Ἀπολυτίκιον
Ἦχος β’.
Μνήμη δικαίου μετ᾽ ἐγκωμίων· σοὶ δὲ ἀρκέσει ἡ μαρτυρία τοῦ Κυρίου Πρόδρομε· ἀνεδείχθης γὰρ ὄντως καὶ Προφητῶν σεβασμιώτερος, ὅτι καὶ ἐν ῥείθροις βαπτίσαι κατηξιώθης τὸν κηρυττόμενον· ὅθεν τῆς ἀληθείας ὑπεραθλήσας, χαίρων εὐηγγελίσω καὶ τοῖς ἐν ᾅδῃ, Θεὸν φανερωθέντα ἐν σαρκί, τὸν αἴροντα τὴν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου, καὶ παρέχοντα ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ'. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὡς πάντων ὑπέρτερος, τῶν Προφητῶν ἀληθῶς, αὐτόπτης καὶ Πρόδρομος, τῆς παρουσίας Χριστοῦ, Προφῆτα γεγένησαι, ὅθεν καὶ παρ’ Ἡρῴδου, ἐκτμηθεῖς σου τὴν Κάραν, ἔδραμες τοὶς ἐν Ἅδῃ, προκηρύξαι τὸ λύτρον διὸ σὲ Ἰωάννη Βαπτιστά, ποθῶ γεραίρομεν.
Κοντάκιον
Ἦχος πλ. α’.
Ἡ τοῦ Προδρόμου ἔνδοξος ἀπoτομή, οἰκονομία γέγονέ τις θεϊκή, ἵνα καὶ τοῖς ἐν ᾅδη τοῦ Σωτῆρος κηρύξῃ τὴν ἔλευσιν. Θρηνείτω οὖν Ἡρωδιάς, ἄνομον φόνον αἰτήσασα, οὐ νόμον γὰρ τὸν τοῦ Θεοῦ, οὐ ζῶντα αἰώνα ἠγάπησεν, ἀλλ᾽ ἐπίπλαστον πρόσκαιρον.
Περί των Λειψάνων του Τιμίου Προδρόμου
Καθηγητοῦ Ἀντωνίου Μάρκου
Περί τῆς Τιμίας Κεφαλῆς τοῦ Τιμίου Προδρόμου.
Κατά τόν Ἱστορικό Δοσίθεο Πατριάρχη Ἱεροσολύμων, ἀδιάφθορη διαφυλάχθηκε καί ἡ Τιμία Κάρα τοῦ Βαπτιστοῦ.
Γιά πρώτη φορά ἡ Κάρα βρέθηκε στά Ἀνάκτορα τοῦ Ἡρώδη ἀπό δύο μοναχούς, «δι’ ἐπιφανείας καί ἀποκαλύψεως τοῦ ἰδίου τοῦ Βαπτιστοῦ» καί μεταφέρθηκε στήν Ἔμεσσα τῆς Συρίας, ὅπου ἀλληλοδιαδόχως ἔφθασε στά χέρια τοῦ Ἀρειανοῦ Ἱερομονάχου Εὐσταθίου.
Γιά δεύτερη φορά ἡ Κάρα βρέθηκε κρυμμένη σέ σπήλαιο, «ἐντός ὑδρίας», καί ἀνακομίσθηκε στήν ΚΠολη, ὅπου κατατέθηκε στόν πρός τιμή τοῦ Προδρόμου Ναό, στό Ἕβδομο.
Γιά τήν τρίτη Εὕρεση τῆς Κάρας δέν σώθηκαν ἰδιαίτερες λεπτομέρειες. Εἶναι γνωστό μόνο, ὅτι βρέθηκε στά Κόμμανα τῆς Καππαδοκίας, «ὑπό τινος Ἱερέως, ἐντός ἀργυροῦ ἀγγείου καί εἰς τόπον ἱερόν» καί ἀπό ἐκεῖ ἀνακομίσθηκε καί πάλι στήν ΚΠολη.
Ἀπό Ἐγκώμιο τό ὁποῖο ἔγραψε ὁ ὅσ. Θεόδωρος ὁ Στουδίτης, πιθανολογεῖτ
Ἱερουσαλήμ» (σελ. 1216).
Γιά τήν Ἱστορία πρέπει νά ἀναφέρουμε, ὅτι μετά τίς Σταυροφορίες ἐμφανίσθηκε στή Δύση κάρα πού ἀποδόθηκε στόν Τίμιο Πρόδρομο, γιά τήν διαφύλαξή της μάλιστα κτίσθηκε ὁ Καθεδρικός Ναός τῆς Ἀμμιένης, ὁ μεγαλύτερος Γοτθικοῦ ρυθμοῦ Ναός τῆς Εὐρώπης.
αι ὅτι ἴσως ὑπῆρχε στή Μονή τοῦ Στουδίου μέρος ἤ καί ὅλη ἡ ἁγία Κάρα. Στήν ἱστορική συνέχεια ἡ Κάρα διαφυλάχθηκε στή Βλαχία (ἄγνωστο ἀπό ποιόν καί πότε δωρήθηκε), διότι τόν 16ο αἰ. μέρος της δωρήθηκε στή Μονή Διονυσίου Ἁγίου Ὄρους, ἀπό τόν Ἡγεμόνα τῆς Βλαχίας Νεάγκο Μπασαράμπη (1512 – 1521), ὁ ὁποῖος πλήρωσε καί τήν δαπάνη κατάσκευῆς τῆς χρυσῆς λειψανοθήκης της. Τό 1765, ἐνῶ Διονυσιάτες μοναχοί τήν μετέφεραν στό μετόχι τους στό νησί τοῦ ἁγ. Εὐστρατίου, γιά τήν σωτηρία τῶν κτημάτων ἀπό καταστροφική ἀκρίδα, τό πλοῖο τους λαφυραγωγήθηκε ἀπό πειρατές καί ἡ Προδρομική Κάρα κατέλειξε στό Μεγάλο Τζαμί τῆς Δαμασκοῦ, ὅπου φυλάσσεται σέ εἰδικό κουβούκλιο. (Σωτ. Ν. Καδᾶ, «Ἡ Ἱερά Μονή ἁγ. Διονυσίου – Προσκυνηματικός Ὁδηγός – Ἱστορία – Τέχνη – Κειμήλια», 2002, σελ. 130).
Ἄλλο μέρος τῆς Κάρας διαφυλάχθηκε στή Μονή Καλούτι τῆς Βλαχίας (Μετόχιο τοῦ Παναγίου Τάφου). Τό τμῆμα ἐκεῖνο «ἔνεκα τῶν περιστάσεων», μετέφερε στά Ἱεροσόλυμα ὁ Πατριάρχης Δοσίθεος, χωρίς νά εἶναι γνωστό πού βρίσκεται σήμερα. Ὁ ἴδιος γράφει στήν Ἱστορία του: «Ἀπεδημήσαμεν ἀπό ΚΠόλεως εἰς Βλαχομπογδανίαν, ὅτε καί τά Μοναστήρια Καλούη καί Οὐγκρέη ἐλάβομεν· ἐν δέ τῷ Καλούῃ μοναστηρίῳ, ἦν μέρος τῆς Τιμίας Κάρας τοῦ Προδρόμου, ὅπερ – τό ἀμφίβολον τοῦ τόπου κατανοήσαντες – ἀνηνέγκαμεν εἰς Ἱερουσαλήμ» (σελ. 1216).
Γιά τήν Ἱστορία πρέπει νά ἀναφέρουμε, ὅτι μετά τίς Σταυροφορίες ἐμφανίσθηκε στή Δύση κάρα πού ἀποδόθηκε στόν Τίμιο Πρόδρομο, γιά τήν διαφύλαξή της μάλιστα κτίσθηκε ὁ Καθεδρικός Ναός τῆς Ἀμμιένης, ὁ μεγαλύτερος Γοτθικοῦ ρυθμοῦ Ναός τῆς Εὐρώπης.
Περί τῶν χειρῶν τοῦ Τιμίου Προδρόμου
Ἡ ἀδιάφθορη δεξιά τοῦ ἁγ. Ἰωάννη ὑπέστη καί αὐτή ἀνάλογες μέ τήν Κάρα ἱστορικές περιπέτειες. Κατά τήν συναξαριστική παράδοση τήν δεξιά τοῦ Προδρόμου ἔλαβε ὁ Εὐαγγελιστής Λουκᾶς καί τήν κατέθεσε στήν πατρίδα του Ἀντιόχεια. Μεταφέρθηκε στήν ΚΠολη κατά τήν βασιλεία τῶν Αὐτοκρατόρων Κωνσταντίνου Ζ’ καί Ρωμανοῦ Β’.
Τό 1403, ὁ Ρούϊ Γκονζάλες Ντέ Καλβίχο (Ἰσπανός ἀπεσταλμένος στήν Αὐλή τοῦ Ταμερλάνου), τήν προσκύνησε στήν Μονή Περιβλέπτου ΚΠόλεως (κτίσμα Ρωμανοῦ Γ, 1031 – 1034). «Ἦταν τό δεξί του χέρι – γράφει – ἀπό τόν ἀγκῶνα ὡς τήν παλάμη, πολύ γερό καί νωπό, ἄν καί λένε πώς ὅλο τό σῶμα τοῦ εὐλογημένου Ἰωάννη στέγνωσε, ἐκτός ἀπό τό δάκτυλο τοῦ δεξιοῦ του χεριοῦ, μέ τό ὁποῖο ἔδειξε ὅταν εἶπε, «ἰδού ὁ ἀμνός τοῦ Θεοῦ». Καί τό χέρι αὐτό ἔμοιαζε νά εἶναι ζωντανό· ἦταν πλαισιομένο ἀπό ἕνα λεπτό χρυσό σύρμα, ἔλειπε ὅμως τό μεγάλο δάκτυλο». (Ρούϊ Γκονζάλες Ντέ Καλβίχο, «Ταξείδι στήν Αὐλή τοῦ Ταμερλάνου», σελ. 101 – 102· καί Νικ. Κοντάκωφ, «Βυζαντινές Ἐκκλησίες καί μνημεία τῆς ΚΠόλεως», Ὀδησσός 1886, σελ. 69).
Ὁ λόγιος Ἁγιορείτης Γεράσιμος Σμυρνάκης σημειώνει γιά τήν δεξιά τοῦ Ἁγίου, ὅτι, «ἡ χείρ αὕτη ὡς καί ἡ Κάρα τοῦ Τιμίου Προδρόμου, κομισθεῖσαι εἰς ΚΠολιν, ἐπί πέντε ἑκατονταετηρίδας εὑρίσκοντο ἐν τῷ Μοναστηρίῳ τοῦ Πετρίου, κατά δέ τήν Ἅλωσιν τῆς ΚΠόλεως μετά τοῦ Ἀκανθίνου Στεφάνου, τῆς Λόγχης καί τοῦ Σπόγγου, κατετέθησαν ἐν τῷ Σουλτανικῷ Θησαυροφυλακίῳ… Κατά Σεπτέμβριον τοῦ 1482 ὁ Σουλτάνος Βαγιαζήτ συνωμολόγησε συνθήκην μετά τοῦ Μεγάλου Ταξιάρχου τῆς Ρόδου, ἐπί τοῖς ὅροις, ἵνα εἰρήνη κρατῆ κατά ξηράν καί θάλασσαν, ἐμπορική ἐλευθερία, κ.λ.π. – ἔτι δέ μυστικήν συνθήκην ἀφορῶσαν εἰς τόν ἀδελφόν αὐτοῦ Τζέμ, τόν διεκδικοῦντα τόν Θρόνον, δι’ ἧς ἀνεδέχετο νά πληρώση 45.000 δουκάτα τῷ Μεγάλῳ Ταξιάρχῃ, ἄν τό Τάγμα αὐτοῦ καθείργνυε τόν Τζέμ. Μαθών δέ ὅτι ὁ Ταξιάρχης ἐξεπλήρωσεν τήν ἀφορῶσαν αὐτόν ὑποχρέωσιν, ἀπέστειλε καί αὐτός – κατά Μάϊον τοῦ 1438 – τό συνομολογηθέν ποσόν τῶν δουκάτων, συγχρόνως δέ βαρυτιμότατον δῶρον ἐντός κυπαρρισίνης θήκης, τήν δεξιάν χεῖρα τοῦ Ἰωάννου τοῦ Βαπτιστοῦ, ἐπιμελῶς ἐν σηρικῷ ὑφάσματι ἐνειλημένην». (Γερασίμου Σμυρνάκη, «Τό Ἅγιον Ὄρος», σελ. 511).
Ἡ δεξιά τοῦ Ἁγίου φυλάχθηκε στή Μάλτα, ὅπου ἡ ἕδρα τῶν Ἰωαννιτῶν Ἰπποτῶν, μέχρι τό 1799. Τότε, μέ τήν κατάληψη τῆς νήσου ἀπό τούς Γάλλους, οἱ Ἰππότες στράφηκαν γιά βοήθεια πρός τήν Ρωσία καί τήν 12η Ὀκτωβρίου 1799 πρόσφεραν στόν Τσάρο Παῦλο Α’ τεμάχιο τοῦ Τιμίου Ξύλου, τήν Εἰκόνα τῆς Παναγίας Φιλερήμου καί τήν δεξιά τοῦ Προδρόμου. Τά κειμήλια κατατέθηκαν στό Παρεκκλήσιο τοῦ Χειμερινοῦ Ἀνακτόρου. Ἡ Ρωσική Ἐκκλησία ἀπό τό 1800, τιμᾶ τό γεγονός τήν 12η Ὀκτωβρίου. (Βλ. Ἰστοσελίδα «Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Ἀμερικῆς» – METROPOLIA). Δέν εἶναι γνωστές οἱ συνθῆκες κάτω ἀπό τίς ὁποίες ἡ Προδρομική δεξιά ἔφθασε στήν Μονή Διονυσίου Ἁγίου Ὄρους.
Ἐπίσης δέν εἶναι γνωστές οἱ συνθῆκες κάτω ἀπό τίς ὁποίες τό κειμήλιο βρέθηκε στήν ΚΠολη. Ἤδη ἀπό το 1878, ὁ Μητροπολίτης πρ. Βελεγράδων Ἰερεμίας ὁ ὁποῖος κοινοβίασε στήν Μονή Διονυσίου, κατέβαλε προσπάθειες γιά τήν ἐπανάκτηση τοῦ κειμηλίου. Στίς ἀρχές τοῦ 19ου αἰ. τό κειμήλιο ἦταν στήν κατοχή τοῦ μυστικοσύμβουλου τῆς Πρωσίας στήν ΚΠολη Ἰωάννη Φραγκόπουλου, ὁ ὁποῖος καί τό εἶχε διακοσμήσει. Ἐπεστράφη στήν Μονή Διονυσίου τήν 10. 3. 1802, χάρις στίς προσπάθειες τοῦ Προηγουμένου Ἰωακείμ Ἁγιοστρατίτη (σέ ἀνάμνηση τελεῖται ἀγρυπνία τήν Δ’ Κυριακή τῶν Νηστειῶν).
Στό ἴδιο ἔργο του ὁ Καλβίχο σημείωνει γιά τήν ἐπίσκεψη τῆς Ἰσπανικῆς Ἀποστολῆς στόν Ναό τοῦ Προδρόμου. Πρόκειται γιά Ναό πού ἔκτισε ὁ Θεοδόσιος Α’ ὁ Μέγας, κοντά στά Ἀνάκτορα τῶν Βλαχερνῶν. Εἶχε μορφή βαπτιστηρίου καί ἦταν διακοσμημένος μέ ἐξαίρετα ψηφιδωτά. Ὁ ψηλός θόλος του στηριζόταν σέ τέσσερεις κίονες ἀπό πράσινο ἴασπι! Οἱ θύρες του ἦσαν ἀργυρές ἐπιχρυσωμένες! «Κοντά στίς πόρτες – γράφει – βλέπεις τέσσερεις μικρές κολόνες ἀπό ἴασπι, μέ ἀργυρές καί ἐπίχρυσες γραμμές, οἱ ὁποίες συμπλέκονται σέ σχῆμα σταυροῦ μέ πολλά πετράδια»!. Ἐκεῖ φυλάσσονταν ἡ ἀδιάφθορη ἀριστερά τοῦ Ἁγίου. «Τήν ἴδια ἡμέρα – γράφει – μᾶς ἔδειξαν τό ἀριστερό χέρι (ἀπό τόν ὤμο ὡς τήν παλάμη) τοῦ ἁγ. Ἰωάννη τοῦ Βαπτιστή. Εἶχε τόσο στεγνώσει, πού ἔβλεπες μόνο δέρμα καί ὀστά· ἡ ἄρθρωση τοῦ ἀγκῶνα ἦταν ἀπό χρυσό καί πολύτιμα πετράδια» (αὐτ. σελ. 97 – 98). Ἡ Προδρομική ἀριστερά σήμερα σώζεται στό Μουσεῖο τῶν Ἀνακτόρων Τόπ Καπί ΚΠόλεως.
Ἀπό τά Λείψανα τοῦ Τιμίου Προδρόμου σήμερα σώζονται:
Μέρος τῆς Κάρας του στή Μονή Δοχειαρίου Ἁγίου Ὄρους·
Μέρος τῆς Κάρας του στό Μεγάλο Τζαμί τῆς Δαμασκοῦ·
Τό ἐπάνω μέρος τῆς Κάρας του στό Μουσεῖο τῶν Ἀνακτόρων Τόπ Καπί ΚΠόλεως·
Μέρος τῆς σιαγόνας «μετά τριῶν ὀδόντων» στήν Μονή Σταυρονικήτα Ἁγίου Ὄρους·
Ἡ ἀδιάφθορη δεξιά του στή Μονή Διονυσίου Ἁγίου Ὄρους·
Ἡ ἀδιάφθορη ἀριστερά του στό Μουσεῖο τῶν Ἀνακτόρων Τόπ Καπί ΚΠόλεως·
Μέρος τῆς ἀριστερᾶς στή Μονή Μεγάλου Μετεώρου·
Δάκτυλος στή Μονή Βατοπεδίου Ἁγίου Ὄρους·
Ἀποτμήματα τῆς ἀριστερᾶς στή Μονή ἁγ. Ἰωάννη Μακρυνοῦ Μεγάρων, στό Ἱ. Ν. Γενν. Τιμίου Προδρόμου Λαρίσης καί στό Παρεκκλήσιο ὁσ. Ξένης τῆς διά Χριστόν Σαλῆς Μάνδρας Ἀττικῆς·
Ἀποτμήματα στίς Μονές Ἰβήρων, Παντοκράτορος καί ἁγ. Παντελεήμονος Ἁγίου Ὄρους.
Ἀκόμη στή Μονή Ταξιαρχῶν Αἰγιαλείας σώζεται ἡ «πλεξίδα» του.
Moschei ce pastreaza moaste ale Sfantului Ioan Botezatorul
Prin traditie, locul in care a fost inmormantat Sfantul Ioan se afla in Sevastia, in Samaria. De aici, insa, moastele sale au fost duse in alte orase (Ierusalim, Alexandria), pentru a nu fi profanate. Capul a fost si el dus in mai multe locuri, incat de multe ori i s-a pierdut urma, fiind aflat ulterior la Ierusalim, Emesa sau chiar Roma.
Intre moscheile care pretind ca detin fragmente din moastele Sfantului Ioan Botezatorul se afla si Moscheea Imrahor Camii din Istanbul (fosta Manastire Studion). Documentele arata ca aici se pastreaza inca din secolul al IX-lea mana dreapta si o parte din craniu, frumos imbracate in aur si pietre pretioase.
O alta moschee in care se afirma ca este pastrat capul Sfantului Ioan Botezatorul, este Moscheea Umayyad sau Marea Moschee din Damasc. Situata in partea antica a Damascului, acest locas de cult musulman este una dintre cele mai mari si mai vechi moschei din intreaga lume. Este considerata al patrulea loc sfant al Islamului.
Dupa cucerirea araba a Damascului in 634, aceasta moschee a fost construita pe locul unei biserici crestine inchinate Sfantului Ioan Botezatorul.
Τζαμιά που κρατά τα λείψανα του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου
Κατά παράδοση, ο τόπος όπου θάφτηκε ο Άγιος Ιωάννης βρίσκεται σε Σεβαστή στην Σαμαριάς. Από εδώ, όμως, τα λείψανά του μεταφέρθηκαν σε άλλες πόλεις (Ιερουσαλήμ, Αλεξάνδρεια), δεν πρέπει να βεβηλώνονται. Το κεφάλι ήταν επίσης έφερε σε διάφορα σημεία, ότι πολλές φορές είχα χάσει, αφού βρέθηκε αργότερα στην Ιερουσαλήμ, Emesa ή ακόμα και τη Ρώμη.
Μεταξύ τζαμιά που ισχυρίζονται ότι έχουν θραύσματα των λειψάνων του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου είναι Imrahor Camii Τζαμί στην Κωνσταντινούπολη (πρώην Μονή Στουδίου). Τα έγγραφα δείχνουν ότι εδώ διατηρείται από τα τέλη του ένατου δεξί χέρι και μέρος του κρανίου, όμορφα ντυμένος με χρυσό και πολύτιμους λίθους.
Ένα άλλο τζαμί αναφέροντας ότι ο επικεφαλής διατηρείται Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου είναι το Τζαμί Umayyad ή το Τζαμί Umayyad. Βρίσκεται στην αρχαία Δαμασκό αυτό το μουσουλμανικό χώρο λατρείας είναι ένα από τα μεγαλύτερα και παλαιότερα τζαμιά στον κόσμο. Θεωρείται το τέταρτο ιερότερο τόπο του Ισλάμ.
Μετά την αραβική κατάκτηση της Δαμασκού στο 634, το τζαμί χτίστηκε στη θέση μιας χριστιανικής εκκλησία αφιερωμένη στον Άγιο Ιωάννη τον Βαπτιστή.
"Am vazut si eu aceasta moschee luxoasa, cu lampadare si covoare. Este acolo un mic paraclis acoperit cu email verde si cu pereti de sticla. Acolo inauntru este capul Sfantului Ioan Botezatorul.
"Έχω δει αυτό το τζαμί πολυτελές, με πολυελαίους και χαλιά Είναι ένα μικρό εκκλησάκι που καλύπτεται με σμάλτο πράσινο γυάλινο τοίχο υπάρχει σε υπάρχει το κεφάλι του Ιωάννη του Βαπτιστή γύρω...
Η ΔΕΞΙΑ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΠΡΟΔΡΟΜΟΥ Ι.ΜΟΝΗ ΔΙΟΝΥΣΙΟΥ ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ
Κατά την συναξαριστική παράδοση την δεξιά τού Προδρόμου έλαβε ο Ευαγγελιστής Λουκάς καί τήν κατέθεσε στήν πατρίδα του, Αντιόχεια.
Μεταφέρθηκε στην Κωνσταντινούπολη κατά την βασιλεία των Αυτοκρατόρων Κωνσταντίνου Ζ’ και Ρωμανού Β’.
To 1403, ο Ruy González de Clavijo (Ρούϊ Γκονζάλες Ντέ Κλαβίχο) Ισπανός απεσταλμένος στην Αυλή τού Ταμερλάνου, την προσκύνησε στην Μονή της Περιβλέπτου στην Κωνσταντινούπολης η οποία ήτανε κτίσμα του Ρωμανού Γ.
«Ήταν τό δεξί του χέρι – γράφει – από τον αγκώνα ως την παλάμη, πολύ γερό καί νωπό, αν καί λένε πώς όλο τό σώμα του ευλογημένου Ιωάννη στέγνωσε, εκτός από τό δάκτυλο τού δεξιού του χεριού, μέ τό οποίο έδειξε όταν είπε, «ἰδού ὁ ἀμνός τοῦ Θεοῦ».
Καί το χέρι αυτό έμοιαζε νά είναι ζωντανό· ήταν πλαισιωμένο από ένα λεπτό χρυσό σύρμα, έλειπε όμως τό μεγάλο δάκτυλο». (Ρούϊ Γκονζάλες Ντέ Κλαβίχο, «Ταξείδι στήν Αὐλή τοῦ Ταμερλάνου», σελ. 101 – 102· καί Νικ. Κοντάκωφ, «Βυζαντινές Ἐκκλησίες καί μνημεία τῆς ΚΠόλεως», Ὀδησσός 1886, σελ. 69).Ο λόγιος Αγιορείτης της Μονής Εσφιγμένου, Γεράσιμος Σμυρνάκης σημειώνει για την δεξιά του Αγίου, oτι: «ἡ χείρ αὕτη ὡς καί ἡ Κάρα τοῦ Τιμίου Προδρόμου, κομισθεῖσαι εἰς ΚΠολιν, ἐπί πέντε ἑκατονταετηρίδας εὑρίσκοντο ἐν τῷ Μοναστηρίῳ τοῦ Πετρίου, κατά δέ τήν Ἅλωσιν τῆς ΚΠόλεως μετά τοῦ Ἀκανθίνου Στεφάνου, τῆς Λόγχης καί τοῦ Σπόγγου, κατετέθησαν ἐν τῷ Σουλτανικῷ Θησαυροφυλακίῳ…
Κατά Σεπτέμβριον τοῦ 1482 ὁ Σουλτάνος Βαγιαζήτ συνωμολόγησε συνθήκην μετά τοῦ Μεγάλου Ταξιάρχου τῆς Ρόδου, ἐπί τοῖς ὅροις, ἵνα εἰρήνη κρατῆ κατά ξηράν καί θάλασσαν, ἐμπορική ἐλευθερία, κ.λ.π. – ἔτι δέ μυστικήν συνθήκην ἀφορῶσαν εἰς τόν ἀδελφόν αὐτοῦ Τζέμ, τόν διεκδικοῦντα τόν Θρόνον, δι’ ἧς ἀνεδέχετο νά πληρώση 45.000 δουκάτα τῷ Μεγάλῳ Ταξιάρχῃ, ἄν τό Τάγμα αὐτοῦ καθείργνυε τόν Τζέμ.
Μαθών δέ ὅτι ὁ Ταξιάρχης ἐξεπλήρωσεν τήν ἀφορῶσαν αὐτόν ὑποχρέωσιν, ἀπέστειλε καί αὐτός – κατά Μάϊον τοῦ 1438 – τό συνομολογηθέν ποσόν τῶν δουκάτων, συγχρόνως δέ βαρυτιμότατον δῶρον ἐντός κυπαρρισίνης θήκης, τήν δεξιάν χεῖρα τοῦ Ἰωάννου του Βαπτιστοῦ, ἐπιμελῶς ἐν σηρικῷ ὑφάσματι ἐνειλημένην». (Γερασίμου Σμυρνάκη, «Τό Ἅγιον Ὄρος», σελ. 511).Η δεξιά τού Αγίου φυλάχτηκε στη Μάλτα, όπου ήτανε η έδρα των Ιωαννιτών Ιπποτών, μέχρι το 1799.
Τότε, με την κατάληψη τής νήσου από τούς Γάλλους, οι Ιππότες στράφηκαν για βοήθεια προς την Ρωσία και την 12η Οκτωβρίου 1799 πρόσφεραν στον Τσάρο Παύλο Α’ τεμάχιο τού Τιμίου Ξύλου, την Εικόνα τής Παναγίας Φιλερήμου καί την δεξιά τού Προδρόμου.
Τα κειμήλια κατατέθηκαν στο Παρεκκλήσιο τού Χειμερινού Ανακτόρου. Η Ρωσική Εκκλησία από το 1800, τιμά τογεγονός την 12η Οκτωβρίου. (Βλ. Ἰστοσελίδα «Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Ἀμερικῆς» – METROPOLIA).
Δεν είναι γνωστές οι συνθήκες κάτω από τις οποίες η Προδρομική δεξιά έφθασε στην Μονή Διονυσίου Αγίου Όρους.
Επίσης δέν είναι γνωστές οι συνθήκες κάτω από τις οποίες το κειμήλιο βρέθηκε στην Κωνσταντινούπολη.
Ήδη από το 1878, ο Μητροπολίτης πρ. Βελεγράδων Ιερεμίας ο οποίος κοινοβίασε στην Μονή Διονυσίου, κατέβαλε προσπάθειες για την επανάκτηση τού κειμηλίου. Στις αρχές τού 19ου αιώνα το κειμήλιο ήταν στην κατοχή του μυστικοσύμβουλου τής Πρωσίας στην Κωνσταντινούπολη, Ιωάννη Φραγκόπουλου, ο οποίος και το είχε διακοσμήσει.
Η δεξιά τού Αγίου επεστράφη στην Μονή Διονυσίου στις 10 Μαρτίου του 1802, χάρις στις προσπάθειες τού Προηγουμένου Ιωακείμ Ἁγιοστρατίτη (σε ανάμνηση τελειώνεται αγρυπνία την Δ’ Κυριακή των Νηστειών).
Ο ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΣ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ ΤΟΥ ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΟΣ
ΠΕΡΙΛΥΠΟΣ ΠΡΟ ΤΗΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑΣ ΧΕΙΡΟΣ ΤΟΥ Τ. ΠΡΟΔΡΟΜΟΥ
Ἡ ἀδιάφθορη ἀριστερά του στό Μουσεῖο τῶν Ἀνακτόρων Τόπ Καπί ΚΠόλεως·
Il existe plusieurs reliques identifiées comme celles d’un bras de Jean-Baptiste[1]. Plusieurs sources historiques, à différentes époques, font mention d’une relique de bras droit considérée comme étant celle du Précurseur[2]. Parmi celles-ci il peut être tentant de rapprocher une relique mentionnée dans les sources byzantines de celle qui est conservée au Musée de Topkapi Sarayi, même si le lien est loin d’être assuré.
D’après la chronique de Jean Skylitzès[3], une relique du bras droit de Jean-Baptiste fut transférée en 956 d’Antioche à Constantinople par l’empereur Constantin VII Porphyrogénète (913-959), pour être déposée dans une des chapelles du Grand Palais, sans doute dans l’église de la Vierge du Phare[4]. À la fin du XIIe siècle, Antoine de Novgorod, moine et archevêque en pèlerinage à Constantinople, mentionne dans ses écrits, tout ce que contient le trésor de cette église, dont la relique du bras droit de Jean-Baptiste.
D’après Du Cange, en 1263, Othon de Cicon, seigneur de Karistos en Eubée, fait présent du bras droit de Jean-Baptiste à l’abbaye de Cîteaux en France. Othon avait donné refuge à Baudouin II, empereur latin de Constantinople, en 1261. En échange d’une somme payée en hyperpères[5] byzantins, l’empereur en fuite lui avait offert la relique. Cette dernière était conservée dans un reliquaire en argent doré. Une inscription mentionnait qu’il s’agissait du bras du Précurseur, arrachée aux mains des Barbares par l’empereur Constantin[6] et déposé dans un trésor pour protéger l’Empire et augmenter son pouvoir.
D’après certains defters[7] conservés dans les archives du Topkapı et du Ministère Turc, on sait qu’en 1484, une relique fut envoyée aux Hospitaliers de Rhodes, présents sur l’île depuis le premier quart du XIVe siècle, par le sultan Bâyazîd II (1481-1512). Ce dernier avait payé une pension aux chevaliers pour qu’ils gardent prisonnier son frère Jem. Il semble donc que la relique revient entre les mains des Ottomans au cours de la dernière décennie du XVIesiècle. Il reste difficile de voir le lien ou de prouver l’identité entre la relique mentionnée par les auteurs byzantins, celle qui va de l’Eubée à Cîteaux et celle qui apparaît comme faisant un aller-retour entre Istanbul et Rhodes, d’autant plus qu’un ambassadeur espagnol, Clavijo, a vu une relique du bras droit de saint Jean-Baptiste dans l’église de la Vierge Peribleptos à Constantinople en 1404.
La relique, telle qu’on peut la voir aujourd’hui, est protégée par un reliquaire médiéval de type occidental, en métal, qui recrée la forme du bras et de la main d’une manière réaliste. Ce reliquaire est manifestement un travail italien, plus particulièrement vénitien, effectué du temps où la relique était à Rhodes entre les mains des Hospitaliers. Un motif continu de feuilles de vigne en rinceaux formant des médaillons, simule une manche en soie recouvrant le bras. On observe sur le reliquaire deux cachets en argent représentant le lion vénitien et la croix maltaise du XVIe siècle, époque à laquelle les Hospitaliers devinrent Chevaliers de Malte.
Υπάρχουν πολλά λείψανα εντοπίστηκαν ως εκείνα του βραχίονα Jean-Baptiste [1]. Αρκετές ιστορικές πηγές, σε διαφορετικές χρονικές στιγμές, να αναφέρω ένα λείψανο του δεξιού χεριού έκρινε ότι η Προδρόμου [2]. Μεταξύ αυτών μπορεί να είναι δελεαστικό να φέρει ένα λείψανο που αναφέρονται στις βυζαντινές πηγές από το ένα σώζονται στο Sarayi Μουσείο Τοπ Καπί, ακόμη και αν η σύνδεση δεν είναι διασφαλισμένη.
Σύμφωνα με το Χρονικό του Ιωάννη Σκυλίτζη [3], ένα λείψανο του δεξιού χεριού του Ιωάννη του Βαπτιστή μεταφέρθηκε 956 από την Αντιόχεια στην Κωνσταντινούπολη από τον αυτοκράτορα Κωνσταντίνου Ζ (913-959), που θα κατατεθεί σε ένα από τα παρεκκλήσια το Grand Palais, πιθανότατα στην εκκλησία της Παναγίας του Phare [4]. Στο τέλος του δωδέκατου αιώνα, Anthony του Νόβγκοροντ, ο αρχιεπίσκοπος και μοναχός σε ένα προσκύνημα στην Κωνσταντινούπολη, αναφέρει στα γραπτά του, ό, τι περιέχει το θησαυρό της εκκλησίας αυτής, το σκήνωμα του δεξιού βραχίονα του Ιωάννη του Βαπτιστή.
Σύμφωνα με τον Du Cange, το 1263, Otto της Cicon, Καρύστου Ευβοίας Κυρίου, αυτό είναι το δεξί χέρι του Ιωάννη του Βαπτιστή στο κιστερκιανού Abbey στη Γαλλία. Όθων είχε δώσει καταφύγιο σε Baldwin ΙΙ, λατίνος αυτοκράτορας της Κωνσταντινούπολης το 1261. Σε αντάλλαγμα για ένα ποσό που καταβάλλεται hyperpères [5] φυγάς βυζαντινό αυτοκράτορα είχε δώσει το λείψανο. Ο τελευταίος φυλάσσεται σε ασημένια λάρνακα. Μια επιγραφή αναφέρεται ότι ήταν το χέρι του Προδρόμου, απέσπασε από τα χέρια των Βαρβάρων από τον αυτοκράτορα Κωνσταντίνο [6] και κατατίθεται σε ένα θησαυρό για την προστασία της αυτοκρατορίας και να αυξήσει τη δύναμή του.
Σύμφωνα με ορισμένες τεφτέρια [7] στα αρχεία του Τοπ Καπί και το τουρκικό υπουργείο, γνωρίζουμε ότι το 1484, ένα λείψανο εστάλη στους Ιωαννίτες ιππότες της Ρόδου στο νησί από το πρώτο τρίμηνο του δέκατου τέταρτου αιώνα από το Σουλτάνος Βαγιαζήτ Β (1481-1512). Είχε καταβληθεί σύνταξη ιππότες κρατούν αιχμάλωτο αδερφό του Jem. Έτσι φαίνεται ότι το λείψανο πίσω στα χέρια των Οθωμανών κατά την τελευταία δεκαετία του XVIesiècle. Παραμένει δύσκολο να δείτε το σύνδεσμο ή για να αποδείξει την ταυτότητα του λειψάνου που αναφέρονται από τους βυζαντινούς συγγραφείς, αυτό που πηγαίνει από την Εύβοια να Cîteaux και αυτό που εμφανίζεται ως κάνει ένα ταξίδι μετ 'επιστροφής μεταξύ Κωνσταντινούπολης και της Ρόδου, ιδιαίτερα ισπανός πρέσβης, Clavijo, είδε ένα λείψανο του δεξιού χεριού του αγίου Ιωάννη του Βαπτιστή στην εκκλησία της Παναγίας της Περιβλέπτου στην Κωνσταντινούπολη το 1404.
Το λείψανο, όπως μπορούμε να δούμε σήμερα, προστατεύεται από ένα μεσαιωνικό λειψανοθήκη μέταλλο δυτικού τύπου που αναπαριστά το σχήμα του βραχίονα και το χέρι με ρεαλιστικό τρόπο. Αυτή η λειψανοθήκη είναι σαφώς ένα ιταλικό έργο, ειδικά ενετικό, έκανε χρόνο όπου το λείψανο ήταν στη Ρόδο στα χέρια των Ιωαννιτών. Ένα συνεχές μοτίβο αμπελόφυλλα σε μετάλλια που σχηματίζουν φύλλωμα, προσομοιώνει ένα μεταξωτό λαβή καλύπτει το βραχίονα. Έχει παρατηρηθεί σε δύο γραμματόσημα ασημένια λειψανοθήκη που εκπροσωπούν το Ενετικό λιοντάρι και το σταυρό της Μάλτας του δέκατου έκτου αιώνα, όταν οι Ιωαννίτες έγιναν οι Ιππότες της Μάλτας.
ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΙΒΗΡΩΝ ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ. Άγια λείψανα του Αγίου Αμφιλοχίου Ικονίου, της Αγίας Πελαγίας, του Αγίου Κυπριανού, του Αγίου Χαραλάμπους, του Αγίου Γεωργίου του Τροπαιοφόρου, του Αγίου Παντελεήμονος, των Αγίων Αναργύρων Κύρου και Ιωάννου, του Αγίου Ιερομάρτυρος Χαραλάμπους, του Αγίου Ιερομάρτυρος Μοδέστου, του Αγίου Γεωργίου, του Αγίου Τρύφωνος, του Αγίου Προκοπίου, της Αγίας Μαρίνης, του Αγίου Παντελεήμονος, των Αγίων Δισμυρίων, του Αγίου Ιερομάρτυρος Ελευθερίου, του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, του Αγίου Μεγαλομάρτυρος Προκοπίου, του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου, του Αγίου Ιωάννου του Ελεήμονος, του Αγίου Μεγαλομάρτυρος Παντελεήμονος, του Αγίου Τρύφωνος, του Αγίου Γρηγορίου της Μεγάλης Αρμενίας, της Οσίας Ευπραξίας κ.ά.
Η ΚΑΤΩ ΣΙΑΓΩΝΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΗ ΤΟΥ ΠΡΟΔΡΟΜΟΥ ΚΑΙ ΒΑΠΤΙΣΤΗ.
Φυλάσσεται στην Ιερά Μονή Αγίας Παρασκευής Δομήρου (Ροδολίβος Σερρών).
|
Ἀπότμημα ἀριστερῆς χειρός τοῦ Τιμίου Προδρόμου στήν Ἱερά Μονή Αγίου Ἰωάννου Μακρυνοῦ Ἀλεποχώρι Μέγαρα
|
Raka with thethe right hand of John the Baptist, The Cetinje Monastery, located in the capital of Montenegro, city of Cetinje
Τό Δεξιό Χέρι τού Αγίου Ἰωάννου Βαπτιστού στην Cetinje Μονή, που βρίσκεται στην πρωτεύουσα του Μαυροβουνίου, Το Τσέτινιε[2], στα ελληνικά Κετίγνη[3][4][5], (μαυροβουνιακά και σερβικά: Cetinje, Цетиње) είναι μία πόλη του νότιου Μαυροβουνίου.
Καθεδρικός Ναός τής πόλης τών Βρυξελλών που τιμάται στο όνομα του Αρχαγγέλου Μιχαήλ και της Αγίας Γουδούλης.Λειψανοθήκη του 1600 - 1850. Περιέχει τεμάχιο από το σαγόνι
του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου στο εσωτερικό της μεγάλης στρογγυλής θήκης.
Οι άγγελοι παράπλευρα της θήκης κρατούν κρυστάλλινες θήκες που η κάθε μία περιέχει
και από ένα δόντι του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου.
Επιγραφές: στη βάση "RELIQUIAE S. JOANNIS BAPTISTAE PRAECURSORIS",
στο εσωτερικό "DE MANDIBULA S. JOANNIS BAPT."
Στις μικροθήκες κάτω από τη μεγάλη στρογγυλή θήκη περιέχονται μικρολείψανα
του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου, αλλά και της μητέρας του Ελισάβετ.
|
Δάκτυλος Αγίου Ιωάννου Προδρόμου - Μονή Βατοπαιδίου |
Λειψανοθήκη με τμήμα της κάρας του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου
από την Ιερά Μονή Μεγίστης Λαύρας Αγίου Όρους
Αγιου Ιωάννη του Προδρομου... το δάχτυλο απο το δεξι του χερι με το οποιο εβἀπτισε τον Χριστό... στην Ιερά Μονή Ομπλού Πατρών
Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος. Απόστολος Θωμά. Αγ. Μαρκέλλα. Αγ. Λουκά ο Ιατρός. Αγ. Ιωάννης της Κλιμακος. Αγ. Μαρία Μαγδαληνή. Όσιος Παίσιος ο Μέγας
Ιερά Μονή Παναγία Ελεούσα Πατρών
Εικόνα του Αγίου Ιωάννη Προδρόμου με ενσωματωμένο λείψανό του από τον Άθωνα στον ομώνυμο Ιερό Ναό στην Ξηροκαρύταινα Γορτυνίας
Η διδάκτωρ και συνάδελφος βυζαντινολόγος του π. Νεκταρίου Πέττα, από τη μαρτυρική Κύπρο, κ. Μαρίνα Α. Κυριακίδου, στο επιστημονικό βιβλίο της: Ιερός Ναός Αγίου Γεωργίου Τροπαιοφόρου στο Κελλάκι Λεμεσού, έκδοση Ιεράς Μητροπόλεως Λεμεσού, Λευκωσία 2011, στη σ. 125, αναφέρει, σχετικά με την περιγραφή της συγκεκριμένης εικόνας, τα εξής:
Η δεσποτική εικόνα φέρει την επιγραφή: «Ο ΑΓΙΟΣ ΙΩ(ΑΝΝΗΣ) Ο ΠΡΟΔΡΟΜΟΣ». Ο άγιος εικονίζεται όρθιος, ολόσωμος, μετωπικός, ενήλικας, γενειόφορος, με καστανόχρωμα μακριά μαλλιά, που πέφτουν στους ώμους, με τη δεξιά πλευρά του σώματος γερμένη προς τα δεξιά και το βλέμμα στραμμένο προς τον πιστό. Φέρει μεγάλα ροδόχρωμα φτερά στην πλάτη με φωτισμούς ως «ενσώματος άγγελος» και στο κεφάλι στικτό φωτοστέφανο.
Ο άγιος φορά καφε-κόκκινο χιτώνα με κοντά μανίκια, με τριγωνικό άνοιγμα στο λαιμό. Πάνω από το χιτώνα φορά μπλε ιμάτιο με φωτισμούς και πλούσιες πτυχώσεις, που πέφτει στους ώμους, καλύπτοντας την αριστερή πλευρά του σώματος, μέχρι τα πόδια και δένεται στη μέση με σκουρόχρωμη ζώνη.
Στο δεξί χέρι κρατά ξετυλιγμένο ειλητάριο με την επιγραφή: «ἺΔΕ Ὁ ἈΜΝΌС ΤΟΥ ΘΕΟῩ Ὁ ΑΊΡΩΝ ΤΗΝ ἈΜΑΡΤΊΑΝ ΤΟῩ ΚΌСΜΟΥ• ΟῩΤΟС ẺΣΤΙ ΠΕΡÍ ΟῩ ẺΓΩ». Με την παλάμη του αριστερού χεριού κρατά μετάλλιο, που εικονίζει τη Σταύρωση του Χριστού.
Η μορφή του αγίου παριστάνεται σχεδόν ολόκληρη σε χρυσό κάμπο, ενώ στο κάτω τμήμα της εικόνας ο άγιος απεικονίζεται σε βραχώδη περιοχή (βουνά της ερήμου), με δύο δέντρα, λιγοστό χορτάρι και ένα οικοδόμημα στο βάθος. Κοντά στο δεξί πόδι του αγίου προβάλλεται η κομμένη κεφαλή του φωτοστεφανωμένη και τοποθετημένη μέσα σε λεκάνη.
Στις δύο κάτω γωνίες της εικόνας παριστάνεται σε χρυσοκόκκινο πλαίσιο σκηνές από τη ζωή του αγίου. Δεξιά του αγίου, στην κάτω γωνία, εικονίζεται η συνάντηση του αγίου με το Χριστό πριν τη Βάπτισή Του, όπου και αναγράφεται επιγραφή παρμένη από το κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο (Ματθ.3, 14-15): «ẺΓΩ ΧΡÍΑΝ ἚΧΩ ỶΠΌ СΟΥ ΒΑΠΤΙΣΘΗ / ΝΑΙ. Κ(ΑΙ) СỲ ἚΡΧΗ ΠΡΟС ΜΕ: Ὁ ΔÉ/ ἸΗСΟῩС ΕΙΠΕ ἌΦΕС ἌΡΤΙ». Στην απέναντι γωνία εικονίζεται η Βάπτιση του Χριστού. Μεταξύ των δύο σκηνών παρεμβάλλεται επιγραφή, που μας πληροφορεί ότι η εικόνα ζωγραφίστηκε το 1853, με έξοδα του Χαράλαμπου, της συζύγου και των γονιών του: «+ ΔἒΗСΙС ΤΟῩ ΔΟYΛΟΥ СΟΥ ΧΑΡΑΛÁΜΠΟΥ / СΥΜΒÍΑС Κ(ΑΙ) ΤῶΝ ΓΟΝέωΝ:- Α.ω.Ν.Γ.»
Στο πιστό αντίγραφο στο ναό της Ξηροκαρύταινας η αφιερωματική επιγραφή έχει ως εξής:
«СΚΕΠΕ ΤΟΝ ΕΥΠΡΕΠΙСΑΝΤΑ ΠΡΟΔΡΟΜΕ ΙωΑΝΝΗ /
ΕΙΚΟΝΑ СΟΥ ΤΗΝ ΦΕΡΟΥСΑΝ ΧΡΙСΤΟΝ ΕСΤΑΥΡωΜΕΝΟΝ /
ΤΗΝ ΕΝ Τω ΞΗΡΟΚΑΡΥΤΑΙΝΗС ΝΑω ΕΥΡΙСΚΟΜΕΝΗΝ /
ΑΡΧΙΕΡΑΤΙΚΟΝ ΕΠΙΤΡΟΠΟΝ ΝΕΚΤΑΡΙΟΝ Ν. ΠΕΤΤΑΝ /
ΚωΜΟΠΟΛΕωΣ ΚΟΝΤΟΒΑΖΑΙΝΗС ΚΗΡΥΚΑ ΓΟΡΤΥΝΙΑС /
ΔΙΑ СΥΝΔΡΟΜΗС, ΕΞΟΔωΝ ΤΕ ΙωΑΝΝΟΥ Θ. СΙΕΤΤΟΥ».
Κάτω από το στρογγυλό χρυσαφένιο μεταλλικό έλασμα, στο οποίο σχηματίζεται ανάγλυφα ο ήλιος της Βεργίνας (στο κέντρο του οποίου είναι εγκολπωμένο το τεμάχιο του Λειψάνου του ΙΩ Προδρόμου που χορηγήθηκε από τον Άθωνα) υπάρχει η επιγραφή «ΙΕΡΟΝ ΛΕΙΨΑΝΟΝ Τ. ΠΡΟΔΡΟΜΟΥ».
Moastele Sfantului Ioan Botezatorul si Sfantului Apostol Petru
Parohia Bumbacari, cu hramul Nasterea Maicii Domnului, este o parohie ortodoxa situata in Bucuresti
Αποτμήματα λειψάνων τού Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου και τού Αγίου Αποστόλου Πέτρου στην Ενορία Bumbacari, αφιερωμένη στο Γενέθλιο της Υπεραγίας Θεοτόκου, μια ορθόδοξη Ενορία που ευρίσκεται στο Βουκουρέστι. Ρουμανία
|
|
Πού βρίσκεται σήμερα το κεφάλι του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου;
Ο καθεδρικός ναός της Παναγίας στην Αμιένη, όπου φυλάσσεται η κεφαλή του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου.
Η κεφαλή του αγίου Ιωάννη του Προδρόμου κλάπηκε από την Κωνσταντινούπολη κατά την άλωσή της από τους Σταυροφόρους το 1204, και από το 1206 βρίσκεται στην πόλη Amiens (Αμιένη) της βόρειας Γαλλίας, στον περίφημο καθεδρικό της ναό, ο οποίος χτίστηκε ακριβώς για να στεγάσει το άγιο αυτό λείψανο και μάλιστα συγκαταλέγεται στα μνημεία παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς της UNESCO. Τα παρακάτω αποτελούν μετάφραση ενός δημοσιεύματος του ιστολογίου Full of Grace and Truth, όπου παρατίθενται δύο αποσπάσματα από ένα αφιέρωμα του υπέροχου περιοδικού “Road to Emmaus” (Δρόμος προς Εμμαούς). Σας προτείνουμε να ρίξετε μια ματιά μέχρι το τέλος του δημοσιεύματος. Γίνεται λόγος και για τις αποδείξεις της γνησιότητας της τιμίας κάρας.
Το παρακάτω είναι απόσπασμα από ένα πολύ ενδιαφέρον άρθρο από το περιοδικό Road to Emmaus για ιερά ορθόδοξα λείψανα στη Γαλλία. Πρόκειται για μια συνέντευξη με τον π. Νικολά Nikichine ο οποίος από καιρό ερευνά πολλά από τα φερόμενα λείψανα που έχουν σχέση με την Ορθοδοξία στη Γαλλία και παρουσιάζει εδώ πολλά από τα συμπεράσματά του. Μεταξύ των κειμηλίων που έχουν περισσότερες ιστορικές αποδείξεις, όπως αναφέρει, είναι η κεφαλή του αγίου Ιωάννη του Προδρόμου στην Amiens της Γαλλίας. [...]
“Από το 13ο αιώνα, ο καθεδρικός ναός της Νοτρ Νταμ στην Αμιένη στεγάζει ένα μέρος του κρανίου – τα οστά του προσώπου – του αγίου Ιωάννη του Βαπτιστή. Αυτό δεν πρέπει να συγχέει αυτούς που γνωρίζουν ότι και το Άγιον Όρος ισχυρίζεται ότι έχει «την κεφαλή του αγίου Ιωάννη» (σημείωση του μεταφραστή: ίσως να εννοεί κάπου αλλού). Αυτή η ονοματοδοσία είναι μια ευσεβής συνήθεια, γιατί ακόμα κι αν έχετε μόνο ένα μέρος του κεφαλιού ή του χεριού, δεν θα λέγατε, «έχουμε πέντε εκατοστά του κρανίου», θα λέγατε, «έχουμε την κάρα του». Στο Άγιον Όρος έχουν ένα άλλο μέρος του κρανίου, αλλά στην Αμιένη έχουμε τα οστά του προσώπου, και μπορείτε να φανταστείτε ακόμη και την προσωπικότητά του πίσω από αυτά τα λείψανα.”
“RTE: Μπορείτε να μας πείτε τώρα για τα αποδεικτικά στοιχεία για ορισμένα από τα λείψανα που έχετε μελετήσει;
Π/ΝΙΚΟΛΑ: Όλα τα κυριότερα λείψανα που ανέφερα προηγουμένως έχουν βάσιμα ιστορικά και επιστημονικά επιχειρήματα από πολλές διαφορετικές πηγές, και αυτή η ποικιλία της συνοχής είναι ισχυρό επιχείρημα από μόνο του. Επίσης, μαθαίνοντας την ιστορία αυτών των λειψάνων, εμείς οι Ορθόδοξοι ανακαλύπτουμε μια άλλη άποψη για την ιστορία της δυτικής Εκκλησίας και έναν νέο τρόπο κατανόησης αυτών των ιστορικών γεγονότων.
Για παράδειγμα, η κεφαλή του αγίου Ιωάννη του Προδρόμου αποκτήθηκε κατά τη λεηλασία της Κωνσταντινούπολης το 1204 (σημείωση του μεταφραστή: από τους λατίνους σταυροφόρους της Δ΄ Σταυροφορίας, οι οποίοι κατέκτησαν την Κωνσταντινούπολη και άρπαξαν όλους τους θησαυρούς της, π.χ. τα διάφορα πολύτιμα κειμήλια που μεταφέρθηκαν και βρίσκονται έως σήμερα στην Βενετία, το Άγιο Μανδήλιο που σήμερα είναι γνωστό ως η Σινδόνη του Τορίνο, η περίφημη εικόνα της Οδηγήτριας που ζωγραφίστηκε από τον ευαγγελιστή Λουκά και κατέληξε στο Montevergine της Ιταλίας, και άλλα πολλά). Αυτό ήταν μια μεγάλη τραγωδία για την ανατολική Εκκλησία, αλλά τώρα βλέπουμε τι έχει συμβεί στη Μικρά Ασία, στην Τουρκία, από την άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Τούρκους το 1453 μέχρι σήμερα. Αν το κεφάλι είχε παραμείνει εκεί, θα είχε χαθεί ή καταστραφεί, όταν η Κωνσταντινούπολη έπεσε στα χέρια των Τούρκων (όπως συνέβη με πολλά λείψανα), ή μήπως θα ήταν ακόμα προσβάσιμο για προσκύνηση; Τώρα, αυτό το λείψανο είναι στη Γαλλία, σε έναν πολύ όμορφο καθεδρικό ναό, και είναι δυνατό για τους Ορθόδοξους να το προσκυνήσουν με τον πλέον ανοικτό τρόπο. Η 25η Μαΐου, σύμφωνα με το Ιουλιανό ημερολόγιο, ή η 7η Ιουνίου, σύμφωνα με την αστική ημερολόγιο, είναι η γιορτή της Τρίτης Ευρέσεως της Κεφαλής του Αγίου Ιωάννη του Βαπτιστή, και σε αυτή τη γιορτή, το 2004, τελέσαμε την Θεία Λειτουργία με αυτό το λείψανο στην αγία τράπεζα. Αυτό δεν θα μπορούσε ποτέ να συμβεί στη σύγχρονη Τουρκία, και αυτό το είδος προβληματισμού αλλάζει την εκτίμησή μας για το ιστορικό γεγονός της μεταφοράς αυτού του λειψάνου στην Αμιένη. Ο Θεός έχει την δική Του πρόνοια.
Παλιό ανάγλυφο από τον καθεδρικό της Αμιένης που δείχνει την άφιξη της κεφαλής του αγίου Ιωάννη στην πόλη. Παρατηρούμε ότι το άγιο λείψανο με την χρυσή λειψανοθήκη είναι ακριβώς το ίδιο όπως το βλέπουμε και σήμερα.
Ο Θεός επέτρεψε τη μεταφορά αυτών των λειψάνων εδώ, και αυτή η δυτική κοινωνία είναι τα διατηρεί πιστά. Βεβαίως, η Γαλλία περνάει μια περίοδο αποχριστιανοποίησης, αλλά ακόμη βλέπουμε καθημερινή προσκύνηση των λειψάνων αυτών από έναν μικρό αριθμό πιστών χριστιανών. Ένα άλλο πολύ γνωστό παράδειγμα από τον 11ο αιώνα είναι η μεταφορά («μετακομιδή») του λειψάνου του αγίου Νικολάου από τα Μύρα της Λυκίας (και αυτή βρίσκεται σήμερα στην Τουρκία) στο Μπάρι στην Ιταλία. Στην ακολουθία που είναι αφιερωμένη σε αυτό το γεγονός, λέμε «Δεν ήταν χρήσιμο στα μάτια του Θεού αυτά τα πολύτιμα λείψανα να παραμένουν αδρανή στην έρημο της Λυκίας.» [*** Βλ. την σημείωση παρακάτω] Εμείς οι Ορθόδοξοι πρέπει να αντιμετωπίσουμε ευλαβικά την πρόνοια του Θεού, η οποία εκδηλώνεται σε αυτό.
Αυτή η συνεχής προσκύνηση από ακόμη και μια μειοψηφία Γάλλων πιστών είναι ένα από τα πνευματικά επιχειρήματα για τη γνησιότητά τους. Σε κάθε περίπτωση που έχω μελετήσει, έχω βρει ντόπιους που πιστεύουν, και ακαδημαϊκούς μελετητές που έχουν έγγραφα, ιστορικά βιβλία, και αρχεία που παρουσιάζουν τα ιστορικά και επιστημονικά επιχειρήματα που αποδεικνύουν τη γνησιότητα του λειψάνου. Βεβαίως, αυτοί οι άνθρωποι είναι λίγοι σε αριθμό. Ο μεγάλος αριθμός των Γάλλων ρωμαιοκαθολικών όχι μόνο δεν γνωρίζουν τίποτα για τα δικούς τους ιερούς τόπους, αλλά και δεν ενδιαφέρονται και πολύ για αυτά. Αυτό δεν είναι δικό τους φταίξιμο – αυτοί οι ίδιοι είναι θύματα των αντι-χριστιανικών, αντι-εκκλησιαστικών, και αντι-λειψανικών Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης. Δυστυχώς, κάθε αδύναμο σημείο της ιστορίας της δυτικής Εκκλησίας (σημείωση του μεταφραστή: δηλαδή του Παπισμού) μεγεθύνεται με σκοπό να γενικεύσει την εντύπωση της αδυναμίας της Εκκλησίας συλλήβδην. Οι ρωμαιοκαθολικοί είχαν τις αποτυχίες τους, και η ευπιστία των απλών ανθρώπων γινόταν ενίοτε αντικείμενο εκμετάλλευσης από κακούς κληρικούς για το κέρδος, αλλά και πάλι, όταν μελετάτε την ιστορία των μεγάλων λειψάνων, δεν μένει χώρος για αυτές τις απλοϊκές αντιρρήσεις.
Αντιθέτως, έχουμε πολύ κατηγορηματικά και ισχυρά επιχειρήματα. Μπορούμε να αναφέρουμε το παράδειγμα της κεφαλής του αγίου Ιωάννη του Βαπτιστή στην Αμιένη, η οποία, ανατομικά, είναι ένα οστό του προσώπου χωρίς το σαγόνι. Συγχρόνως, μια εκκλησία στην επισκοπή του Βερντέν (σημείωση του μεταφραστή: άλλη πόλη της Γαλλίας) είχαν, όπως φημιζόταν, το σαγόνι του Αγίου Ιωάννη. Μια επιτροπή συστήθηκε για να εξετάσει τα δύο κειμήλια, και στην προκειμένη περίπτωση, το σαγόνι στο Βερντέν αποδείχθηκε ότι ήταν ενός άλλου ανθρώπου, μετά τον δέκατο αιώνα, αλλά τα συμπεράσματα της ίδιας επιτροπής σχετικά με τα λείψανα του αγίου Ιωάννη στην Αμιένη ήταν εκπληκτικά. Το οστό της Αμιένης όχι μόνο έχει χρονολογία από τον πρώτο ως τον τρίτο αιώνα μετά Χριστόν, αλλά και αυτό το κομμάτι του κρανίου προσδιορίστηκε ότι ήταν ενός άνδρα μεσογειακής καταγωγής, ηλικίας από 30 μέχρι 45, και επιπλέον υπήρχε μια αρχαία τρύπα που προκλήθηκε από ένα αιχμηρό εργαλείο, ακριβώς στο κάτω μέρος του μετώπου. Σύμφωνα με την ορθόδοξη παράδοση, γνωρίζουμε ότι μετά τον αποκεφαλισμό του, η Ηρωδιάδα μαχαίρωσε το κεφάλι με το μαχαίρι της ως εκδίκηση για την καταγγελία εκ μέρους του του παράνομου γάμου της με τον Ηρώδη. Αν και αυτό δεν είναι τόσο σημαντικό για τους επιστημονικούς εξεταστές, έχουμε πράγματι αυτό το επιχείρημα από τη δική μας παράδοση, μαζί με άλλα ιστορικά και ανθρωπολογικά επιχειρήματα για τη γνησιότητα του λειψάνου του.
Στην ιστορία των μεγάλων κειμηλίων, έχουμε σχεδόν πάντα αυτή την επιστημονική και πνευματική ταύτιση. Για παράδειγμα, στην ιστορία της Σινδόνης του Τορίνου, η ιστορική τεκμηρίωση δεν είναι πολύ πειστική, αλλά τα πιο εντυπωσιακά επιχειρήματα προέρχονται από την επιστημονική πλευρά, τα πορίσματα των οποίων έχουν συνεχώς αναθεωρηθεί κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών. (σημείωση του μεταφραστή: Τα τελευταία χρόνια έχουν εντοπιστεί και η πληθώρα των ιστορικών τεκμηρίων σχετικά με την αγία Σινδόνη, εκτός από τα επιστημονικά! Μπορείτε να διαβάσετε για την θύελλα των συγκλονιστικών στοιχείων σε διάφορα βιβλία, όπως για παράδειγμα στα άψογα “The Crucifixion of Jesus: A Forensic Inquiry” του ιατροδικαστή Frederick Zugibe και το “Holy Faces, Secret Places” του ιστορικού ερευνητή Ian Wilson. Το ένα εστιάζει κυρίως στις αποδείξεις που αφορούν στις φυσικές επιστήμες, ενώ το άλλο στις ιστορικές.)
Μετά τη Γαλλική Επανάσταση, είχαμε αυτό που ονομάστηκε «Καθολική Αναγέννηση» στη Γαλλία. Η πρωτόγονη και άξεστη λογικοκρατία και η κριτική των επαναστατών και των Προτεσταντών που προσπαθούσαν να δυσφημίσουν τα λείψανα ώθησαν τους Ρωμαιοκαθολικούς να εξερευνήσουν τις ιστορίες αυτών των αντικειμένων. Μελέτησαν, έκαναν αρχαιολογικές έρευνες, και έφτασαν σε ένα υψηλότερο επίπεδο αντικειμενικής επιχειρηματολογίας υπέρ της γνησιότητας πολλών από αυτά τα λείψανα που ήταν γνωστά από πριν. Όχι μόνο στη Γαλλία, αλλά και στη χριστιανική Ανατολή, έχουμε ακόμη πολλά έγγραφα που δεν έχουν ερευνηθεί, εξαιτίας των γλωσσικών φραγμών, την αρχαιότητας, και της έλλειψης πρόσβασης.
Ο καθεδρικός ναός της Παναγίας στην Αμιένη, όπου φυλάσσεται η κεφαλή του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου.
Καθώς συνεχίζουμε να μελετάμε, βρίσκουμε με τον καιρό ακόμη περισσότερα επιχειρήματα υπέρ της γνησιότητας, αλλά η άποψή μου είναι ότι η λογική διερεύνηση δεν μπορεί ποτέ να αποτελεί επαρκή απόδειξη. Περιορίζεται από την φύση της λογικοκρατίας. Το βασικό επιχείρημα για εμάς είναι το επιχείρημα της πίστης μας. Δεν είναι το γεγονός ότι αυτό το λείψανο, αυτό το κόκαλο, είναι πραγματικά από από τον άγιο Ιωάννη τον Βαπτιστή με κάποιον τρόπο να επηρεάζει τη σύγχρονη ζωή μας, το προσωπικό μας πεπρωμένο. Γνωρίζουμε από την ιστορία της Εκκλησίας ότι, αν αυτό λείψανο είναι από τον άγιο Ιωάννη τον Βαπτιστή, τότε έχουμε μια μεγαλύτερη εγγύηση ότι η αδύναμη προσευχή μας θα έχει περισσότερα αποτελέσματα εδώ από ό, τι σε άλλο τόπο.
Το σημείο όπου θέλουμε να καταλήξουμε είναι να δείξουμε ότι δεν είναι μόνο εφικτό, αλλά και χρήσιμο να προσευχόμαστε μπροστά σε άγια λείψανα. Έχουμε αρκετά στοιχεία που να δείχνουν ότι υποστηρίζουν την προσευχή μας. Ο Θεός και οι άγιοι οι ίδιοι μάς δίνουν αρκετά επιχειρήματα. Ωστόσο, ακόμη και αν καλώ προσκυνητές σε αυτά τα ιερά μέρη, προσωπικά, δεν τολμώ να επιβάλω αυτό το σέβας ως μια βεβαιότητα. Μόνο το σύνολο της Εκκλησίας μπορεί να το εξουσιοδοτήσει αυτό. [...]“
(παρμένο από:http://www.roadtoemmaus.net/back_issue_articles/RTE_25/A_CITY_OF_SAINTS.pdf, “A CITY OF SAINTS: THE FORGOTTEN RELIQUARIES OF PARIS”;
Road to Emmaus Vol. VII, No. 2 (#25))
[***Σημείωση: Όπως γράφει ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης στον "Συναξαριστή" του για την γιορτή της μετακομιδής του λειψάνου του αγίου Νικολάου (20 Μαϊου): «Διά τούτο ευδόκησεν ο Θεός να σηκωθούν από εκεί τα άγια λείψανα του μεγάλου Πατρός ημών Nικολάου, και να μεταφερθούν εις την πολυάνθρωπον πολιτείαν την ονομαζομένην Mπαρ, ήτις ευρίσκεται εις την Iταλίαν. Ένα μεν, διά να μη μείνουν τα λείψανα τοιούτου Aγίου άτιμα και άδοξα, και άλλο δε, διά να απολαύση και η Δύσις τα τούτου θαυμάσια, ήτις ακόμη δεν είχε πέση εις τας αιρέσεις και κακοδοξίας, αλλ’ ήτον Oρθόδοξος, και ενωμένη με την Aνατολικήν Eκκλησίαν." (http://www.snhell.gr/references/synaxaristis/search.asp)
(και τώρα οι ταπεινές μου απόψεις...) (σημείωση του μεταφραστή: δηλαδή του ιστολογίου Full of Grace and Truth)
Αυτά και τα παρόμοια συναισθήματα που προαναφέρθηκαν δεν δείχνουν να αποδέχονται καθόλου την αφαίρεση των ιερών ορθοδόξων λειψάνων(συμπεριλαμβανομένης εκείνης κατά την λεηλασία της Κωνσταντινούπολης) και τη μεταφορά τους σε ξένα και ακόμα και ετερόδοξα μέρη, αλλά φαίνεται να επαναλαμβάνουν ότι κανείς μας δεν γνωρίζει τον άπειρο νου του Θεού, και το τί ευδοκεί το ανεξιχνίαστο θέλημά Του. Ίσως θα έπρεπε επίσης να δείχνουμε ταπεινοφροσύνη, μετάνοια και καρτερία στις διάφορες δοκιμασίες που επιτρέπονται από το Θεό εξαιτίας των πολλών αμαρτιών μας. Εν πάση περιπτώσει, ας ευχαριστήσουμε τον Θεό εν τέλει για τις αμέτρητες υλικές και πνευματικές ευλογίες που συνεχίζουμε να λαμβάνουμε από Αυτόν σε αφθονία.]
Μετάφραση: Ραφαήλ Παπανικολάου
Πηγή: Περιοδικό “Road to Emmaus: A Journal of Orthodox Faith and Culture” (ιστοσελίδα http://www.roadtoemmaus.net/). Αναδημοσίευση από http://full-of-grace-and-truth.blogspot.com/2009/08/head-of-precious-forerunner-in-amiens.html.
|
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου