Αγία Σκέπη της Υπεραγίας Θεοτόκου εν Βλαχερνώ
και επέτειος του «ΟΧΙ»
και επέτειος του «ΟΧΙ»
Σκέπη σου, Ἁγνή, σκέπεις καὶ περιθάλπεις
Τοὺς πίστει ἀφορῶντας πρὸς σέ, Παρθένε. Μητρὸς Θεοῖο Σκέπη Ἑλλάδα θειόφρονα καλύπτει. |
ΠΩΣ ΚΑΘΙΕΡΩΘΗΚΕ Η ΓΙΟΡΤΗ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΣΚΕΠΗΣ Στα χρόνια του βασιλέως Λέοντος του Μεγάλου (457-474 μ. Χ.) ζούσε στην Κων/πολη ο όσιος Ανδρέας, ο κατά Χριστόν σαλός. Σαλός είναι ο τρελλός και κατά Χριστόν σαλοί ονομάζονται κάποιοι άγιοι, οι οποίοι κάνανε κάποια περίεργα και παράλογα πράγματα, με απώτερο σκοπό να τους θεωρούν παλαβούς ή παλιανθρώπους και να μη τους τιμούν οι άνθρωποι· και έτσι αυτοί να ζουν με ταπείνωση και στην αφάνεια. Μια νύχτα που γινότανε αγρυπνία στο ναό της Παναγίας των Βλαχερνών, ο όσιος Ανδρέας μαζί με τον μαθητή του Επιφάνιο, που έγινε αργότερα πατριάρχης Κων/πόλεως (520-536 μ. Χ.), είδαν την Υπεραγία Θεοτόκο οφθαλμοφανώς, όχι σε όραμα, να μπαίνει από την κεντρική πύλη του ναού. Την συνόδευαν οι Ιωάννης ο Πρόδρομος και Ιωάννης ο Θεολόγος και πλήθος αγγέλων. Αφού μπήκε μέσα στο ναό προχώρησε στον σολέα. Εκεί γονάτισε και προσευχήθηκε πολλή ώρα με θερμά δάκρυα υπέρ της σωτηρίας των πιστών, ενώ την βλέπανε μόνο ο Ανδρέας και ο Επιφάνιος. Αφού προσευχήθηκε για πολύ η Θεοτόκος σηκώθηκε και μπήκε μέσα στο ιερό, όπου φυλασσόταν το μαφόριο της δηλαδή το τσεμπέρι της, το πήρε στα χέρια της και βγαίνοντας έξω το άπλωσε πάνω από τους πιστούς, για να δείξει ότι τους σκέπει και τους προστατεύει. Αυτό είναι το γεγονός το οποίο στάθηκε αφορμή η Εκκλησία μας να καθιερώσει την γιορτή της αγίας Σκέπης δηλαδή τη γιορτή προς τιμή της Παναγίας, η οποία σκεπάζει (σκέπει) και προστατεύει το λαό του Θεού και φωτίζει τους πιστούς στο δρόμο για την τελείωση. Μας σκεπάζει με τις προσευχές της, με τις παρακλήσεις της και με τα δάκρυά της. Η Παναγία μας άπλωσε το μαφόριο της εντός του ναού και σκέπασε όσους αγρυπνούσαν και προσευχόταν. Με την ενέργεια αυτή θέλει να πει ότι πρέπει να έχουμε ουσιαστική σχέση με την Εκκλησία για να μας σκεπάσει με τις πρεσβείες της. |
Ἀπολυτίκιον (Κατέβασμα) Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης. Τῆς Σκέπης σου Παρθένε, ἀvuμνοῦμεν τάς χαρίτας, ἣν ὡς φωτοφόρον νεφέλην, ἐφαπλοῖς ὑπὲρ ἔννοιαν, καὶ σκέπεις τὸν λαόν σου νοερῶς, ἐκ πάσης τῶν ἐχθρῶν ἐπιβουλῆς. Σὲ γὰρ σκέπην καὶ προστάτιν καὶ βοηθόν, κεκτήμεθα βοῶντές σοι· Δόξα τοῖς μεγαλείοις σου Ἁγνή, δόξα τῇ θείᾳ Σκέπῃ σου, δόξα τῇ πρὸς ἡμᾶς σου, προμηθείᾳ Ἄχραντε. Ἕτερον Ἀπολυτίκιον Ἦχος πλ. δ’. Θεοτόκε Ἀειπάρθενε. Θεοτόκε Ἀειπάρθενε, τὴν ἁγίαν σοῦ Σκέπην, δι' ἧς περισκέπεις, τοὺς εἰς σὲ ἐλπίζοντας, κραταιὰν τῷ Ἔθνει σου καταφυγὴν ἐδωρήσω‧ ὅτι ὡς πάλαι καὶ νῦν θαυμαστῶς ἡμᾶς ἔσωσας, ὡς νοητὴ νεφέλη, τὸν σὸν λαὸν περιβαλοῦσα. Διὸ δυσωποῦμεν σε, εἰρήνην τῇ πολιτείᾳ σου δώρησαι, καὶ ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν τὸ μέγα ἔλεος. Κοντάκιον Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ. Ὥσπερ νεφέλη ἀγλαῶς ἐπισκιάζουσα, τῆς Ἐκκλησίας τὰ πληρώματα Πανάχραντε, ἐν τῇ πόλει πάλαι ὤφθης τῇ Βασιλίδι. Ἀλλ' ὡς σκέπη τοῦ λαοῦ σου καὶ ὑπέρμαχος, περισκέπασον ἡμᾶς ἐκ πάσης θλίψεως, τοὺς κραυγάζοντας· Χαῖρε Σκέπη ὁλόφωτε. Ὁ Οἶκος Ἄνωθεν ἐφαπλοῦσα, τὴν ἁγίαν σοῦ Σκέπην, Παρθένε Θεοτόκε Μαρία, σκέπεις καὶ σῴζεις τὸν σὸν λαόν, καθ' ὥραν σε Ἁγνὴ ἐπιβοώμενον· νῦν δὲ σου τὰ θαυμάσια, εὐγνωμόνως ὑμνεῖ κραυγάζων· Χαῖρε τοῦ κόσμου ἡ Σωτηρία Χαῖρε Ἑλλάδος ἡ προστασία. Χαῖρε τῶν Ἀγγέλων παράδοξον θέαμα Χαῖρε τῶν ἀνθρώπων ἀκλόνητον ἔρεισμα. Χαῖρε Μήτηρ Ἀειπάρθενος τοῦ Παντάνακτος Χριστοῦ Χαῖρε σκέπη καὶ ἀντίληψις τοῦ λαοῦ σου τοῦ πιστοῦ. Χαῖρε ὅτι ἐφάνης σκέπουσα τὸ σὸν Ἔθνος Χαῖρε ὅτι παρέχεις νίκας τῷ στρατοπέδῳ. Χαῖρε πηγὴ πλουσίας χρηστότητος Χαῖρε λαμπὰς Θεοῦ ἀγαθότητος. Χαῖρε δι' ἧς τοὺς ἐχθροὺς ἐκνικῶμεν Χαῖρε πρὸς ἣν καθ' ἑκάστην βοῶμεν· Χαῖρε Σκέπη ὁλόφωτε. |
Δ Ι Α Β Α Σ Τ Ε
DE S. STEPHANO SABAITA
(σελίδες 497 - 504 )
( ΣΕ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΚΕΙΜΕΝΟ σελίδες 504 - 584 )
Ο Όσιος Στέφανος ο Σαββαΐτης
Минея годовая (Архангел Михаил и прп. Стефан Савваил). Икона. Русь. 1-я половина XVI в. Музей икон. Реклингхаузен. Германия.
Μηναίο ετήσια (Αρχάγγελος Μιχαήλ και Οσ. Στέφανος Σαββαΐτης). Εικονίδιο. Russ. 1ο εξάμηνο τού 16ου αιώνα μ.Χ.. Μουσείο Εικόνων. Recklinghausen. Γερμανία.
Ἐπώνυμος Στέφανος οὐ φορεῖ στέφους,
Ὃ πρακτικὴ χεὶρ ἀρετῆς πλέκειν. | ||||||||
Βιογραφία
Λόγιος μοναχός ο όσιος Στέφανος στη Λαύρα του αγίου Σάββα, έζησε τον 8ο αιώνα μ.Χ. Η ασκητική του ζωή, συνοδευόταν από μεγάλη αγάπη στη μελέτη και από την αξιόλογη επιδεξιότητα της Ιερής ποίησης. Αγαπούσε τους αγώνες για την ορθόδοξη αλήθεια, και πρόθυμα μετείχε στον πόλεμο κατά των αιρέσεων. Συχνά απέφευγε κάθε λογής ανθρώπινης επικοινωνίας και ζούσε εντελώς μόνος σε διάφορα ερημικά μέρη. Εκεί αγαπούσε να παρατηρεί τη φύση και να μεταρσιώνεται με την προσευχή. Επίσης χάιδευε τα ελάφια, που τον πλησίαζαν συναισθανόμενα και αυτά την αγαθότητα και την παιδική αφέλεια της ψυχής του. Τέλος ο ερημοπολίτης Στέφανος ο Σαββαΐτης, βάσταξε και τα βάρη του επισκόπου, μετά από επίμονες παρακλήσεις. Πέθανε διδάσκοντας και οικοδομώντας το λαό με το χρηστό, άμεμπτο και φιλάνθρωπο παράδειγμα του. (βλέπε και στις 13 Ιουλίου όπου επαναλαμβάνεται η μνήμη του. Για ποιόν λόγο υπάρχει διπλή μνημόνευση του Οσίου Στεφάνου, δεν γνωρίζουμε. Ίσως στίς 13 Ιουλίου να εορτάζουμε την Ανακομιδή των λειψάνων του Οσίου και στις 28 Οκτωβρίου την κυρίως μνήμη του.
| ||||||||
Ἀπολυτίκιον Ἦχος γ'. Θείας πίστεως. Στέφος εἴληφας, τῆς εὐδοκίας, στέφος γεγονός, τῆς Ἐκκλησίας, ἐπωνύμως παναοίδιμε Στέφανε, σὺ γὰρ ἐνθέοις στεφόμενος χάρισι, δι’ εὐσέβειας ποικίλως διέπρεψας. Πάτερ Ὅσιε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἠμὶν τὸ μέγα ἔλεος. Ἕτερον Ἀπολυτίκιον Ἦχος πλ. δ’. Ὀρθοδοξίας ὁδηγέ, εὐσεβείας Διδάσκαλε καὶ σεμνότητος, τῆς Οἰκουμένης ὁ φωστήρ, τῶν Μοναζόντων θεόπνευστον ἐγκαλλώπισμα, Στέφανε σοφέ, ταῖς διδαχαῖς σου πάντας ἐφώτισας, λύρα τοῦ Πνεύματος. Πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.
Прп. Стефан. Миниатюра. Афон (Иверский м-рь). Конец XV в. C 1913 года в Российской Публичной (ныне Национальной) библиотеке в Санкт-Петербурге.
Σεβάσμιος. Stefan. Μικρογραφία. Όρος (Iver μοναστήρι). Το τέλος του 15ου αιώνα. C 1913 στο ρωσικό Δημόσιο (σήμερα Εθνική) Βιβλιοθήκη στην Αγία Πετρούπολη.
Κοντάκιον Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς. Καταφυτεύσας ἀρετῶν τὸν παράδεισον, καὶ καταρδεύσας ταῖς ῥοαῖς τῶν δακρύων, ὡς τῆς ζωῆς Πανένδοξε τοῦ ξύλου τυχῶν, σῶσον ἰκεσίαις σου, ἐκ φθορᾶς τὴν σὴν ποίμνην, ῥύσαι περιστάσεως τοὺς θερμῶς σε τιμῶντας, σὲ γὰρ προστάτην μέγιστον Σοφέ, πάντες ἐν πίστει καὶ πόθῳ κεκτήμεθα. |
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου