ΕΑΝ ΘΕΛΕΤΕ
ΕΠΙΣΚΕΦΘΕΙΤΕ
ΤΙΣ ΠΑΡΑΚΑΤΩ
ΔΗΜΟΣΙΕΥΜΕΝΕΣ ΞΕΝΕΣ ΙΣΤΟΣΕΛΙΔΕΣ
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Στην Οία υπάρχουν 2 εκκλησίες προς τιμή των Αγίων Εφτά Παίδων της Εφέσου.
Άγιοι Επτά Παίδες εν Εφέσω
Семь
спящих Ефесских отроков: Максимилиан, Иамвлих, Мартиниан, Иоанн,
Дионисий, Константин, Антонин и мученичество Иакова, брата Господня;
Греция; XVI в.
Οι άγιοι επτά Παίδες, Μαξιμιλιανός, Εξακουστωδιανός, Ιάμβλιχος, Μαρτινιανός, Διονύσιος, Ιωάννης και Κωνσταντίνος, Τοιχογραφία Fresco. Αγιον Όρος ( Ι. Μονή Διονυσίου). το 1547 μ.Χ. του Τζώρτζη (Ζώρζη) Fuca.
Τὸν ἑπτάριθμον τιμῶ χορὸν Μαρτύρων,
Δείξαντα Ἀνάστασιν νεκρῶν τῷ κόσμῳ
Τῇ δὲ τετάρτῃ νεκροέγερτοι ξύνθανον ἑπτά.
Βιογραφία
Οι άγιοι επτά Παίδες, Μαξιμιλιανός, Εξακουστωδιανός, Ιάμβλιχος, Μαρτινιανός, Διονύσιος, Ιωάννης και Κωνσταντίνος, έζησαν κατά την εποχή του αυτοκράτορα Δεκίου (249-251 μ.Χ.). Οι νέοι αυτοί, μόλις βρήκαν την κατάλληλη ευκαιρία και ύστερα από συνετή σκέψη και εκτίμηση, μοίρασαν τα υπάρχοντά τους στους φτωχούς και μπήκαν και κρύφτηκαν μέσα σε ένα σπήλαιο. Εκεί, αφού προσευχήθηκαν να λυθούν από τα δεσμά του σώματος και να μην παραδοθούν στον αυτοκράτορα Δέκιο, παρέδωσαν τις ψυχές τους στο Θεό. Ο Αυτοκράτορας δε, όταν επέστρεψε στην Έφεσο, τους αναζήτησε, για να τους αναγκάσει να προσφέρουν θυσίες στα είδωλα. Μόλις όμως έμαθε ότι εκείνοι είχαν πεθάνει στο σπήλαιο, πρόσταξε και έφραξαν με μανδρότοιχο το στόμιο του σπηλαίου αυτού.
Έκτοτε λοιπόν πέρασαν εκατόν ενενήντα τέσσερα έτη και φτάνουμε μέχρι το τριακοστό όγδοο έτος της βασιλείας του Θεοδοσίου Β΄ του Μικρού (408-450 μ.Χ.), ήτοι μέχρι το έτος 446 μ.Χ. Τότε εμφανίστηκε στους κόλπους του Χριστιανισμού μια αίρεση, η οποία δε δεχόταν το δόγμα της αναστάσεως των νεκρών. Η αίρεση αυτή, στην οποία είχαν προσχωρήσει και μερικοί επίσκοποι, προκαλούσε μεγάλη αναταραχή και αναστάτωση στην Εκκλησία. Ο δε Αυτοκράτορας, βλέποντας την αναστάτωση αυτή της Εκκλησίας του Θεού, δεν ήξερε τι να κάνει. Όμως δεν απελπίστηκε, αλλά, αφού φόρεσε έναν τρίχινο σάκο και κάθισε κατά γης, θρηνούσε και παρακαλούσε το Θεό να του φανερώσει τον τρόπο διάλυσης της αίρεσης.
Ο Κύριος λοιπόν δεν παρέβλεψε τα δάκρυα του Αυτοκράτορα και ικανοποίησε το αίτημά του με τον ακόλουθο τρόπο: Ο κύριος του όρους, στο οποίο βρισκόταν το σπήλαιο των αγίων επτά Παίδων, θέλησε κατά τον καιρό εκείνο να χτίσει μαντρί για το ποίμνιό του. Έτσι λοιπόν, παίρνοντας επί δύο ημέρες πέτρες από τον μανδρότοιχο του σπηλαίου, για να οικοδομήσει το μαντρί του, ανοίχτηκε το στόμιο του σπηλαίου αυτού. Τότε ακριβώς, με προσταγή του Θεού, αναστήθηκαν οι άγιοι επτά Παίδες, που είχαν πεθάνει μέσα στο σπήλαιο αυτό, και συνομιλούσαν μεταξύ τους, σαν να είχαν κοιμηθεί την προηγούμενη ημέρα. Τα σώματά τους δε δεν είχαν αλλοιωθεί στο παραμικρό και τα ενδύματά τους δεν είχαν φθαρεί ούτε σαπίσει από την υγρασία του σπηλαίου, αν και είχαν περάσει εκατόν ενενήντα τέσσερα χρόνια.
Μετά την ανάστασή τους οι άγιοι επτά Παίδες είχαν έντονο στη μνήμη τους το γεγονός ότι ο Δέκιος ζητούσε να τους τιμωρήσει και περί αυτού ακριβώς συνομιλούσαν μεταξύ τους. Συγκεκριμένα, ο Μαξιμιλιανός έλεγε προς τους άλλους: “Και αν συλληφθούμε, αδελφοί, ας σταθούμε γενναίοι και να μην προδώσουμε την ευγένεια της πίστης μας. Εσύ δε, αδελφέ Ιάμβλιχε, πήγαινε να αγοράσεις άρτους, πλην όμως περισσότερους. Γιατί χθες το βράδυ έφερες λίγους, και κοιμηθήκαμε σχεδόν πεινασμένοι. Επιπλέον προσπάθησε να μάθεις τι σκέφτεται για εμάς ο Δέκιος”.
Όταν λοιπόν ο Ιάμβλιχος πήγε στην πόλη, είδε στην πύλη το σημείο του Σταυρού. Το γεγονός αυτό του προκάλεσε έκπληξη και θαυμασμό. Βλέποντας δε το Σταυρό και σε άλλους τόπους, καθώς επίσης και τα κτίρια να διαφέρουν από εκείνα που ήξερε και τους ανθρώπους επίσης κάπως διαφορετικούς, νόμισε ότι βλέπει όραμα ή ότι περιέπεσε σε έκσταση. Πήγε όμως στους αρτοπώλες, πήρε τους απαραίτητους άρτους και, αφού έδωσε τα χρήματα που έπρεπε, έσπευδε να επιστρέψει στο σπήλαιο. Ενώ λοιπόν ετοιμαζόταν να φύγει, είδε τους αρτοπώλες να δείχνουν ο ένας στον άλλο το ασημένιο νόμισμα, να κοιτάζουν προς αυτόν και να λένε ότι αυτός βρήκε κάποιο θησαυρό, αφού το νόμισμα που τους έδωσε για τους άρτους είχε στην επιφάνειά του τυπωμένη την εικόνα του αυτοκράτορα Δεκίου, ο οποίος είχε πεθάνει προ πολλού (πριν από 194 χρόνια).
Μετά από το γεγονός αυτό ο Ιάμβλιχος τρόμαξε πολύ και έμεινε άφωνος, νομίζοντας ότι αυτοί τον αναγνώρισαν και θα τον συνελάμβαναν για να τον παραδώσουν στον αυτοκράτορα Δέκιο. Έπεσε λοιπόν στα πόδια τους και τους παρακαλούσε λέγοντας: “Σας παρακαλώ, κύριοί μου, έχετε στα χέρια σας το αργύριό μου, πάρτε πίσω και τους άρτους σας. Μόνο αφήστε με να φύγω”. Οι αρτοπώλες τού απάντησαν: “Δείξε μας το θησαυρό που βρήκες και δώσε και σ’ εμάς μερίδιο απ’ αυτόν. Αλλιώς σε παραδίνουμε στο θάνατο”. Και συγχρόνως με τα λόγια αυτά του πέρασαν αλυσίδα στο λαιμό και τον έσυραν στη λεωφόρο (στον κεντρικό και μεγάλο δρόμο της πόλης). Εν συνεχεία τον οδήγησαν στον ανθύπατο προς ανάκριση. Εκείνος, μόλις τον είδε, του είπε: “Πες μας, νέε, πώς βρήκες το θησαυρό, πόσος είναι και πού βρίσκεται”. Ο Άγιος τού απάντησε: “Εγώ δε βρήκα ποτέ κανένα θησαυρό. Το νόμισμα που έδωσα στους αρτοπώλες το είχα από τους γονείς μου. Δεν ξέρω λοιπόν τι συμβαίνει με μένα τώρα”. Ο ανθύπατος τότε τον ρώτησε: “Από ποια πόλη είσαι;”. Ο Ιάμβλιχος απάντησε: “Από αυτήν, αν αυτή είναι η Έφεσος”. Τότε ο ανθύπατος είπε: “Ποιοι είναι οι γονείς σου; Ας έλθουν εδώ και, αν διαπιστωθεί η αλήθεια, θα σε πιστέψουμε”. Ο Άγιος του απάντησε: “Ο δείνα είναι ο πατέρας μου, ο δείνα είναι συγγενής και ο δείνα είναι ο παππούς μου”. Ο ανθύπατος, μόλις άκουσε τα ονόματα, είπε στον Ιάμβλιχο: “Τα ονόματα που ανέφερες είναι ξένα και ανυπόστατα και έξω από αυτά που κατά τη συνήθεια χρησιμοποιούνται. Επομένως δεν μπορείς να γίνεις πιστευτός”. Τότε ο Άγιος είπε στον ανθύπατο: “Αν, ενώ σου λέω την αλήθεια, δε με πιστεύεις, δεν ξέρω να σου πω πλέον τίποτε άλλο”.
Ύστερα από αυτά ο ανθύπατος είπε: ” Ασεβέστατε, το νόμισμά σου με την επιγραφή του μαρτυρεί ότι τυπώθηκε πριν από διακόσια χρόνια, επί αυτοκράτορα Δεκίου, κι εσύ, όντας νεότερος, προσπαθείς να μας εξαπατήσεις;”. Τότε ο Ιάμβλιχος έπεσε στα πόδια του ανθυπάτου και των παρευρεθέντων και τους παρακαλούσε λέγοντας: “Σας παρακαλώ, κύριοί μου, πέστε μου, που είναι ο Δέκιος, ο βασιλιάς, που ήταν στην πόλη αυτή;”. Εκείνοι του απάντησαν: “Κατά τους παρόντες χρόνους δεν υπάρχει βασιλιάς Δέκιος. Αυτός βασίλευσε πριν από πολλά χρόνια”. Τότε ο Ιάμβλιχος είπε: “Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο, κύριοί μου, εκπλαγήκατε. Πλην όμως ακολουθήστε με να πάμε στο σπήλαιο και ίσως από τα σημεία που θα δείτε θα διαπιστωθεί η αλήθεια των λόγων μου. Εγώ πράγματι ξέρω ότι φύγαμε από την πόλη εξ αιτίας του Δεκίου και ότι χθες, ερχόμενος να αγοράσω άρτους, είδα ότι ο Δέκιος εισήλθε στην πόλη αυτή”.
Αυτά είπε ο άγιος Ιάμβλιχος, ο δε επίσκοπος Εφέσου Μαρίνος, μόλις τα άκουσε, είπε στον ανθύπατο: “Έχω τη γνώμη ότι κάτι θαυμαστό συμβαίνει με την υπόθεση αυτή. Έτσι, ας τον ακολουθήσουμε”. Και πράγματι ακολούθησαν τον Άγιο μέχρι το σπήλαιο ο ανθύπατος, ο επίσκοπος Μαρίνος και πολύς λαός. Πρώτος μπήκε στο σπήλαιο ο Ιάμβλιχος. Έπειτα μπήκε ο Επίσκοπος, ο οποίος, μόλις έστρεψε το βλέμμα του προς τα δεξιά μέρη του στομίου, είδε ένα κιβώτιο σφραγισμένο με δυο ασημένιες σφραγίδες. Το κιβώτιο αυτό το είχαν τοποθετήσει εκεί ο Ρουφίνος και ο Θεόδωρος ως χριστιανοί, οι οποίοι είχαν αποσταλεί εκεί από το Δέκιο μαζί με τους άλλους, στους οποίους ο Αυτοκράτορας αυτός είχε δώσει την εντολή να φράξουν με μανδρότοιχο το στόμιο του σπηλαίου. Οι δύο χριστιανοί, Ρουφίνος και Θεόδωρος, έγραψαν και τα Συναξάρια των αγίων επτά Παίδων και σημείωσαν τα ονόματά τους σε μολύβδινες πλάκες. Όταν λοιπόν συνάχτηκαν όλοι οι έγκριτοι άρχοντες μαζί με τον ανθύπατο, άνοιξαν το κιβώτιο και βρήκαν τις μολύβδινες πλάκες, τις οποίες διάβασαν και ένιωσαν όλοι τους απερίγραπτη έκπληξη από το θαυμαστό αυτό γεγονός. Αμέσως δε τότε προχώρησαν στα ενδότερα του σπηλαίου, όπου βρήκαν τους Αγίους και έπεσαν στα πόδια τους. Κατόπιν κάθισαν κατά γης και τους ρωτούσαν. Οι Άγιοι τους διηγήθηκαν τα σχετικά με τους εαυτούς τους και εν συνεχεία τα κακουργήματα του Δεκίου εις βάρος των Χριστιανών. Μόλις εκείνοι άκουσαν όσα οι Άγιοι τούς διηγήθηκαν, εκπλήττονταν και δόξαζαν το Θεό, τον ποιητή των θαυμασίων.
Τότε ο ανθύπατος και ο επίσκοπος Μαρίνος με αναφορά τους γνωστοποίησαν τα θαυμαστά αυτά γεγονότα στον αυτοκράτορα Θεοδόσιο. Εκείνος δοκίμασε απέραντη χαρά για όλα αυτά και έσπευσε αμέσως στην Έφεσο. Στη συνέχεια ανήλθε στο σπήλαιο. Εκεί βρήκε τους αγίους επτά Παίδες και, αφού έπεσε κατά γης, τους έβρεχε τα πόδια με τα δάκρυά του και τα αποσπόγγιζε. Η αγαλλίαση δε και η χαρά του ήταν απερίγραπτη, αφού ο Κύριος δεν παρείδε το αίτημά του και έδειξε σ’ αυτόν οφθαλμοφανώς την ανάσταση των νεκρών. Ενώ δε ο αυτοκράτορας Θεοδόσιος συνομιλούσε με τους Αγίους, καθώς επίσης οι επίσκοποι και άλλοι άρχοντες, οι Άγιοι νύσταξαν λίγο και, έτσι, μπροστά σε όλους εξεδήμησαν προς Κύριον.
Τότε ο Αυτοκράτορας, αφού πρόσφερε πολύτιμα άμφια και αρκετό χρυσάφι και ασήμι, πρόσταξε να κατασκευάσουν επτά θήκες προς τιμήν των Αγίων και να τεθούν μέσα σ’ αυτές τα λείψανά τους. Αλλά κατά τη νύχτα που ακολούθησε εμφανίστηκαν σ’ αυτόν οι Άγιοι και του είπαν: “Άφησέ μας, βασιλιά, στο σπήλαιο που έγινε η ανάστασή μας”. Έτσι λοιπόν, αφού έγινε μεγάλη σύναξη επισκόπων και αρχόντων, ο Αυτοκράτορας κατέθεσε τα λείψανα των Αγίων στη γη του σπηλαίου, καθώς εκείνοι με οπτασία του ζήτησαν. Εν συνεχεία οργάνωσε και πραγματοποίησε στον τόπο εκείνο λαμπρή και χαρμόσυνη εορτή, φιλοξένησε με πλούσια αγαθά τους φτωχούς της Εφέσου, χαροποίησε όλο το λαό με λαμπρές βασιλικές τιμές και έβγαλε από τις φυλακές τους επισκόπους που είχαν φυλακιστεί, επειδή κήρυτταν το δόγμα της αναστάσεως των νεκρών. Ακολούθως έγινε από όλους κοινή εορτή, κατά την οποία αναπέμφθηκαν λόγοι και ύμνοι ευχαριστίας και δοξολογίας προς τον Κύριο και Θεό μας Ιησού Χριστό.
(Από το Συναξαριστή της Αποστολικής Διακονίας “Με τους Αγίους μας” του Γεωργίου Δ. Παπαδημητροπούλου)
Οι άγιοι επτά Παίδες, Μαξιμιλιανός, Εξακουστωδιανός, Ιάμβλιχος, Μαρτινιανός, Διονύσιος, Ιωάννης και Κωνσταντίνος, έζησαν κατά την εποχή του αυτοκράτορα Δεκίου (249-251 μ.Χ.). Οι νέοι αυτοί, μόλις βρήκαν την κατάλληλη ευκαιρία και ύστερα από συνετή σκέψη και εκτίμηση, μοίρασαν τα υπάρχοντά τους στους φτωχούς και μπήκαν και κρύφτηκαν μέσα σε ένα σπήλαιο. Εκεί, αφού προσευχήθηκαν να λυθούν από τα δεσμά του σώματος και να μην παραδοθούν στον αυτοκράτορα Δέκιο, παρέδωσαν τις ψυχές τους στο Θεό. Ο Αυτοκράτορας δε, όταν επέστρεψε στην Έφεσο, τους αναζήτησε, για να τους αναγκάσει να προσφέρουν θυσίες στα είδωλα. Μόλις όμως έμαθε ότι εκείνοι είχαν πεθάνει στο σπήλαιο, πρόσταξε και έφραξαν με μανδρότοιχο το στόμιο του σπηλαίου αυτού.
Στο
μέρος, όπου βρισκόταν το σπήλαιο των Αγίων Επτά Παίδων, χτίστηκε με το
πέρασμα του χρόνου ένα εκκλησιαστικό συγκρότημα. Ανακαλύφθηκε μετά από
ανασκαφές το 1927.
Tὸ σπήλαιο τῶν Ἁγίων στὴν Ἔφεσο
Έκτοτε λοιπόν πέρασαν εκατόν ενενήντα τέσσερα έτη και φτάνουμε μέχρι το τριακοστό όγδοο έτος της βασιλείας του Θεοδοσίου Β΄ του Μικρού (408-450 μ.Χ.), ήτοι μέχρι το έτος 446 μ.Χ. Τότε εμφανίστηκε στους κόλπους του Χριστιανισμού μια αίρεση, η οποία δε δεχόταν το δόγμα της αναστάσεως των νεκρών. Η αίρεση αυτή, στην οποία είχαν προσχωρήσει και μερικοί επίσκοποι, προκαλούσε μεγάλη αναταραχή και αναστάτωση στην Εκκλησία. Ο δε Αυτοκράτορας, βλέποντας την αναστάτωση αυτή της Εκκλησίας του Θεού, δεν ήξερε τι να κάνει. Όμως δεν απελπίστηκε, αλλά, αφού φόρεσε έναν τρίχινο σάκο και κάθισε κατά γης, θρηνούσε και παρακαλούσε το Θεό να του φανερώσει τον τρόπο διάλυσης της αίρεσης.
Ефесские отроки, мч. (4 августа)
Менологий 2 - 5 августа;
Византия. Греция; XIV в.; памятник:
Византийский менологий (Byzantine illumination Menologion);
10 x 13 см.; местонахождение: Англия. Оксфорд.
Бодлеанская Библиотека
(Bodleian Library)
Οι Άγιοι Επτά Παίδες εν Εφέσω
Μηνολόγιο 2 - 5 Αυγούστου
Βυζαντινή Μηνολόγιο τού 14ου αιώνα μ.Χ.
Τώρα ευρίσκεται στην Αγγλία. Οξφόρδη.
Bodleian Βιβλιοθήκη (Bodleian Library)
Ο Κύριος λοιπόν δεν παρέβλεψε τα δάκρυα του Αυτοκράτορα και ικανοποίησε το αίτημά του με τον ακόλουθο τρόπο: Ο κύριος του όρους, στο οποίο βρισκόταν το σπήλαιο των αγίων επτά Παίδων, θέλησε κατά τον καιρό εκείνο να χτίσει μαντρί για το ποίμνιό του. Έτσι λοιπόν, παίρνοντας επί δύο ημέρες πέτρες από τον μανδρότοιχο του σπηλαίου, για να οικοδομήσει το μαντρί του, ανοίχτηκε το στόμιο του σπηλαίου αυτού. Τότε ακριβώς, με προσταγή του Θεού, αναστήθηκαν οι άγιοι επτά Παίδες, που είχαν πεθάνει μέσα στο σπήλαιο αυτό, και συνομιλούσαν μεταξύ τους, σαν να είχαν κοιμηθεί την προηγούμενη ημέρα. Τα σώματά τους δε δεν είχαν αλλοιωθεί στο παραμικρό και τα ενδύματά τους δεν είχαν φθαρεί ούτε σαπίσει από την υγρασία του σπηλαίου, αν και είχαν περάσει εκατόν ενενήντα τέσσερα χρόνια.
Μετά την ανάστασή τους οι άγιοι επτά Παίδες είχαν έντονο στη μνήμη τους το γεγονός ότι ο Δέκιος ζητούσε να τους τιμωρήσει και περί αυτού ακριβώς συνομιλούσαν μεταξύ τους. Συγκεκριμένα, ο Μαξιμιλιανός έλεγε προς τους άλλους: “Και αν συλληφθούμε, αδελφοί, ας σταθούμε γενναίοι και να μην προδώσουμε την ευγένεια της πίστης μας. Εσύ δε, αδελφέ Ιάμβλιχε, πήγαινε να αγοράσεις άρτους, πλην όμως περισσότερους. Γιατί χθες το βράδυ έφερες λίγους, και κοιμηθήκαμε σχεδόν πεινασμένοι. Επιπλέον προσπάθησε να μάθεις τι σκέφτεται για εμάς ο Δέκιος”.
Семь
отроков во Ефесе: Максимилиан, Иамвлих, Мартиниан, Иоанн, Дионисий,
Ексакустодиан (Константин) и Антонин (ок. 250; 408—450). XVIII век,
Россия,
Οι
άγιοι επτά Παίδες, Μαξιμιλιανός, Εξακουστωδιανός, Ιάμβλιχος,
Μαρτινιανός, Διονύσιος, Ιωάννης και Κωνσταντίνος, Εικόνα τού 18ου αιώνα
μ.Χ. στην Ρωσία.
Όταν λοιπόν ο Ιάμβλιχος πήγε στην πόλη, είδε στην πύλη το σημείο του Σταυρού. Το γεγονός αυτό του προκάλεσε έκπληξη και θαυμασμό. Βλέποντας δε το Σταυρό και σε άλλους τόπους, καθώς επίσης και τα κτίρια να διαφέρουν από εκείνα που ήξερε και τους ανθρώπους επίσης κάπως διαφορετικούς, νόμισε ότι βλέπει όραμα ή ότι περιέπεσε σε έκσταση. Πήγε όμως στους αρτοπώλες, πήρε τους απαραίτητους άρτους και, αφού έδωσε τα χρήματα που έπρεπε, έσπευδε να επιστρέψει στο σπήλαιο. Ενώ λοιπόν ετοιμαζόταν να φύγει, είδε τους αρτοπώλες να δείχνουν ο ένας στον άλλο το ασημένιο νόμισμα, να κοιτάζουν προς αυτόν και να λένε ότι αυτός βρήκε κάποιο θησαυρό, αφού το νόμισμα που τους έδωσε για τους άρτους είχε στην επιφάνειά του τυπωμένη την εικόνα του αυτοκράτορα Δεκίου, ο οποίος είχε πεθάνει προ πολλού (πριν από 194 χρόνια).
Семь
отроков во Ефесе: Максимилиан, Иамвлих, Мартиниан, Иоанн, Дионисий,
Ексакустодиан (Константин) и Антонин XVI-XVII век, Россия,
Οι
άγιοι επτά Παίδες, Μαξιμιλιανός, Εξακουστωδιανός, Ιάμβλιχος,
Μαρτινιανός, Διονύσιος, Ιωάννης και Κωνσταντίνος, Τοιχογραφία τού 16ου
- 17ου αιώνα μ.Χ. στην Ρωσία.
Μετά από το γεγονός αυτό ο Ιάμβλιχος τρόμαξε πολύ και έμεινε άφωνος, νομίζοντας ότι αυτοί τον αναγνώρισαν και θα τον συνελάμβαναν για να τον παραδώσουν στον αυτοκράτορα Δέκιο. Έπεσε λοιπόν στα πόδια τους και τους παρακαλούσε λέγοντας: “Σας παρακαλώ, κύριοί μου, έχετε στα χέρια σας το αργύριό μου, πάρτε πίσω και τους άρτους σας. Μόνο αφήστε με να φύγω”. Οι αρτοπώλες τού απάντησαν: “Δείξε μας το θησαυρό που βρήκες και δώσε και σ’ εμάς μερίδιο απ’ αυτόν. Αλλιώς σε παραδίνουμε στο θάνατο”. Και συγχρόνως με τα λόγια αυτά του πέρασαν αλυσίδα στο λαιμό και τον έσυραν στη λεωφόρο (στον κεντρικό και μεγάλο δρόμο της πόλης). Εν συνεχεία τον οδήγησαν στον ανθύπατο προς ανάκριση. Εκείνος, μόλις τον είδε, του είπε: “Πες μας, νέε, πώς βρήκες το θησαυρό, πόσος είναι και πού βρίσκεται”. Ο Άγιος τού απάντησε: “Εγώ δε βρήκα ποτέ κανένα θησαυρό. Το νόμισμα που έδωσα στους αρτοπώλες το είχα από τους γονείς μου. Δεν ξέρω λοιπόν τι συμβαίνει με μένα τώρα”. Ο ανθύπατος τότε τον ρώτησε: “Από ποια πόλη είσαι;”. Ο Ιάμβλιχος απάντησε: “Από αυτήν, αν αυτή είναι η Έφεσος”. Τότε ο ανθύπατος είπε: “Ποιοι είναι οι γονείς σου; Ας έλθουν εδώ και, αν διαπιστωθεί η αλήθεια, θα σε πιστέψουμε”. Ο Άγιος του απάντησε: “Ο δείνα είναι ο πατέρας μου, ο δείνα είναι συγγενής και ο δείνα είναι ο παππούς μου”. Ο ανθύπατος, μόλις άκουσε τα ονόματα, είπε στον Ιάμβλιχο: “Τα ονόματα που ανέφερες είναι ξένα και ανυπόστατα και έξω από αυτά που κατά τη συνήθεια χρησιμοποιούνται. Επομένως δεν μπορείς να γίνεις πιστευτός”. Τότε ο Άγιος είπε στον ανθύπατο: “Αν, ενώ σου λέω την αλήθεια, δε με πιστεύεις, δεν ξέρω να σου πω πλέον τίποτε άλλο”.
Ύστερα από αυτά ο ανθύπατος είπε: ” Ασεβέστατε, το νόμισμά σου με την επιγραφή του μαρτυρεί ότι τυπώθηκε πριν από διακόσια χρόνια, επί αυτοκράτορα Δεκίου, κι εσύ, όντας νεότερος, προσπαθείς να μας εξαπατήσεις;”. Τότε ο Ιάμβλιχος έπεσε στα πόδια του ανθυπάτου και των παρευρεθέντων και τους παρακαλούσε λέγοντας: “Σας παρακαλώ, κύριοί μου, πέστε μου, που είναι ο Δέκιος, ο βασιλιάς, που ήταν στην πόλη αυτή;”. Εκείνοι του απάντησαν: “Κατά τους παρόντες χρόνους δεν υπάρχει βασιλιάς Δέκιος. Αυτός βασίλευσε πριν από πολλά χρόνια”. Τότε ο Ιάμβλιχος είπε: “Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο, κύριοί μου, εκπλαγήκατε. Πλην όμως ακολουθήστε με να πάμε στο σπήλαιο και ίσως από τα σημεία που θα δείτε θα διαπιστωθεί η αλήθεια των λόγων μου. Εγώ πράγματι ξέρω ότι φύγαμε από την πόλη εξ αιτίας του Δεκίου και ότι χθες, ερχόμενος να αγοράσω άρτους, είδα ότι ο Δέκιος εισήλθε στην πόλη αυτή”.
Αυτά είπε ο άγιος Ιάμβλιχος, ο δε επίσκοπος Εφέσου Μαρίνος, μόλις τα άκουσε, είπε στον ανθύπατο: “Έχω τη γνώμη ότι κάτι θαυμαστό συμβαίνει με την υπόθεση αυτή. Έτσι, ας τον ακολουθήσουμε”. Και πράγματι ακολούθησαν τον Άγιο μέχρι το σπήλαιο ο ανθύπατος, ο επίσκοπος Μαρίνος και πολύς λαός. Πρώτος μπήκε στο σπήλαιο ο Ιάμβλιχος. Έπειτα μπήκε ο Επίσκοπος, ο οποίος, μόλις έστρεψε το βλέμμα του προς τα δεξιά μέρη του στομίου, είδε ένα κιβώτιο σφραγισμένο με δυο ασημένιες σφραγίδες. Το κιβώτιο αυτό το είχαν τοποθετήσει εκεί ο Ρουφίνος και ο Θεόδωρος ως χριστιανοί, οι οποίοι είχαν αποσταλεί εκεί από το Δέκιο μαζί με τους άλλους, στους οποίους ο Αυτοκράτορας αυτός είχε δώσει την εντολή να φράξουν με μανδρότοιχο το στόμιο του σπηλαίου. Οι δύο χριστιανοί, Ρουφίνος και Θεόδωρος, έγραψαν και τα Συναξάρια των αγίων επτά Παίδων και σημείωσαν τα ονόματά τους σε μολύβδινες πλάκες. Όταν λοιπόν συνάχτηκαν όλοι οι έγκριτοι άρχοντες μαζί με τον ανθύπατο, άνοιξαν το κιβώτιο και βρήκαν τις μολύβδινες πλάκες, τις οποίες διάβασαν και ένιωσαν όλοι τους απερίγραπτη έκπληξη από το θαυμαστό αυτό γεγονός. Αμέσως δε τότε προχώρησαν στα ενδότερα του σπηλαίου, όπου βρήκαν τους Αγίους και έπεσαν στα πόδια τους. Κατόπιν κάθισαν κατά γης και τους ρωτούσαν. Οι Άγιοι τους διηγήθηκαν τα σχετικά με τους εαυτούς τους και εν συνεχεία τα κακουργήματα του Δεκίου εις βάρος των Χριστιανών. Μόλις εκείνοι άκουσαν όσα οι Άγιοι τούς διηγήθηκαν, εκπλήττονταν και δόξαζαν το Θεό, τον ποιητή των θαυμασίων.
Τότε ο ανθύπατος και ο επίσκοπος Μαρίνος με αναφορά τους γνωστοποίησαν τα θαυμαστά αυτά γεγονότα στον αυτοκράτορα Θεοδόσιο. Εκείνος δοκίμασε απέραντη χαρά για όλα αυτά και έσπευσε αμέσως στην Έφεσο. Στη συνέχεια ανήλθε στο σπήλαιο. Εκεί βρήκε τους αγίους επτά Παίδες και, αφού έπεσε κατά γης, τους έβρεχε τα πόδια με τα δάκρυά του και τα αποσπόγγιζε. Η αγαλλίαση δε και η χαρά του ήταν απερίγραπτη, αφού ο Κύριος δεν παρείδε το αίτημά του και έδειξε σ’ αυτόν οφθαλμοφανώς την ανάσταση των νεκρών. Ενώ δε ο αυτοκράτορας Θεοδόσιος συνομιλούσε με τους Αγίους, καθώς επίσης οι επίσκοποι και άλλοι άρχοντες, οι Άγιοι νύσταξαν λίγο και, έτσι, μπροστά σε όλους εξεδήμησαν προς Κύριον.
Τότε ο Αυτοκράτορας, αφού πρόσφερε πολύτιμα άμφια και αρκετό χρυσάφι και ασήμι, πρόσταξε να κατασκευάσουν επτά θήκες προς τιμήν των Αγίων και να τεθούν μέσα σ’ αυτές τα λείψανά τους. Αλλά κατά τη νύχτα που ακολούθησε εμφανίστηκαν σ’ αυτόν οι Άγιοι και του είπαν: “Άφησέ μας, βασιλιά, στο σπήλαιο που έγινε η ανάστασή μας”. Έτσι λοιπόν, αφού έγινε μεγάλη σύναξη επισκόπων και αρχόντων, ο Αυτοκράτορας κατέθεσε τα λείψανα των Αγίων στη γη του σπηλαίου, καθώς εκείνοι με οπτασία του ζήτησαν. Εν συνεχεία οργάνωσε και πραγματοποίησε στον τόπο εκείνο λαμπρή και χαρμόσυνη εορτή, φιλοξένησε με πλούσια αγαθά τους φτωχούς της Εφέσου, χαροποίησε όλο το λαό με λαμπρές βασιλικές τιμές και έβγαλε από τις φυλακές τους επισκόπους που είχαν φυλακιστεί, επειδή κήρυτταν το δόγμα της αναστάσεως των νεκρών. Ακολούθως έγινε από όλους κοινή εορτή, κατά την οποία αναπέμφθηκαν λόγοι και ύμνοι ευχαριστίας και δοξολογίας προς τον Κύριο και Θεό μας Ιησού Χριστό.
(Από το Συναξαριστή της Αποστολικής Διακονίας “Με τους Αγίους μας” του Γεωργίου Δ. Παπαδημητροπούλου)
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Θείω Πνεύματι, ἀφθαρτισθέντες, πολυχρόνιον, ἤνυσαν ὕπνον, οἱ ἐν Ἐφέσῳ
ἐπτάριθμοι Μάρτυρες, καὶ ἀναστάντες πιστοὺς ἐβεβαίωσαν, τὴν τῶν
ἀνθρώπων κοινὴν ἐξανάστασιν ὅθεν ἅπαντες, συμφώνως τούτους τιμήσωμεν,
δοξάζοντες Χριστὸν τὸν πολυέλεον.
Κοντάκιον
Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Κοντάκιον
Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Οἱ τὰ τοῦ κόσμου ὡς φθαρτὰ παριδόντες, καὶ τὰς ἀφθάρτους δωρεὰς
εἰληφότες, διαφθορᾶς διέμειναν θανόντες παρεκτός· ὅθεν ἐξανίστανται,
μετὰ πλείονας χρόνους, ἅπασαν ἐνθάψαντες, δυσμενῶν ἀπιστίαν· οὓς ἐν
αἰνέσει σήμερον πιστοί, ἀνευφημοῦντες, Χριστὸν ἀνυμνήσωμεν.
Μεγαλυνάριον
Μεγαλυνάριον
Δόγμα ἀκυροῦται νεκροποιόν· οἱ γὰρ θεῖοι Παῖδες, ἀναστάντες ἐκ τῶν
νεκρῶν, ἐδήλωσαν πᾶσι, τὴν μέλλουσαν γενέσθαι, ἐν τῇ ἐσχάτῃ ὥρᾳ, βροτῶν
ἀνάστασιν.
επτά Παίδων
Από την Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Η Επτά Παίδων ( αραβικά : اصحاب الکھف aṣḥāb al Kahf, «συντρόφους του
σπηλαίου") της Εφέσου είναι θρυλικές ανθρώπους σε μια ιστορία μιας
ομάδας νεαρών που κρύβονται μέσα σε μια σπηλιά έξω από την πόλη της
Εφέσου περίπου 250 μ.Χ., για να ξεφύγουν από μια δίωξη . Ο βασιλιάς
ανάγκασε όλες τις βασίλειό του να λατρεύουν τα είδωλα και όποιος δεν θα
πρέπει να θανατωθούν. Αυτοί οι άνδρες δραπέτευσαν και την πίστη τους στο
Θεό (πίστη τους ποικίλλει ανάλογα με τις περιφερειακές προέλευσης) ήταν
ισχυρή, και αρνήθηκαν να λατρεύουν τα είδωλα. Η ιστορία είναι ένα από
τα πολλά παραδείγματα της μύθο για έναν άνθρωπο που κοιμάται και χρόνια
μετά ξυπνά για να βρει ο κόσμος άλλαξε.
Μια άλλη εκδοχή είναι ότι Δεκίου τους διέταξε φυλακισμένοι σε ένα
κλειστό σπηλιά για να πεθάνει εκεί ως τιμωρία για την ύπαρξη χριστιανών.
Αφού αποκοιμηθεί μέσα στη σπηλιά, που υποτίθεται ότι ξύπνησε περίπου
180 χρόνια αργότερα, κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Θεοδοσίου Β ' ,
μετά την οποία είχαν φέρεται να δει από τους ανθρώπους του
τώρα-χριστιανικής πόλης πριν πεθάνει.
Η παλαιότερη έκδοση αυτής της ιστορίας προέρχεται από τη συριακή
επίσκοπος Jacob των Sarug (γ. 450-521), η οποία είναι η ίδια προέρχεται
από μια παλαιότερη Ελληνική πηγή, πλέον χαθεί. [1] Ένα περίγραμμα αυτής
της ιστορίας φαίνεται στην Γρηγορίου της Τουρ (β . 538, δ. 594), και ο
Παύλος ο Διάκονος 's (β. 720, δ. 799) Ιστορία των Λομβαρδών . Το πιο
γνωστό Δυτική εκδοχή της ιστορίας εμφανίζεται στο Jacobus de Voragine 's
Χρυσή Legend .
Το Ρωμαϊκό μαρτυρολόγιο αναφέρει τα Επτά Παίδων της Εφέσου κάτω από την
ημερομηνία της 27ης Ιουλίου (Ιούνιος σύμφωνα με το ημερολόγιο του
Βατικανού ΙΙ), ως εξής: «Εορτασμός των επτά Ιεράς στρωτήρες της Εφέσου, ο
οποίος, αυτή εξιστορείται, αφού υποστούν το μαρτύριο, αναπαυθεί εν
ειρήνη , αναμένοντας την ημέρα της ανάστασης ». [2] Η Βυζαντινή
Ημερολόγιο τους τιμά με γιορτές στις 4 Αυγούστου και 22 Οκτωβρίου.
Η ιστορία έχει μεγαλύτερη βαρύτητα, ωστόσο, στον μουσουλμανικό κόσμο?
αυτή είπε στο Κοράνι ( Σούρα 18, στίχος 9-26 ). Η Κορανίου απόδοση αυτής
της ιστορίας δεν αναφέρει ακριβώς τον αριθμό των στρωτήρων σούρα 18,
στίχος 22 . Επίσης, δίνει τον αριθμό των ετών που κοιμόντουσαν ως 300
ηλιακά έτη (ισοδύναμο με 309σεληνιακά έτη ). Σε αντίθεση με τη
χριστιανική ιστορία, η Ισλαμική έκδοση περιλαμβάνει μνεία ενός σκύλου
που συνόδευαν τους νέους μέσα στο σπήλαιο, και ήταν επίσης ο ύπνος, αλλά
όταν οι άνθρωποι πέρασαν από το σπήλαιο φαινόταν αν ο σκύλος ήταν απλά
κρατώντας το ρολόι στην είσοδο, που τους καθιστά φοβάται να δει τι είναι
μέσα στο σπήλαιο από τη στιγμή που είδε το σκυλί. Στο Ισλάμ, αυτοί οι
νέοι που αναφέρονται ως "οι άνθρωποι του Σπηλαίου".
Χριστιανική ερμηνεία
Ιστορία
Η ιστορία ισχυρίζεται ότι κατά τη διάρκεια των διωγμών από τον Ρωμαίο
αυτοκράτορα Δεκίου , περίπου 250 μ.Χ., επτά νεαροί άνδρες είχαν
κατηγορηθεί παρακάτω Χριστιανισμού . Τους δόθηκε κάποιο χρόνο για να
αποκηρύξουν την πίστη τους, αλλά επέλεξε αντ 'αυτού να δώσει τα κοσμικά
αγαθά τους στους φτωχούς και να αποσυρθεί σε ένα βουνό σπηλιά για να
προσευχηθούν, όπου αποκοιμήθηκε. Ο αυτοκράτορας, βλέποντας ότι η στάση
τους απέναντι παγανισμός δεν είχε βελτιωθεί, διέταξε το στόμα της
σπηλιάς για να σφραγιστούν. [3]
Δεκίου πέθανε το 251, και πολλά χρόνια πέρασαν, κατά την οποία ο
Χριστιανισμός πέρασε από διώκονται για να είναι η επίσημη θρησκεία της
Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας . Σε κάποιο μεταγενέστερο χρόνο, δίνεται συνήθως
κατά τη διάρκεια της βασιλείας τουΘεοδοσίου Β ' (408-450) -το
γαιοκτήμονα αποφάσισε να ανοίξει το σφραγισμένο στόμιο του σπηλαίου,
σκέφτεται να το χρησιμοποιήσετε σαν ένα στυλό βοοειδή. Εκείνος άνοιξε
και βρήκε τις τραβέρσες μέσα. Θα ξύπνησε, φαντάζονται ότι είχαν
κοιμηθεί, αλλά μια μέρα, και έστειλε έναν από τους στην Έφεσο για να
αγοράσουν τρόφιμα, με οδηγίες να είναι προσεκτικοί μήπως οι ειδωλολάτρες
αναγνωρίζουν και να τον εκμεταλλευτούμε. Κατά την άφιξη στην πόλη, αυτό
το άτομο ήταν έκπληκτος να βρείτε κτίρια μεσταυρούς επισυνάπτεται? οι
κάτοικοι από την πλευρά τους έμειναν κατάπληκτοι να βρει έναν άνθρωπο
που προσπαθεί να περάσετε παλιά νομίσματα από την εποχή του Δεκίου. Ο
επίσκοπος κλήθηκε να πάρει συνέντευξη από τους στρωτήρες? του είπαν τους
θαύμα ιστορία, και πέθανε δοξάζοντας τον Θεό . [3]
Δεδομένου ότι οι πρώτες εκδόσεις του μύθου εξαπλωθεί από την Έφεσο, μια
πρώιμη χριστιανική κατακόμβη ήρθε να συνδέονται με αυτό, προσελκύοντας
δεκάδες προσκυνητές. Στις πλαγιές του βουνού Πίον (Όρος Coelian) κοντά
στην Έφεσο(κοντά στο σημερινό Selçuk στην Τουρκία ), το «σπήλαιο» των
Επτά στρωτήρες με τα ερείπια του ναού που χτίστηκε πάνω ανασκάφηκε το
1927-1928. Η ανασκαφή έφερε στο φως αρκετές εκατοντάδες τάφους που
χρονολογούνται τον 5ο και 6ο αι.Επιγραφές αφιερωμένη στους Επτά Παίδων
βρέθηκαν στους τοίχους της εκκλησίας και στους τάφους. Αυτή η "σπηλιά"
εξακολουθεί να εμφανίζεται στους τουρίστες.
Συριακά προέλευση
Η ιστορία εμφανίστηκε σε διάφορους συριακή πηγές πριν από τη διάρκεια
της ζωής του Gregory. Ήταν επανέλαβε απόΣυμεών . Οι Επτά Παίδων
αποτελούν το αντικείμενο ομιλία στο στίχο από το Edessan ποιητή Ιάκωβο
Saruq ( "Sarugh") (πέθανε 521), η οποία δημοσιεύθηκε στο Acta Sanctorum .
Μια άλλη εκδοχή του 6ου αιώνα, σε ένα συριακό χειρόγραφο στο Βρετανικό
Μουσείο (Cat. Συρ. Mss, σ. 1090), δίνει οκτώ στρωτήρες. Υπάρχουν
σημαντικές διαφορές ως προς τα ονόματά τους.
Διάδοση
Η ιστορία επιτευχθεί γρήγορα μια μεγάλη διάδοση σε όλη τη Χριστιανοσύνη,
διαδόθηκε στη Δύση από τον Γρηγόριο της Τουρ, στα τέλη συλλογή του 6ου
αιώνα του θαύματα, De Gloria martyrum (δόξα των Μαρτύρων). Γρηγόριος
λέει ότι είχε την επιγραφή από το "ένα ορισμένο Συρίας".
Τον επόμενο αιώνα, ο Παύλος ο Διάκονος είπε την ιστορία στην ιστορία του
Λομβαρδών (Ι.4), αλλά έδωσε μια διαφορετική ρύθμιση: "Στο απώτατο
σύνορα της Γερμανίας προς τα δυτικά-βορειοδυτικά, στην όχθη του ωκεανού
μόνη της, μια σπηλιά φαίνεται κάτω από ένα προεξέχον βράχο, όπου για
άγνωστο χρονικό διάστημα επτά άνδρες ανάπαυση τυλιγμένο σε ένα μακρύ
ύπνο. " φόρεμα τους να τους αναγνωριστεί ως Ρωμαίοι, σύμφωνα με τον
Παύλο, και κανένας από τους τοπικούς βαρβάρων τόλμησε να τους αγγίξει.
Κατά την περίοδο της Σταυροφοριών , τα οστά από τους τάφους κοντά στην
Έφεσο, που προσδιορίζονται ως λείψανα των Επτά στρωτήρες, μεταφέρθηκαν
στη Μασσαλία , τη Γαλλία σε ένα μεγάλο πέτρινο φέρετρο, το οποίο
παρέμεινε ένα τρόπαιο της Μονής του Αγίου Victor, Μασσαλία.
Τα Επτά Παίδων συμπεριλήφθηκαν στην Χρυσή Legend συλλογή, το πιο
δημοφιλές βιβλίο του ύστερο Μεσαίωνα, ο οποίος καθόρισε μια συγκεκριμένη
ημερομηνία για την ανάστασή τους, 478 μ.Χ., στα χρόνια του Θεοδοσίου.
[4] [5]
Στην Οία
Η σπηλιά με την εκκλησία των Αγίων Εφτά Παίδων στην Οία στον κόλπο «Μουζακιά»
Στην Οία
Στην Οία υπάρχουν 2 εκκλησίες προς τιμή των Αγίων Εφτά Παίδων της Εφέσου.
Η μια εκκλησία βρίσκεται σε μια σπηλιά στον κόλπο «Μουζακιά» παραπλεύρως
τους όρμου της Αρμένης και η πρόσβαση σε αυτό γίνεται μόνο με βάρκα.
Ουσιαστικά πρόκειται για ένα μικρό εξωκλήσι, από τα παλαιότερα της Οίας
καθώς χρονολογείται άνω των 200 ετών. Η θέση στην οποία βρίσκεται
δηλαδή κρυμμένη μέσα σε απόκρημνη σπηλιά δεν είναι καθόλου τυχαία, αφού
συμβολίζει την σπηλιά στην οποία είχαν κρυφθεί οι Άγιοι Εφτά Παίδες στην
Έφεσο για να σωθούν από τους διωγμούς. Εορτάζει στις 4 Αυγούστου,
ημερομηνία που τιμάται η Κοίμηση των Αγίων, και ανήμερα της εορτής
γίνεται ένα από τα μεγαλύτερα πανηγύρια της Οίας. Ο κόσμος καταφθάνει
στην σπηλιά με σημαιοστολισμένα καΐκια και μετά το τέλος της θείας
λειτουργίας σερβίρεται το φαγητό το οποίο μαγειρεύεται στον όρμο της
Αρμένης και μεταφέρεται στο σημείο με βάρκα γιατί το πανηγυρόσπιτο της
εκκλησίας είναι μικρό. Μάλιστα τα παλιά χρόνια δεν ήταν λίγοι οι Οιάτες
οι οποίοι πήγαιναν από την παραμονή και διανυκτέρευαν στην αμμουδιά της
σπηλιάς. Χρόνια τώρα οι ψαράδες της Οίας όταν ψαρεύουν στην περιοχή,
περνούν πάντα από την σπηλιά για να ανάψουν τα καντήλια της και να
θυμιάσουν την εικόνα των Αγίων Εφτά Παίδων τους οποίους ευλάβονται πολύ.
Παρόλο αυτά την εκκλησία φροντίζει με πολύ ευλάβεια εδώ κι πάρα πολλά
χρόνια η οικογένεια του Μιχάλη Μπαλόπιτα, τόσο ο ίδιος όταν βρισκόταν
στην ζωή, όσο και οι απόγονοι του που συνεχίζουν την παράδοση.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου