Χ Ρ Ι Σ Τ Ο Σ Α Ν Ε Σ Τ Η
Φορητή εικόνα της Ανάστασης του Χριστού. Ζωγράφος: Ηλίας Μόσκος. 1679.
Από τα Επτάνησα. ΒΧΜ 1578
Α Λ Η Θ Ω Σ Α Ν Ε Σ Τ Η Ο Κ Υ Ρ Ι Ο Σ Μ Α Σ
ΕΑΝ ΘΕΛΕΤΕ
ΕΠΙΣΚΕΘΦΕΙΤΕ
ΤΙΣ ΠΑΡΑΚΑΤΩ
ΔΗΜΟΣΙΕΥΜΕΝΕΣ ΞΕΝΕΣ ΙΣΤΟΣΕΛΙΔΕΣ
Eις τον Aνδρόνικον. Ἔθνη διδάξας Ἀνδρόνικος μυρία, Πρὸς Χριστὸν ἦλθεν, ὃς καλεῖ πρὸς φῶς ἔθνη. Eις την Iουνίαν. Ἰουνία τέθνηκε μηνὶ Μαΐῳ, Ὃς πρῶτός ἐστιν εἰσιὼν Ἰουνίου. Ἑβδομάτῃ δεκάτῃ θάν' Ἰουνίη Ἀνδρόνικός τε. |
Βιογραφία Οι άγιοι Απόστολοι Ανδρόνικος και Ιουνία συγκαταλέγονται ανάμεσα στους εβδομήκοντα Αποστόλους του Κυρίου μας, τους οποίους εορτάζουμε στις 4 Ιανουαρίου. Συνεργάσθηκαν με τον Απόστολο Παύλο, για τους οποίους γράφει στην προς Ρωμαίους επιστολή του: «Ασπάσασθε Ανδρόνικον και Ιουνίαν τους συγγενείς μου και συναιχμαλώτους μου, οίτινες είσιν επίσημοι εν τοις αποστόλοις, οι και προ εμού γεγόνασιν εν Χριστώ»(Προς Ρωμαίους, ιστ' 7). Δηλαδή, χαιρετήστε τον Ανδρόνικο και την Ιουνία, τους συμπατριώτες μου, που καταδιώχθηκαν και φυλακίσθηκαν μαζί μου και είναι διακεκριμένοι μεταξύ εκείνων που ασκούν την αποστολή του κηρύγματος, και οι όποιοι μάλιστα προσήλθαν στο Χριστό πρωτύτερα από μένα. Андроник, ап. от 70-ти и его супруга Иуния (17 мая) |
Δυὰς φωτοειδής, ἱερῶν Ἀποστόλων, καὶ κήρυκες Χριστοῦ, ἀνεδείχθητε κόσμω, τοὶς πάσι κατασπείραντες, τὸ τῆς χάριτος κήρυγμα, ὅθεν σήμερον, ἠμᾶς πιστῶς εὐφημοῦμεν, ὢ Ἀνδρόνικε, καὶ Ἰουνία θεόφρον, Χριστὸν μεγαλύνοντες. Минея - Май (фрагмент). Икона. Русь. Начало XVII в. Церковно-Археологический Кабинет Московской Духовной Академии. Μηναῖο - Μάιος (τεμάχιο). Εἰκονίδιο στίς ἀρχές τοῦ 17ου αἰώνα μ.Χ. στήνἘκκλησία καί τό Αρχαιολογικό Μουσεῖο τῆς Θεολογικῆς Ἀκαδημίας τῆς Μόσχας . Ἕτερον Ἀπολυτίκιον Ἦχος γ’. Ἀπόστολοι Ἅγιοι, πρεσβεύσατε τῷ ἐλεήμονι Θεῷ , ἵνα πταισμάτων ἄφεσιν, παράσχῃ ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν. |
Πέφευγεν ἐχθροῦ τοῦ βροτοκτόνου βέλη Ὁ εὐλογητὸς καὶ μέγας Χριστοῦ λάτρις. Ἆλτο ἄημα φαεσφόρον νῦν γε Ἀθανασίοιο. | ||||
Βιογραφία Ο Άγιος Αθανάσιος γεννήθηκε στην Καρύταινα της Γορτυνίας περί το 1640 μ.Χ. (κατά άλλους στην Κέρκυρα το 1664 μ.Χ.) και το κοσμικό του όνομα ήταν Αναστάσιος Κορφηνός. Οι γονείς του ονομάζονταν Ανδρέας και Ευφροσύνη και είχαν ακόμη τρία τέκνα. Υποθέτουμε πως τα πρώτα γράμματα τα έμαθε στην γενέτειρά του και στην συνέχεια μάλλον φοίτησε στην περίφημη σχολή της μονής Φιλοσόφου και αργότερα, ως κληρικός, στην Κωνσταντινούπολη. Όταν ο Αναστάσιος βρισκόταν σε ηλικία γάμου, οι γονείς του παρά την επιθυμία του να ακολουθήσει τη μοναχική πολιτεία, επέμεναν να τον νυμφεύσουν. Ο πατέρας του μάλιστα, χωρίς καν να έχει την σύμφωνη γνώμη του υιού του, τον αρραβώνιασε στην Πάτρα με την θυγατέρα ενός πλούσιου άρχοντος και στην συνέχεια τον έστειλε στο Ναύπλιο να προμηθευθεί τα γαμήλια πράγματα. Ο Αναστάσιος υπάκουσε στην πατρική εντολή και ξεκίνησε για το Ναύπλιο. Στον δρόμο του πέρασε και από το εκκλησάκι της Παναγίας στο Βιδόνι, κοντά στο χωριό Σύρνα και ζήτησε την θεία φώτιση. Στο Ναύπλιο, αφού αγόρασε ότι έπρεπε, πήρε την μεγάλη απόφαση. Αναφέρεται πως την προηγούμενη νύχτα της προγραμματισμένης αναχωρήσεώς του για την Καρύταινα, ενώ βασανιζόταν από τους λογισμούς τι να πράξει, είδε στον ύπνο του την Παναγία μαζί με τον Τίμιο Πρόδρομο, η οποία αποκαλώντας τον με το όνομα που επρόκειτο να λάβει αργότερα ως μοναχός, του είπε, σύμφωνα με τα γραφόμενα του πρώτου βιογράφου του: «Σκεῦος ἐκλογῆς καὶ ὑπηρέτην τοῦ Υἱοῦ μου ἐπιθυμῶ νὰ γίνεις, Ἀθανάσιε. Ἀπέστειλε, λοιπόν, τοὺς δούλους σου μὲ τὰ νυμφικὰ ἱμάτια πρὸς τὸν πατέρα σου καὶ ἡ κόρη ἂς συζευχθεῖ ἄλλον ἄνδρα. Ἐσὺ δὲ νὰ πορευθεῖς στὴν Κωνσταντινούπολη, γιὰ νὰ λάβεις ὅτι ὁ Υἱὸς καὶ Θεός μου εὐδόκησε». Έτσι κι έγινε. Ο Αθανάσιος απέστειλε πίσω τους δούλους και αναχώρησε για την Κωνσταντινούπολη, όπου, αφού έγινε μοναχός με το όνομα Αθανάσιος, χειροτονήθηκε κατόπιν διάκονος και πρεσβύτερος. Επί της πρώτης πατριαρχίας του Οικουμενικού Πατριάρχου Ιακώβου, ο Άγιος Αθανάσιος χειροτονείται Μητροπολίτης Χριστιανουπόλεως, υπέρτιμος και έξαρχος πάσης Αρκαδίας, σε διαδοχή του Μητροπολίτου Ευγενίου, που με βάση σωζόμενα έγγραφα αρχιεράτευσε στην εκκλησιαστική αυτή επαρχία από το 1645 μ.Χ. έως το 1673 μ.Χ. τουλάχιστον. Ως χρόνο της χειροτονίας του πρέπει να υποθέσουμε το αργότερο τα τέλη του 1680 μ.Χ. ή τις αρχές του 1681 μ.Χ., γιατί για πρώτη φορά απαντάται τον Απρίλιο αυτού του έτους, όταν υπογράφει ως μέλος της Ιεράς Συνόδου του Οικουμενικού Πατριαρχείου στην Κωνσταντινούπολη αφοριστικό γράμμα προς τον Μητροπολίτη Ευρίπου και Επίτροπο Μελενίκου. Ως προς την έδρα της Μητροπόλεως, ο τίτλος «Χρφιστιανουπόλεως» οδηγεί στην Χριστιανούπολη, το σημερινό χωριό Χριστιάνοι. Ουσιαστική όμως έδρα της Μητροπόλεως πρέπει να θεωρήσουμε με ασφάλεια την πόλη της Κυπαρισσίας. Η κατάσταση της επαρχίας του Αγίου ήταν οικονομικά, εκκλησιαστικά και ηθικά απελπιστική. Όσο υπήρχε στην Πελοπόννησο η Τουρκική κατάσταση, η θέση των Χριστιανών από οικονομική πλευρά ήταν δεινή. Η θρησκευτική κατάσταση, παρά την ευεργετική δράση των μοναχών του Λουσίου και της σχολής της μονής Φιλοσόφου και όποιων άλλων, δεν διέφερε και πολύ, τα δύσκολα εκείνα χρόνια, από την κατάσταση της υπόδουλης χώρας. Ο Άγιος Αθανάσιος άρχισε αμέσως τον αγώνα προκειμένου να αντιμετωπίσει τα διάφορα προβλήματα και να βελτιώσει την κατάσταση. Πρώτο μέλημά του ήταν η εξεύρεση κατάλληλων νέων για τι ιερατικό αξίωμα. Προκειμένου να πετύχει τον στόχο του ο Άγιος σύστησε σχολεία για την στοιχειώδη λειτουργική και λοιπή εκπαίδευση των υποψηφίων και παράλληλα παραιτήθηκε από κάθε συνηθισμένη τότε οικονομική προσφορά, που δινόταν εκ μέρους τους στον Αρχιερέα για την συντήρηση του ιδίου και της Επισκοπής. Πιστεύοντας ο Άγιος πως η Ορθόδοξη Εκκλησία είναι ο ιερός θεσμός, που διατηρεί την γνήσια πίστη στον Χριστό και ο συνεκτικός κρίκος, που ενώνει τους υπόδουλους Έλληνες και συντηρεί την εθνική συνείδηση και ακόμα πως οι εκκλησίες είναι το κέντρο αναφοράς και το σημείο συναντήσεως και κοινωνίας των δύστυχων Ελλήνων, φρόντισε για την επισκευή και συντήρησή τους, όσο βέβαια αυτό ήταν εφικτό και από οικονομικής πλευράς και από πλευράς χορηγήσεως αδείας από τους Τούρκους. Ο Άγιος ενδιαφέρθηκε και για τα μοναστήρια, τις ιερές αυτές εστίες της σωτηρίας, τα κέντρα φωτισμού και φιλανθρωπίας, που πρωτοστάτησαν στον αγώνα για την ελευθερία του υπόδουλου Γένους. Προς το ποίμνιό του ο Άγιος Αθανάσιος στάθηκε αληθινός Επίσκοπος και μιμητής του Χριστού, που ενδιαφέρθηκε όχι μόνο για τους τόπους λατρείας, αλλά και για την διακονία του λαού του, προκειμένου να τον ανακουφίσει από τα καθημερινά δεινά της ζωής και της δουλειάς. Η αγάπη του προς τα ορφανά, τις χήρες, τους ανήμπορους γέροντες, τους διωκόμενους και αδικούμενους ήταν μοναδική. Ο Τριαδικός Θεός παρέσχε στον Άγιο «μισθό» και τον αξίωσε ήδη από την επίγεια ζωή του αλλά και μετά την κοίμησή του να επιτελεί σημεία και θαύματα. Αναφέρεται πως, όταν ο Άγιος λειτουργούσε, την στιγμή που έβγαινε στην Ωραία Πύλη να πει το «Κύριε, Κύριε, ἐπίβλεψον ἐξ οὐρανοῦ καὶ ἴδε…», οι πιστοί έβλεπαν μπροστά στο στόμα του ένα φεγγοβόλο αστέρι. Έτσι, αφού ποίμανε θεοφιλώς το ποίμνιό του και διακόνησε την Εκκλησία του Χριστού, ο Άγιος Αθανάσιος κοιμήθηκε μετά από ολιγοήμερη ασθένεια το 1707 μ.Χ. ή το 1708 μ.Χ. (κατά άλλους το 1735 μ.Χ.). Λίγα χρόνια αργότερα, μεταξύ των ετών 1710 - 1713 έγινε η εκταφή του και το ιερό λείψανο βρέθηκε στο μεγαλύτερο μέρος του αδιάλυτο και μυροβόλο. | ||||
Τοὺς τελοῦντας τὴν μνήμην, καὶ τιμώντας τὸ σῶμα σου, καὶ πανευλαβῶς προσκυνοῦντας τὴν μυρίπνοον Κάραν σου, ὡς ἔχων παρρησίαν πρὸς Θεόν, ἱκέτευε Χριστὸν τὸν ἀγαθόν, καὶ ταὶς σαὶς θερμαὶς πρεσβείαις, τῶν κινδύνων σῷζε, ὦ ἅγιε Ἀθανάσιε. Ἔχων δὲ καὶ συμπρεσβευτήν, τὸν μέγαν Κυρίου Πρόδρομον, ἔσο ἀοράτως τῆς Μονῆς, φρουρὸς καὶ προπύργιον.
Ὁ δοξασθεὶς παρὰ Θεοῦ θαυμασίως, δι᾽ εὐωδίας καὶ θαυμάτων ποικίλων, ἐν τοῖς ἐσχάτοις χρόνοις, Ἀθανάσιε, φάνηθι ταχύτατος, καὶ θερμὸς ἀντιλήπτωρ, τῶν δεινῶν λυτρούμενος, τοὺς πιστώς σε τιμώντας, καὶ τοὺς τὰ λείψανα κατέχοντας τὰ σά, πρὸς μετανοίας ὁδὸν χειραγώγησον. |
Πέφευγεν ἐχθροῦ τοῦ βροτοκτόνου βέλη
Ὁ εὐλογητὸς καὶ μέγας Χριστοῦ λάτρις.
Ἆλτο ἄημα φαεσφόρον νῦν γε Ἀθανασίοιο.
Βιογραφία
Ο Άγιος Αθανάσιος γεννήθηκε στην Καρύταινα της Γορτυνίας περί το 1640 μ.Χ. (κατά άλλους στην Κέρκυρα το 1664 μ.Χ.) και το κοσμικό του όνομα ήταν Αναστάσιος Κορφηνός. Οι γονείς του ονομάζονταν Ανδρέας και Ευφροσύνη και είχαν ακόμη τρία τέκνα. Υποθέτουμε πως τα πρώτα γράμματα τα έμαθε στην γενέτειρά του και στην συνέχεια μάλλον φοίτησε στην περίφημη σχολή της μονής Φιλοσόφου και αργότερα, ως κληρικός, στην Κωνσταντινούπολη.
Όταν ο Αναστάσιος βρισκόταν σε ηλικία γάμου, οι γονείς του παρά την επιθυμία του να ακολουθήσει τη μοναχική πολιτεία, επέμεναν να τον νυμφεύσουν. Ο πατέρας του μάλιστα, χωρίς καν να έχει την σύμφωνη γνώμη του υιού του, τον αρραβώνιασε στην Πάτρα με την θυγατέρα ενός πλούσιου άρχοντος και στην συνέχεια τον έστειλε στο Ναύπλιο να προμηθευθεί τα γαμήλια πράγματα. Ο Αναστάσιος υπάκουσε στην πατρική εντολή και ξεκίνησε για το Ναύπλιο. Στον δρόμο του πέρασε και από το εκκλησάκι της Παναγίας στο Βιδόνι, κοντά στο χωριό Σύρνα και ζήτησε την θεία φώτιση.
Στο Ναύπλιο, αφού αγόρασε ότι έπρεπε, πήρε την μεγάλη απόφαση. Αναφέρεται πως την προηγούμενη νύχτα της προγραμματισμένης αναχωρήσεώς του για την Καρύταινα, ενώ βασανιζόταν από τους λογισμούς τι να πράξει, είδε στον ύπνο του την Παναγία μαζί με τον Τίμιο Πρόδρομο, η οποία αποκαλώντας τον με το όνομα που επρόκειτο να λάβει αργότερα ως μοναχός, του είπε, σύμφωνα με τα γραφόμενα του πρώτου βιογράφου του: «Σκεῦος ἐκλογῆς καὶ ὑπηρέτην τοῦ Υἱοῦ μου ἐπιθυμῶ νὰ γίνεις, Ἀθανάσιε. Ἀπέστειλε, λοιπόν, τοὺς δούλους σου μὲ τὰ νυμφικὰ ἱμάτια πρὸς τὸν πατέρα σου καὶ ἡ κόρη ἂς συζευχθεῖ ἄλλον ἄνδρα. Ἐσὺ δὲ νὰ πορευθεῖς στὴν Κωνσταντινούπολη, γιὰ νὰ λάβεις ὅτι ὁ Υἱὸς καὶ Θεός μου εὐδόκησε». Έτσι κι έγινε. Ο Αθανάσιος απέστειλε πίσω τους δούλους και αναχώρησε για την Κωνσταντινούπολη, όπου, αφού έγινε μοναχός με το όνομα Αθανάσιος, χειροτονήθηκε κατόπιν διάκονος και πρεσβύτερος.
Επί της πρώτης πατριαρχίας του Οικουμενικού Πατριάρχου Ιακώβου, ο Άγιος Αθανάσιος χειροτονείται Μητροπολίτης Χριστιανουπόλεως, υπέρτιμος και έξαρχος πάσης Αρκαδίας, σε διαδοχή του Μητροπολίτου Ευγενίου, που με βάση σωζόμενα έγγραφα αρχιεράτευσε στην εκκλησιαστική αυτή επαρχία από το 1645 μ.Χ. έως το 1673 μ.Χ. τουλάχιστον. Ως χρόνο της χειροτονίας του πρέπει να υποθέσουμε το αργότερο τα τέλη του 1680 μ.Χ. ή τις αρχές του 1681 μ.Χ., γιατί για πρώτη φορά απαντάται τον Απρίλιο αυτού του έτους, όταν υπογράφει ως μέλος της Ιεράς Συνόδου του Οικουμενικού Πατριαρχείου στην Κωνσταντινούπολη αφοριστικό γράμμα προς τον Μητροπολίτη Ευρίπου και Επίτροπο Μελενίκου.
Ως προς την έδρα της Μητροπόλεως, ο τίτλος «Χρφιστιανουπόλεως» οδηγεί στην Χριστιανούπολη, το σημερινό χωριό Χριστιάνοι. Ουσιαστική όμως έδρα της Μητροπόλεως πρέπει να θεωρήσουμε με ασφάλεια την πόλη της Κυπαρισσίας.
Η κατάσταση της επαρχίας του Αγίου ήταν οικονομικά, εκκλησιαστικά και ηθικά απελπιστική. Όσο υπήρχε στην Πελοπόννησο η Τουρκική κατάσταση, η θέση των Χριστιανών από οικονομική πλευρά ήταν δεινή. Η θρησκευτική κατάσταση, παρά την ευεργετική δράση των μοναχών του Λουσίου και της σχολής της μονής Φιλοσόφου και όποιων άλλων, δεν διέφερε και πολύ, τα δύσκολα εκείνα χρόνια, από την κατάσταση της υπόδουλης χώρας.
Ο Άγιος Αθανάσιος άρχισε αμέσως τον αγώνα προκειμένου να αντιμετωπίσει τα διάφορα προβλήματα και να βελτιώσει την κατάσταση. Πρώτο μέλημά του ήταν η εξεύρεση κατάλληλων νέων για τι ιερατικό αξίωμα. Προκειμένου να πετύχει τον στόχο του ο Άγιος σύστησε σχολεία για την στοιχειώδη λειτουργική και λοιπή εκπαίδευση των υποψηφίων και παράλληλα παραιτήθηκε από κάθε συνηθισμένη τότε οικονομική προσφορά, που δινόταν εκ μέρους τους στον Αρχιερέα για την συντήρηση του ιδίου και της Επισκοπής. Πιστεύοντας ο Άγιος πως η Ορθόδοξη Εκκλησία είναι ο ιερός θεσμός, που διατηρεί την γνήσια πίστη στον Χριστό και ο συνεκτικός κρίκος, που ενώνει τους υπόδουλους Έλληνες και συντηρεί την εθνική συνείδηση και ακόμα πως οι εκκλησίες είναι το κέντρο αναφοράς και το σημείο συναντήσεως και κοινωνίας των δύστυχων Ελλήνων, φρόντισε για την επισκευή και συντήρησή τους, όσο βέβαια αυτό ήταν εφικτό και από οικονομικής πλευράς και από πλευράς χορηγήσεως αδείας από τους Τούρκους. Ο Άγιος ενδιαφέρθηκε και για τα μοναστήρια, τις ιερές αυτές εστίες της σωτηρίας, τα κέντρα φωτισμού και φιλανθρωπίας, που πρωτοστάτησαν στον αγώνα για την ελευθερία του υπόδουλου Γένους.
Προς το ποίμνιό του ο Άγιος Αθανάσιος στάθηκε αληθινός Επίσκοπος και μιμητής του Χριστού, που ενδιαφέρθηκε όχι μόνο για τους τόπους λατρείας, αλλά και για την διακονία του λαού του, προκειμένου να τον ανακουφίσει από τα καθημερινά δεινά της ζωής και της δουλειάς. Η αγάπη του προς τα ορφανά, τις χήρες, τους ανήμπορους γέροντες, τους διωκόμενους και αδικούμενους ήταν μοναδική.
Ο Τριαδικός Θεός παρέσχε στον Άγιο «μισθό» και τον αξίωσε ήδη από την επίγεια ζωή του αλλά και μετά την κοίμησή του να επιτελεί σημεία και θαύματα. Αναφέρεται πως, όταν ο Άγιος λειτουργούσε, την στιγμή που έβγαινε στην Ωραία Πύλη να πει το «Κύριε, Κύριε, ἐπίβλεψον ἐξ οὐρανοῦ καὶ ἴδε…», οι πιστοί έβλεπαν μπροστά στο στόμα του ένα φεγγοβόλο αστέρι.
Έτσι, αφού ποίμανε θεοφιλώς το ποίμνιό του και διακόνησε την Εκκλησία του Χριστού, ο Άγιος Αθανάσιος κοιμήθηκε μετά από ολιγοήμερη ασθένεια το 1707 μ.Χ. ή το 1708 μ.Χ. (κατά άλλους το 1735 μ.Χ.). Λίγα χρόνια αργότερα, μεταξύ των ετών 1710 - 1713 έγινε η εκταφή του και το ιερό λείψανο βρέθηκε στο μεγαλύτερο μέρος του αδιάλυτο και μυροβόλο.
Ι Ε Ρ Α Λ Ε Ι Ψ Α Ν Α
Η Κάρα και Ιερά Λείψανα του Αγ. Αθανασίου στην Ι.Μονή Προδρόμου Γορτυνίας
Λείψανο του Αγ. Αθανασίου στην Ι.Μονή Τιμίου Προδρόμου Νικήσιανης
Δήμου Καβάλας κοντά στην Ἐλευθερούπολη
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Τοὺς τελοῦντας τὴν μνήμην, καὶ τιμώντας τὸ σῶμα σου, καὶ πανευλαβῶς προσκυνοῦντας τὴν μυρίπνοον Κάραν σου, ὡς ἔχων παρρησίαν πρὸς Θεόν, ἱκέτευε Χριστὸν τὸν ἀγαθόν, καὶ ταὶς σαὶς θερμαὶς πρεσβείαις, τῶν κινδύνων σῷζε, ὦ ἅγιε Ἀθανάσιε. Ἔχων δὲ καὶ συμπρεσβευτήν, τὸν μέγαν Κυρίου Πρόδρομον, ἔσο ἀοράτως τῆς Μονῆς, φρουρὸς καὶ προπύργιον.
Κοντάκιον
Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεῖς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Ὁ δοξασθεὶς παρὰ Θεοῦ θαυμασίως, δι᾽ εὐωδίας καὶ θαυμάτων ποικίλων, ἐν τοῖς ἐσχάτοις χρόνοις, Ἀθανάσιε, φάνηθι ταχύτατος, καὶ θερμὸς ἀντιλήπτωρ, τῶν δεινῶν λυτρούμενος, τοὺς πιστώς σε τιμώντας, καὶ τοὺς τὰ λείψανα κατέχοντας τὰ σά, πρὸς μετανοίας ὁδὸν χειραγώγησον.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου