο κελί, έπεσε μπροστά στην εικόνα του αγίου και μίλησε δακρυσμένος:

«Ω, Άγιε Νικόλαε! Η γέννησή σου ήταν θαυματουργή και η ζωή σου αγία· έχεις θεραπεύσει πολλούς αρρώστους. Σε παρακαλώ, κάνε ένα θαύμα για μένα τώρα, δώσε μου περισσότερο κρασί».

Αφού είπε αυτά και ευλόγησε τον εαυτό του, πήγε εκεί που βρίσκονταν τα δοχεία με κρασί. Και με την προσευχή του αγίου θαυματουργού Νικολάου, τα δοχεία αυτά γέμισαν με κρασί. Παίρνοντας το κρασί με χαρά, ο Θεοφάνης το έφερε στον πατριάρχη. Εκείνος ήπιε και το επαίνεσε, λέγοντας:

- Δεν έχω ξαναπιεί τέτοιο κρασί.

Και οι πότες έλεγαν ότι ο Θεοφάνης είχε φυλάξει το καλύτερο κρασί για το τέλος της γιορτής. Αλλά είχε κρύψει το θαυμαστό θαύμα του Αγίου Νικολάου.

Με χαρά, ο πατριάρχης και το συμβούλιο αποσύρθηκαν στο σπίτι κοντά στην Αγία Σοφία. Το πρωί, ένας ευγενής ονόματι Θεόδωρος, από ένα χωριό που ονομαζόταν Σιερντάλσκογιε, κοντά στο νησί Μιρ, ήρθε στον πατριάρχη και τον παρακάλεσε να έρθει σε αυτόν, επειδή η μοναχοκόρη του ήταν κατειλημμένη από δαιμονική ασθένεια, και να διαβάσει το Άγιο Ευαγγέλιο πάνω από το κεφάλι της. Ο πατριάρχης συμφώνησε, πήρε τα τέσσερα Ευαγγέλια, επιβιβάστηκε σε ένα πλοίο με όλο το συμβούλιο και απέπλευσε. Ενώ ήταν στη θάλασσα, ξέσπασε καταιγίδα, το πλοίο ανατράπηκε και όλοι έπεσαν στο νερό και επέπλεαν, φωνάζοντας και προσευχόμενοι στον Θεό, την Υπεραγία Θεοτόκο και τον Άγιο Νικόλαο. Και η Υπεραγία Θεοτόκος προσευχήθηκε στον Υιό της, τον Σωτήρα μας Ιησού Χριστό, για το συμβούλιο, για να μην χαθεί η ιερατική τάξη. Τότε το πλοίο διορθώθηκε και με τη χάρη του Θεού, όλο το συμβούλιο ξαναεπιβιβάστηκε. Ενώ πνιγόταν, ο Πατριάρχης Αθανάσιος θυμήθηκε την αμαρτία του ενώπιον του Αγίου Νικολάου και, κλαίγοντας, προσευχήθηκε και είπε:

«Ω, μέγα άγιε του Χριστού, Αρχιεπίσκοπε Μύρων, θαυματουργέ Νικόλαε, αμάρτησα ενώπιόν σου, συγχώρεσέ με και ελέησέ με, τον αμαρτωλό και ταλαίπωρο, σώσε με από τα βάθη της θάλασσας, από την πικρή αυτή ώρα και από τον μάταιο θάνατο».

Ω, ένδοξο θαύμα - ο υψηλόφρονας ταπεινώθηκε, και ο ταπεινός υψώθηκε θαυματουργικά και δοξάστηκε ειλικρινά.

Ξαφνικά εμφανίστηκε ο Άγιος Νικόλαος, περπατώντας πάνω στη θάλασσα σαν σε στεριά, πλησίασε τον πατριάρχη και τον έπιασε από το χέρι λέγοντάς του:

- Αφανάση, ή μήπως χρειάστηκες βοήθεια στα βάθη της θάλασσας από μένα, που προέρχομαι από τον απλό λαό;

Αυτός, μόλις που μπορούσε να ανοίξει το στόμα του, εξαντλημένος, είπε κλαίγοντας πικρά:

- Ω Άγιε Νικόλαε, μέγαινε άγιε, γρήγορος σε βοήθεια, μη θυμάσαι την πονηρή μου αλαζονεία, λύτρωσέ με από αυτόν τον μάταιο θάνατο στα βάθη της θάλασσας, και θα σε δοξάσω όλες τις ημέρες της ζωής μου.

Και ο άγιος του είπε:

«Μη φοβάσαι, αδελφέ· ιδού, ο Χριστός σε ελευθερώνει δια της χειρός μου· αλλά μη αμαρτάνεις πλέον, για να μην σου συμβεί κάτι χειρότερο. Μπες στο πλοίο σου».

Αφού είπε αυτά, ο Άγιος Νικόλαος πήρε τον πατριάρχη από το νερό και τον έβαλε στο πλοίο, λέγοντας:

- Σώθησαι, γύρνα πίσω στην υπηρεσία σου στην Κωνσταντινούπολη.

Και ο άγιος έγινε αόρατος. Βλέποντας τον πατριάρχη, όλοι φώναξαν:

«Δόξα εις Σένα, Χριστέ Σωτήρα ημών, και εις Σένα, Υπεραγία Βασίλισσα και Κυρία Θεοτόκε, η οποία έσωσες τον κύριό μας από πνιγμό».

Σαν να ξύπνησε από τον ύπνο, ο πατριάρχης τους ρώτησε:

- Πού είμαι, αδέρφια;

«Στο πλοίο μας, κύριε», απάντησαν, «και είμαστε όλοι αβλαβείς».

Ο πατριάρχης ξέσπασε σε κλάματα και είπε:

- Αδελφοί, αμάρτησα ενώπιον του Αγίου Νικολάου, είναι αληθινά μέγας: περπατάει στη θάλασσα σαν σε στεριά, με πήρε από το χέρι και με έβαλε στο πλοίο· είναι αληθινά γρήγορος να βοηθήσει όλους όσους τον επικαλούνται με πίστη.

Το πλοίο επέστρεψε γρήγορα στην Κωνσταντινούπολη. Αποβιβαζόμενος με όλο το συμβούλιο, ο πατριάρχης, κλαίγοντας, πήγε στην εκκλησία της Αγίας Σοφίας και κάλεσε τον Θεοφάνη, διατάζοντάς τον να φέρει αμέσως τη θαυματουργή εικόνα του Αγίου Νικολάου. Όταν ο Θεοφάνης έφερε την εικόνα, ο πατριάρχης έπεσε μπροστά της δακρυσμένος και είπε:

«Αμάρτησα, Άγιε Νικόλαε, συγχώρεσέ με, τον αμαρτωλό».

Αφού είπε αυτά, πήρε την εικόνα στην αγκαλιά του, την ασπάστηκε με ευλάβεια μαζί με τους καθεδρικούς ναούς και την μετέφερε στην εκκλησία της Αγίας Σοφίας. Την επόμενη μέρα, έθεσε τον θεμέλιο λίθο για μια πέτρινη εκκλησία στην Κωνσταντινούπολη αφιερωμένη στον Άγιο Νικόλαο. Όταν χτίστηκε η εκκλησία, ο ίδιος ο πατριάρχης την καθαγίασε την ημέρα της εορτής του Αγίου Νικολάου. Εκείνη την ημέρα, ο άγιος θεράπευσε σαράντα άρρωστους άνδρες και γυναίκες. Ο πατριάρχης δώρισε στη συνέχεια 30 λίτρες χρυσού και πολλά χωριά και κήπους για τον στολισμό της εκκλησίας. Ίδρυσε επίσης ένα σεβάσμιο μοναστήρι κοντά σε αυτό. Πολλοί ήρθαν εκεί: τυφλοί, κουτσοί και λεπροί. Αφού άγγιξαν την εικόνα του Αγίου Νικολάου, όλοι έφυγαν θεραπευμένοι, δοξάζοντας τον Θεό και τον θαυματουργό Του.

Στην Κωνσταντινούπολη ζούσε ένας άνθρωπος ονόματι Νικόλαος, ο οποίος κέρδιζε τα προς το ζην από χειροτεχνίες. Όντας ευσεβής, έκανε όρκο να μην περνάει ποτέ τις ημέρες που ήταν αφιερωμένες στη μνήμη του Αγίου Νικολάου χωρίς να θυμάται τον άγιο του Θεού. Το τηρούσε αυτό σταθερά, σύμφωνα με τα λόγια της Αγίας Γραφής: Παροιμίες 3 : «Τίμα τον Κύριο με τα υπάρχοντά σου και με τους απαρχές όλου του εισοδήματός σου », και το θυμόταν πάντα ακράδαντα. Έτσι, έφτασε σε βαθιά γεράματα και, ανίκανος να εργαστεί, έπεσε στη φτώχεια. Η εορτή του Αγίου Νικολάου πλησίαζε και, συλλογιζόμενος τι να κάνει, ο γέροντας είπε στη γυναίκα του:

– Η ημέρα του σεβαστού μεγάλου επισκόπου μας Νικολάου του Χριστού πλησιάζει· πώς μπορούμε εμείς, οι φτωχοί, με τη φτώχεια μας, να γιορτάσουμε αυτή την ημέρα;

Η ευσεβής σύζυγος απάντησε στον άντρα της:

«Ξέρετε, κύριέ μου, ότι έφτασε το τέλος της ζωής μας, γιατί τα γηρατειά έχουν κατακλύσει και εσάς και εμένα· ακόμα κι αν τερματίσουμε τη ζωή μας τώρα, μην αλλάξετε την πρόθεσή σας και μην ξεχάσετε την αγάπη σας για τον άγιο».

Έδειξε το χαλί της στον άντρα της και είπε:

«Πάρε το χαλί, πήγαινε να το πουλήσεις και αγόρασε όλα τα απαραίτητα για έναν άξιο εορτασμό της εορτής του Αγίου Νικολάου. Δεν έχουμε τίποτα άλλο και δεν χρειαζόμαστε αυτό το χαλί, γιατί δεν έχουμε παιδιά να το αφήσουμε.»

Ακούγοντας αυτό, ο ευσεβής γέροντας επαίνεσε τη γυναίκα του και, παίρνοντας το χαλί, έφυγε. Καθώς περπατούσε στην πλατεία όπου βρίσκεται η στήλη του αγίου αυτοκράτορα Μεγάλου Κωνσταντίνου και περνούσε από την εκκλησία του Αγίου Πλάτωνα, τον συνάντησε ο Άγιος Νικόλαος, πάντα έτοιμος να βοηθήσει, με τη μορφή ενός σεβάσμιου γέροντα, ο οποίος είπε στον άνδρα που κουβαλούσε το χαλί:

- Αγαπητέ μου φίλε, πού πας;

«Πρέπει να πάω στην αγορά», απάντησε.

Πλησιάζοντας, ο Άγιος Νικόλαος είπε:

- Καλή πράξη. Αλλά πες μου πόσο θέλεις να πουλήσεις αυτό το χαλί, γιατί θα ήθελα να αγοράσω το χαλί σου.

Ο γέροντας είπε στον άγιο:

«Αυτό το χαλί αγοράστηκε κάποτε για 8 χρυσά νομίσματα, αλλά τώρα θα πάρω για αυτό ό,τι μου δώσεις.»

Ο άγιος είπε στον γέροντα:

– Συμφωνείς να πάρεις 6 χρυσά νομίσματα για αυτό;

«Αν μου δώσεις τόσα», είπε ο γέρος, «θα τα δεχτώ με χαρά».

Ο Άγιος Νικόλαος έβαλε το χέρι του στην τσέπη των ρούχων του, έβγαλε από εκεί χρυσό και, δίνοντας 6 μεγάλα χρυσά νομίσματα στα χέρια του γέροντα, του είπε:

- Πάρε αυτό, φίλε, και δώσε μου το χαλί.

Ο γέροντας δέχτηκε με χαρά το χρυσό, γιατί το χαλί άξιζε λιγότερο από αυτό. Παίρνοντας το χαλί από τα χέρια του γέροντα, ο Άγιος Νικόλαος αναχώρησε. Όταν χωρίστηκαν, οι παρόντες στην πλατεία είπαν στον γέροντα:

– Βλέπεις κάποιο φάντασμα, γέρο, που είσαι ο μόνος που μιλάει;

Διότι έβλεπαν μόνο τον γέροντα και άκουγαν τη φωνή του, ενώ ο άγιος ήταν αόρατος και αήκουστος σε αυτούς. Εκείνη την ώρα, ο Άγιος Νικόλαος ήρθε με ένα χαλί στη γυναίκα του γέροντα και της είπε:

«Ο σύζυγός σου είναι παλιός μου φίλος. Όταν με γνώρισε, μου ζήτησε: αγαπώντας με, πήγαινε αυτό το χαλί στη γυναίκα μου, γιατί εγώ χρειάζομαι ένα πράγμα και εσύ κράτα το δικό σου.»

Αφού είπε αυτά, η αγία έγινε αόρατη. Βλέποντας τον σεβάσμιο σύζυγο να λάμπει από φως και να του παίρνει το χαλί, η γυναίκα, από φόβο, δεν τόλμησε να ρωτήσει ποιος ήταν. Νομίζοντας ότι ο σύζυγός της είχε ξεχάσει τα λόγια της και την αγάπη του για τον άγιο, η γυναίκα θύμωσε με τον άντρα της και είπε:

- Αλίμονό μου, καημένη, ο άντρας μου είναι εγκληματίας και γεμάτος ψέματα!

Ενώ έλεγε αυτά και παρόμοια λόγια, δεν ήθελε καν να κοιτάξει το χαλί, φλεγόμενη από αγάπη για τον άγιο.

Μη γνωρίζοντας τι είχε συμβεί, ο σύζυγός της αγόρασε όλα τα απαραίτητα για τον εορτασμό της ημέρας του Αγίου Νικολάου και κατευθύνθηκε στην καλύβα του, πανευτυχής για την πώληση του χαλιού και το γεγονός ότι δεν θα χρειαζόταν να παρεκκλίνει από το ευσεβές του έθιμο. Όταν έφτασε σπίτι, η εξοργισμένη σύζυγός του τον υποδέχτηκε με θυμωμένα λόγια:

«Από τώρα και στο εξής, άφησέ με, γιατί είπες ψέματα στον Άγιο Νικόλαο. Αληθώς μίλησε ο Χριστός, ο Υιός του Θεού: Λουκάς 9 – «Κανένας, που βάζει το χέρι του στο άροτρο και κοιτάζει πίσω, δεν είναι κατάλληλος για τη βασιλεία του Θεού » .

Αφού είπε αυτά και παρόμοια λόγια, έφερε το χαλί στον άντρα της και είπε:

«Ορίστε, πάρε το, δεν θα με ξαναδείς ποτέ. Είπες ψέματα στον Άγιο Νικόλαο και γι' αυτό θα χάσεις όλα όσα πέτυχες τιμώντας τη μνήμη του. Διότι είναι γραμμένο: «Όποιος τηρεί ολόκληρο τον νόμο και αμαρτάνει μόνο σε ένα σημείο, έγινε ένοχος για όλα» ( Ιάκωβος 2:10 ).

Ακούγοντας αυτό από τη γυναίκα του και βλέποντας το χαλί του, ο γέροντας έμεινε έκπληκτος και δεν βρήκε λόγια να απαντήσει. Στάθηκε εκεί για πολλή ώρα και τελικά συνειδητοποίησε ότι ο Άγιος Νικόλαος είχε κάνει ένα θαύμα. Αναστενάζοντας από τα βάθη της καρδιάς του και γεμάτος χαρά, σήκωσε τα χέρια του στον ουρανό και είπε:

– Δόξα εις Σένα, Χριστέ ο Θεός ημών, ο θαυματουργός δια του Αγίου Νικολάου!

Και ο γέρος είπε στη γυναίκα του:

– Για φόβο Θεού, πες μου, ποιος σου έφερε αυτό το χαλί, ένας άντρας ή μια γυναίκα, ένας γέρος ή ένας νέος;

Η γυναίκα του του απάντησε:

«Ένας λαμπρός, έντιμος πρεσβύτερος, ντυμένος με φωτεινά ρούχα, μας έφερε αυτό το χαλί και μου είπε: "Ο άντρας σου είναι φίλος μου", οπότε όταν με συνάντησε, μου ζήτησε να σου φέρω αυτό το χαλί. Πάρ' το.» Παίρνοντας το χαλί, δεν τόλμησα να ρωτήσω τον νεοφερμένο ποιος ήταν, βλέποντάς τον να λάμπει από φως.

Ακούγοντας αυτό από τη σύζυγό του, ο γέροντας έμεινε έκπληκτος και της έδειξε το υπόλοιπο χρυσάφι και όλα όσα είχε αγοράσει για τον εορτασμό της ημέρας του Αγίου Νικολάου: φαγητό, κρασί, πρόσφορο και κεριά.

«Ζει ο Κύριος!» φώναξε. «Ο άνθρωπος που αγόρασε το χαλί από εμένα και το έφερε πίσω σε εμάς, τους φτωχούς και ταπεινούς δούλους, είναι πραγματικά ο Άγιος Νικόλαος, γιατί όσοι με είδαν να συνομιλώ μαζί του είπαν: «Βλέπεις φάντασμα;» Είδαν μόνο εμένα, αλλά αυτός ήταν αόρατος.»

Τότε ο γέροντας και η σύζυγός του φώναξαν, ευχαριστώντας τον Παντοδύναμο Θεό και δοξάζοντας τον μεγάλο ιεράρχη του Χριστού, τον Νικόλαο, έναν ταχύ βοηθό σε όλους όσους τον επικαλούνται με πίστη. Γεμάτοι χαρά, πήγαν αμέσως στην εκκλησία του Αγίου Νικολάου, κουβαλώντας το χρυσό και το χαλί, και είπαν σε όλο τον κλήρο και σε όλους τους παρευρισκόμενους τι είχε συμβεί. Και όλος ο λαός, ακούγοντας την ιστορία τους, δόξασε τον Θεό και τον Άγιο Νικόλαο, που δείχνει έλεος στους δούλους του. Τότε έστειλαν στον Πατριάρχη Μιχαήλ και του ανέφεραν τα πάντα. Ο Πατριάρχης διέταξε να δοθεί στον γέροντα ένα επίδομα από την περιουσία της εκκλησίας της Αγίας Σοφίας. Και γιόρτασαν μια σεβαστή γιορτή, με αίνο και ύμνους.

Ένας ευσεβής άνθρωπος ονόματι Επιφάνιος ζούσε στην Κωνσταντινούπολη. Ήταν πολύ πλούσιος και είχε λάβει μεγάλες τιμές από τον αυτοκράτορα Κωνσταντίνο το 8185 , και είχε πολλούς σκλάβους. Μια μέρα, ήθελε να αγοράσει ένα αγόρι για υπηρέτη, και την τρίτη ημέρα του Δεκεμβρίου, παίρνοντας μια λίτρα χρυσού αξίας 72 ζλάτνικ, ανέβηκε στο άλογό του και πήγε στην αγορά, όπου έμποροι από τους Ρώσους πουλούσαν σκλάβους. Μη μπορώντας να αγοράσει τον σκλάβο, επέστρεψε σπίτι. Κατεβαίνοντας από το άλογό του, μπήκε στο δωμάτιό του, πήρε το χρυσάφι που είχε πάει στην αγορά από την τσέπη του και, τοποθετώντας το κάπου στο δωμάτιο, ξέχασε πού το είχε βάλει. Αυτό του συνέβη από τον αρχέγονο κακό εχθρό του, τον διάβολο, ο οποίος αδιάκοπα διεξάγει πόλεμο εναντίον του χριστιανικού γένους για να αυξήσει την τιμή του στη γη. Μη μπορώντας να ανεχθεί την ευσέβεια του ανθρώπου, συνέλαβε το σχέδιο να τον βυθίσει στην άβυσσο της αμαρτίας. Το πρωί ο ευγενής κάλεσε το αγόρι που τον υπηρετούσε και του είπε:

– Φέρε μου το χρυσό που σου έδωσα χθες, πρέπει να πάω στην αγορά.

Ακούγοντας αυτό, το αγόρι τρόμαξε, γιατί ο αφέντης δεν του έδωσε χρυσό, και είπε:

- Δεν μου δώσατε χρυσό, κύριε.

Ο κύριος είπε:

- Ω κακό και ψεύτικο κεφάλι, πες μου, πού έβαλες το χρυσάφι που σου έδωσα;

Ο άντρας, μη έχοντας τίποτα, ορκίστηκε ότι δεν καταλάβαινε τι έλεγε ο κύριός του. Ο ευγενής εξοργίστηκε και διέταξε τους υπηρέτες του να δέσουν το αγόρι, να το χτυπήσουν ανελέητα και να το αλυσοδέσουν.

Ο ίδιος είπε:

«Θα αποφασίσω για την τύχη του όταν περάσει η γιορτή του Αγίου Νικολάου, γιατί αυτή η γιορτή υποτίθεται ότι θα γινόταν την επόμενη μέρα».

Μόνο του στον ναό, το αγόρι φώναξε με δάκρυα στον παντοδύναμο Θεό, που ελευθερώνει όσους βρίσκονται σε δύσκολη θέση:

«Κύριε Θεέ μου, Ιησού Χριστέ, Παντοδύναμε, Υιέ του Ζωντανού Θεού, που κατοικείς σε άπιαστο φως! Σε κράζω, γιατί γνωρίζεις την ανθρώπινη καρδιά. Εσύ είσαι ο Βοηθός των ορφανών, ο Λυτρωτής των θλιμμένων, ο Παράκλητος των θλιμμένων. Λύτρωσέ με από αυτή την άγνωστη συμφορά. Χάρισέ με ελεήμονα λύτρωση, ώστε ο κύριός μου, απαλλαγμένος από την αμαρτία και την αδικία που μου έγινε, να Σε δοξάσει με χαρά καρδιάς, και εγώ, ο φτωχός δούλος Σου, απαλλαγμένος από αυτή τη συμφορά που με βρήκε άδικα, να Σου προσφέρω ευχαριστίες για την αγάπη Σου προς την ανθρωπότητα».

Λέγοντας αυτά και παρόμοια πράγματα με δάκρυα, προσθέτοντας προσευχή στην προσευχή και δάκρυα στα δάκρυα, το αγόρι φώναξε στον Άγιο Νικόλαο:

«Ω, σεβάσμιε πάτερ, Άγιε Νικόλαε, ελευθέρωσέ με από αυτή τη συμφορά! Ξέρεις ότι είμαι αθώος για όσα λέει ο αφέντης για μένα. Αύριο είναι η γιορτή σου και βρίσκομαι σε μεγάλο κίνδυνο.»

Έπεσε η νύχτα και ο κουρασμένος νέος αποκοιμήθηκε. Ο Άγιος Νικόλαος, πάντα πρόθυμος να βοηθήσει όλους όσους τον επικαλούνται με πίστη, του εμφανίστηκε και του είπε:

- Μη λυπάσαι: ο Χριστός θα σε ελευθερώσει μέσω εμού, του δούλου Του.

Τα δεσμά έπεσαν αμέσως από τα πόδια του, σηκώθηκε και δοξολόγησε τον Θεό και τον Άγιο Νικόλαο. Εκείνη ακριβώς την ώρα, ο άγιος εμφανίστηκε στον κύριό του και τον μάλωσε:

«Γιατί διέπραξες τέτοιο έγκλημα εναντίον του δούλου σου, Επιφάνιε; Εσύ ο ίδιος φταις, γιατί ξέχασες πού έβαλες το χρυσό και βασάνισες αθώα το αγόρι, κι όμως εκείνος παραμένει πιστός σε εσένα. Αλλά επειδή δεν το σχεδίασες εσύ ο ίδιος, αλλά το δίδαξες από τον αρχέγονο, κακό εχθρό σου, τον διάβολο, ήρθα σε εσένα για να μην ξεθωριάσει η αγάπη σου για τον Θεό. Σήκω και ελευθέρωσε το αγόρι· αν με παρακούσεις, τότε μεγάλη συμφορά θα σε βρει ο ίδιος.»

Έπειτα, δείχνοντας με το δάχτυλό του το μέρος όπου βρισκόταν ο χρυσός, ο Άγιος Νικόλαος είπε:

- Σήκω, πάρε το χρυσό σου και ελευθέρωσε το αγόρι.

Έχοντας πει αυτό, έγινε αόρατος.

Ο ευγενής Επιφάνιος ξύπνησε τρέμοντας, έφτασε στο σημείο του δωματίου που του υπέδειξε ο άγιος και βρήκε το χρυσάφι που είχε τοποθετήσει εκεί. Τότε, κυριευμένος από φόβο και γεμάτος χαρά, είπε:

Δόξα Σοι, Χριστέ ο Θεός ημών, η Ελπίδα όλων των Χριστιανών· δόξα Σοι, η Ελπίδα των απελπισμένων, η ταχεία παρηγοριά των απελπισμένων· δόξα Σοι, ο φανερώνων το φως σε όλο τον κόσμο και την ταχεία ανάσταση των πεσόντων στην αμαρτία, άγιε Νικόλαε, ο θεραπεύων όχι μόνον τις σωματικές ασθένειες αλλά και τους πνευματικούς πειρασμούς.

Δακρυσμένος, έπεσε μπροστά στην τίμια εικόνα του Αγίου Νικολάου και είπε:

«Σε ευχαριστώ, αξιότιμε πατέρα, γιατί με έσωσες, τον ανάξιο και αμαρτωλό, και ήρθες σε μένα, τον άθλιο, καθαρίζοντάς με από τις αμαρτίες μου. Τι θα σου ανταποδώσω επειδή με είδες και ήρθες σε μένα;»

Αφού είπε αυτά και παρόμοια πράγματα, ο ευγενής πλησίασε τον νέο και, βλέποντας ότι τα δεσμά είχαν πέσει από πάνω του, έπεσε σε ακόμη μεγαλύτερο τρόμο και αυτομαστιγώθηκε πολύ. Αμέσως διέταξε να απελευθερωθεί ο νέος και τον ηρέμησε με κάθε δυνατό τρόπο. Ο ίδιος έμεινε ξύπνιος όλη τη νύχτα, ευχαριστώντας τον Θεό και τον Άγιο Νικόλαο, που τον είχαν ελευθερώσει από μια τέτοια αμαρτία. Όταν χτύπησαν οι καμπάνες για τον όρθρο, σηκώθηκε, πήρε το χρυσό και πήγε με τον νέο στην εκκλησία του Αγίου Νικολάου. Εκεί με χαρά διηγήθηκε σε όλους το έλεος που του είχαν δώσει ο Θεός και ο Άγιος Νικόλαος. Και όλοι δόξασαν τον Θεό, που κάνει τέτοια θαύματα μέσω των αγίων Του. Όταν ψάλλονταν ο όρθρος, ο κύριος είπε στον νέο στην εκκλησία:

«Παιδί μου, δεν είμαι εγώ ο αμαρτωλός, αλλά ο Θεός σου, ο Δημιουργός του ουρανού και της γης, και ο άγιος δούλος Του, ο Νικόλαος, είθε να σε ελευθερώσουν από τη δουλεία, ώστε κι εγώ μια μέρα να συγχωρεθώ για την αδικία που, από άγνοια, διέπραξα εναντίον σου».

Αφού είπε αυτά, χώρισε το χρυσάφι σε τρία μέρη: το πρώτο μέρος το έδωσε στην εκκλησία του Αγίου Νικολάου, το δεύτερο στους φτωχούς και το τρίτο στον νέο, λέγοντας:

«Πάρε αυτό, παιδί μου, και δεν θα χρωστάς σε κανέναν άλλον παρά μόνο στον Άγιο Νικόλαο. Θα σε φροντίσω σαν στοργικός πατέρας.»

Αφού ευχαρίστησε τον Θεό και τον Άγιο Νικόλαο, ο Επιφάνιος αποχώρησε στο σπίτι του με χαρά.

Μια μέρα στο Κίεβο, ανήμερα της εορτής των αγίων μαρτύρων Βόρις και Γκλεμπ, πλήθος κόσμου συνέρρευσε από όλες τις πόλεις και τα χωριά για τη γιορτή των αγίων μαρτύρων. Ένας Κίεβος, που είχε μεγάλη πίστη στον Άγιο Νικόλαο και τους αγίους μάρτυρες Βόρις και Γκλεμπ , επιβιβάστηκε σε μια βάρκα και έπλευσε προς το Βίσγκοροντ για να προσκυνήσει τον τάφο των αγίων μαρτύρων Βόρις και Γκλεμπ , παίρνοντας μαζί του κεριά, θυμίαμα και πρόσφορα - όλα όσα ήταν απαραίτητα για μια άξια γιορτή. Αφού προσκύνησε τα λείψανα των αγίων και αγαλλίασε πνευματικά, ξεκίνησε για την πατρίδα του. Καθώς έπλεε κατά μήκος του ποταμού Δνείπερου, η σύζυγός του, κρατώντας ένα παιδί στην αγκαλιά της, αποκοιμήθηκε και έριξε το παιδί στο νερό, το οποίο πνίγηκε. Ο πατέρας άρχισε να σκίζει τα μαλλιά του, αναφωνώντας:

«Αλίμονό μου, Άγιε Νικόλαε! Γι' αυτό είχα τόσο μεγάλη πίστη σε σένα, ώστε να μην σώσεις το παιδί μου από τον πνιγμό; Ποιος θα κληρονομήσει την περιουσία μου; Ποιον να διδάξω να γιορτάζει αυτή τη λαμπρή γιορτή στη μνήμη σου, του μεσολαβητή μου; Πώς να διηγηθώ το μεγάλο σου έλεος, που έχυσες σε όλο τον κόσμο και σε μένα, μια φτωχή ψυχή, όταν πνίγηκε το παιδί μου; Ήθελα να τον αναθρέψω, φωτίζοντάς τον με τα θαύματά σου, ώστε μετά θάνατον να δοξάζομαι για το γεγονός ότι τα παιδιά μου τιμούν τη μνήμη του Αγίου Νικολάου. Αλλά εσύ, Άγιε, δεν έφερες μόνο θλίψη σε μένα, αλλά και στον εαυτό σου, γιατί σύντομα η ίδια η μνήμη σου πρέπει να σβήσει στο σπίτι μου, γιατί είμαι γέρος και περιμένω τον θάνατό μου. Αν ήθελες να σώσεις το παιδί, θα μπορούσες να το είχες σώσει, αλλά εσύ ο ίδιος το άφησες να πνιγεί και δεν έσωσες το μοναχοπαίδι μου από τα βάθη της θάλασσας. Ή μήπως νομίζεις ότι δεν γνωρίζω τα θαύματά σου;» Είναι αμέτρητοι, και η ανθρώπινη γλώσσα δεν μπορεί να τους εκφράσει, και εγώ, Άγιε Πατέρα, πιστεύω ότι όλα όσα επιθυμείτε να κάνετε είναι δυνατά για εσάς, αλλά οι ανομίες μου έχουν επικρατήσει. Τώρα καταλαβαίνω, βασανισμένος από τη λύπη, ότι αν είχα τηρήσει τις εντολές του Θεού άμεμπτα, όλη η κτίση θα είχε υποταχθεί σε μένα, όπως έκανε στον Αδάμ στον Παράδεισο, πριν από την Πτώση. Τώρα, όμως, όλη η κτίση επαναστατεί εναντίον μου: το νερό θα πνιγεί, τα θηρία θα με κατασπαράξουν, τα φίδια θα με καταπιούν, οι κεραυνοί θα με κάψουν, τα πουλιά θα με τσιμπήσουν, τα βοοειδή θα εξαγριωθούν και θα καταπατήσουν τα πάντα, οι άνθρωποι θα με σκοτώσουν, το ψωμί που μας δίνεται για τροφή δεν θα μας χορτάσει και, με το θέλημα του Θεού, θα είναι η καταστροφή μας. Αλλά εμείς, προικισμένοι με ψυχή και λογική και δημιουργημένοι κατ' εικόνα Θεού, δεν εκπληρώνουμε, ωστόσο, το θέλημα του Δημιουργού μας όπως πρέπει. Αλλά μην θυμώνεις μαζί μου, άγιε πατέρα Νικόλαε, που μιλάω τόσο τολμηρά, γιατί δεν απελπίζομαι για τη σωτηρία μου, έχοντας εσένα ως βοηθό μου.

Η γυναίκα του έσκιζε τα μαλλιά της και χτυπούσε τα μάγουλά της. Τελικά, έφτασαν στην πόλη και, θλιμμένοι, μπήκαν στο σπίτι τους. Νύχτασε και ο Επίσκοπος του Χριστού Νικόλαος, πάντα έτοιμος να βοηθήσει όλους όσους τον επικαλούνταν, έκανε ένα θαυμαστό θαύμα, που όμοιό του δεν είχε ξαναδεί. Εκείνο το βράδυ, πήρε ένα πνιγμένο παιδί από το ποτάμι και το έβαλε στο πατάρι της χορωδίας της Αγίας Σοφίας, ζωντανό και αβλαβές. Όταν ήρθε η ώρα για την πρωινή προσευχή, ο νεωκόρος μπήκε στην εκκλησία και άκουσε τα κλάματα του παιδιού στο πατάρι της χορωδίας. Στάθηκε εκεί για πολλή ώρα, βυθισμένος στις σκέψεις του:

- Ποιος άφησε μια γυναίκα να μπει στη χορωδία;

Πήγε στον υπεύθυνο της τάξης στη χορωδία και άρχισε να τον επιπλήττει. Είπε ότι δεν ήξερε τίποτα, αλλά ο νεωκόρος τον μάλωσε:

- Σε έχουν πιάσει στα πράσα, επειδή τα παιδιά ουρλιάζουν στη χορωδία.

Ο διευθυντής της χορωδίας φοβήθηκε και, πλησιάζοντας τη χορωδία, τη βρήκε ανέγγιχτη και άκουσε τη φωνή ενός παιδιού. Μπαίνοντας στη χορωδία, είδε ένα παιδί, εντελώς μούσκεμα στο νερό, μπροστά στην εικόνα του Αγίου Νικολάου. Μη σίγουρος τι να σκεφτεί, το ανέφερε στον Μητροπολίτη. Αφού τέλεσε τον Όρθρο, ο Μητροπολίτης έστειλε κόσμο να συγκεντρωθεί στην πλατεία και να τους ρωτήσει τίνος το παιδί βρισκόταν στο πατάρι της χορωδίας της Αγίας Σοφίας. Όλοι οι πολίτες πήγαν στην εκκλησία, αναρωτώμενοι από πού θα μπορούσε να προέρχεται ένα παιδί μούσκεμα στο νερό. Ο πατέρας του παιδιού ήρθε επίσης θαυμάζοντας το θαύμα και, βλέποντάς το, το αναγνώρισε. Αλλά, μη πιστεύοντας τον εαυτό του, πήγε στη γυναίκα του και της τα είπε όλα. Εκείνη άρχισε αμέσως να επιπλήττει τον άντρα της, λέγοντας:

– Πώς γίνεται να μην καταλαβαίνεις ότι αυτό είναι θαύμα που έκανε ο Άγιος Νικόλαος;

Έσπευσε στην εκκλησία, αναγνώρισε το παιδί της και, χωρίς να το αγγίξει, έπεσε μπροστά στην εικόνα του Αγίου Νικολάου και προσευχήθηκε με τρυφερότητα και δάκρυα. ​​Ο σύζυγός της, που στεκόταν σε απόσταση, έχυσε δάκρυα. ​​Ακούγοντας αυτό, όλος ο λαός συνέρρευσε για να δει το θαύμα και όλη η πόλη συγκεντρώθηκε, δοξάζοντας τον Θεό και τον Άγιο Νικόλαο. Ο Μητροπολίτης γιόρτασε την ιερή εορτή του Αγίου Νικολάου, δοξάζοντας την Αγία Τριάδα, τον Πατέρα, τον Υιό και το Άγιο Πνεύμα. Αμήν.




 

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου